ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ – ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΕΩΣ 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ - Ένα τραγούδι της ημέρας - Πριν απ’ όλα, το να είσαι Έλληνας σήμερα, σημαίνει να ζεις σε μια συνθήκη καταπιεσμένης οργής κάθε δευτερόλεπτο… - ΟΙ ΑΓΚΑΛΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟ, Όταν μια Κοινωνία Αναζητά Σχέση και Αλήθεια - ΤΑ ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΑ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΜΠΗ - ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟ-ΜΟΜΦΗΣ, Πώς ο λόγος των ελίτ κατασκευάζει τον “α ν ώ ρ ι μ ο π ο λ ί τ η / λ α ό" - Εισήγηση μου στην Επιστημονική Ημερίδα για το Πολλαπλό Μυέλωμα, με θέμα "ΦΡΟΝΤΊΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΦΡΟΝΤΙΣΤΕΣ" - INFLUENCER STATE, H Α π ο ι κ ι ο κ ρ α τ ί α τ η ς Ψ υ χ α γ ω γ ί α ς /

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025 0 comments

 

 


Αντώνης Ανδρουλιδάκης

8 ώρ. ·

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ

Τόση εξέλιξη, τόση απελευθέρωση, κι' όμως οι περισσότεροι άντρες στον πολιτισμό μας κουβαλούν ακόμη μιαν αίσθηση αναγκαστικής υπερεπάρκειας, έναν καταναγκασμό που οδηγεί τον ψυχισμό να αρνείται να ομολογήσει και να μοιραστεί την καθόλα ανθρώπινη ευθραυστότητα του.

Καταδικασμένοι να εκφράζουν μόνο ό,τι συναρτάται με την επιδοσιακή τους δυναμική, τρέμουν στην ιδέα να αγγιχτούν, να αγκαλιαστούν ή -πολύ περισσότερο- να μιλήσουν σε άλλους άντρες για ό,τι βαθύτερα τους πονάει. Και η μόνη επιτρεπτή σωματική επαφή είναι η σεξουαλική πράξη.

Η ομολογία της ευαλωτότητας τους είναι -και για τους ίδιους και για τους άλλους- ένας περίπου ευνουχισμός, μια "αδερφίστικη" αδυναμία του "χαρακτήρος". Ένας ακρωτηριασμός.

Μόνο που είναι ένας ακρωτηριασμός της ανθρώπινης ευαισθησίας, μια έκπτωση της συναισθηματικής λειτουργίας, ένα έλλειμμα "ανθρωπινότητας".

Όμως η αδυναμία έκφρασης της ευαλωτότητας είναι ταυτόχρονα και αδυναμία Σχέσης, καθώς δεν υπάρχει δυνατότητα συνάντησης με τον απέναντι Άλλο χωρίς αποκάλυψη της ανθρώπινης ευθραυστότητας.

Και με την έννοια αυτή πρόκειται για μια ανδρική τραγωδία. Μια υποχώρηση μπροστά στην κοινωνική κατασκευή του "δυνατού αρσενικού", που κάπου στο βάθος ακούει ακόμη τους γονείς του να του λένε "τα αγόρια δεν κλαίνε".

Θέλω να πω "μιλήστε ρε μαλάκες, για ό,τι σας πονάει!" ή τουλάχιστον αγκαλιαστείτε!

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

8 ώρ. ·

Ένα τραγούδι της ημέρας

"Ένα τραγούδι που θα χαρίσω

σ 'όλους τους άντρες που δεν κλαίνε γιατί είναι άντρες

από το χνούδι της εφηβείας μέχρι το θάνατο δουλεύουν

γιατί είναι άντρες"

 

 

youtube.com

Γιώργος Αραπάκης Μια μπαλάντα για τους άνδρες

CD ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ 1995Στίχοι: Γιώργος ΑραπάκηςΜουσική: Γιώργος ΑραπάκηςΠρώτη εκτέλεση: Γιώργος ΑραπάκηςΈνα τραγούδι που θα χαρίσωσ 'όλους τους άντρες...

 

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

2 ημ. ·

Πριν απ’ όλα, το να είσαι Έλληνας σήμερα, σημαίνει να ζεις σε μια συνθήκη καταπιεσμένης οργής κάθε δευτερόλεπτο και αυτό είναι μια συνθήκη που απαιτεί υψηλή ψυχική ανθεκτικότητα. Γιατί, όπως ένα παιδί που κακοποιείται από τους γονείς του δε σταματά να αγαπά τους γονείς του, αλλά σταματά να αγαπά τον εαυτό του, έτσι και μια κοινωνία που κακοποιείται κατ’ επανάληψιν από τους κυβερνώντες της, μαθαίνει στο τέλος, όχι να μισεί τους κυβερνώντες-κακοποιητές της, αλλά τον ίδιο τον συλλογικό της εαυτό. Οπότε αγαπώ την Ελλάδα με τον ίδιο τρόπο που ένα παιδί αγαπά αυτούς που του χάρισαν το δώρο της ζωής, ακόμη κι αν το τραυμάτισαν. Αγαπώ το τόσο περιφρονημένο «σεμεδάκι» της μάνας μου πάνω στην τηλεόραση, γιατί με προστάτευσε από την κοινωνική της μόλυνση.

Αγαπώ το ήθος αντίστασης του Λαού μας, αυτήν την «ευέλπιδα απερισκεψία» που λέει ο Θουκυδίδης, αγαπώ την τόσο ανυπεράσπιστη παράδοσή μας, αγαπώ ακόμη και τη συλλογική μας ντροπή, την ντροπή γι’ αυτό που μας είπαν ότι είμαστε. Ίσως, κατά έναν παράδοξο τρόπο, αυτήν την ντροπή να αγαπώ πιο πολύ. Όπως θα αγαπήσω βαθιά ένα παιδί που νιώθει μειονεκτικά. Γιατί ξέρω καλά πως αυτή η αγάπη θα σπάσει κάποια στιγμή την κυρίαρχη ερμηνεία που επέβαλαν οι αποικιοκράτες προκειμένου να δικαιολογήσουν και να νομιμοποιήσουν τις χρόνιες ανεκπλήρωτες ανάγκες του Λαού μας. Γιατί ξέρω πως αυτή η αγάπη θα διακόψει κάποια στιγμή τη «δυστυχία του να είσαι Έλληνας», αυτό το καλύτερο πλυντήριο στη διαρκή λεηλασία της χώρας και του Λαού μας.

Στο τέλος-τέλος αυτοεκτίμηση δε σημαίνει πως δεν έχω ελαττώματα, αλλά πως παρ’ όλα αυτά συνεχίζω να με εκτιμώ! Η Ελλάδα ως Τρόπος, συνεχίζει να προσφέρει αυτήν τη θεραπευτική συμπεριληπτική ανοιχτότητα, ενάντια στον κυρίαρχο αρρωστημένο τιμωρητικό αποκλεισμό του δυτικού προτεσταντικού τρόπου. Ευτυχώς!

 

 

thessculture.gr

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ : «ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΟ» - ThessCulture

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης γεννήθηκε στην Κρήτη και ζει στη Λεμεσό. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων […]

 

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

3 ημ. ·

ΟΙ ΑΓΚΑΛΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟ

Όταν μια Κοινωνία Αναζητά Σχέση και Αλήθεια

Ζούμε στιγμές που δεν είναι απλώς πολιτικές – είναι ψυχικές.

Στιγμές που δεν παράγονται από κόμματα, επικοινωνιολόγους ή τεχνικές, αλλά από κάτι πολύ βαθύτερο: την ανάγκη ενός λαού να συναντήσει έναν άνθρωπο που δεν τον κοροϊδεύει.

Η εικόνα της Μαρίας Καρυστιανού σήμερα στην Πάρο-να στέκεται όρθια μπροστά σε μια ουρά ανθρώπων που ήθελαν να της μιλήσουν, να την αγκαλιάσουν, να της πουν τον πόνο τους, τη μνήμη τους, τον φόβο τους, το παράπονό τους – δεν είναι απλώς συγκινητική.

Είναι πολιτικά αποκαλυπτική.

Γιατί δείχνει κάτι που κανένα κόμμα της Μεταπολίτευσης δεν τόλμησε να παραδεχτεί:

Ο ελληνικός λαός δεν χρειάζεται άλλους “ηγέτες”.

Χρειάζεται ανθρώπους.

Τι ζητούσαν οι άνθρωποι αυτοί από τη Μαρία;

Όχι έναν ρόλο, αλλά μια σχέση.

Οι άνθρωποι δεν πήγαν να “βγάλουν φωτογραφία με ένα πρόσωπο”.

Πήγαν να σταθούν απέναντι σε μια γυναίκα που κουβαλά την αλήθεια του πόνου της, και ακριβώς γι’ αυτό μπορεί να σηκώσει και τον δικό τους πόνο. Πήγαν να αγκαλιάσουν αυτό τον κοινό πόνο.

Αυτό που ζητούσαν δεν ήταν πολιτική υπόσχεση.

Ήταν επαφή.

Σε μια εποχή όπου η πολιτική έγινε θέαμα, οι θεσμοί έγιναν απρόσωποι, οι υπουργοί κυκλοφορούν με φρουρές και οι πρωθυπουργοί διαφεύγουν μέσα από τα χωράφια, οι «εκπρόσωποι του λαού» σπάνια συναντούν τον λαό,

η ουρά αυτή ήταν μια συμβολική αποκατάσταση της σχέσης των Πολιτών.

Μια επανασύνδεση που δεν μπορεί να φτιαχτεί με διαφήμιση,

ούτε να αγοραστεί με χορηγίες.

Χτίζεται μόνο όταν κάποιος στέκεται εκεί χωρίς φόβο, χωρίς ρόλο, χωρίς φίλτρο.

Η κοινωνία μας είναι πεινασμένη για γνησιότητα.

Στην πολιτική επικοινωνία μιλούν συχνά για “engagement”.

Σήμερα στην Πάρο είδαμε κάτι πολύ πιο σπάνιο. Την ανάδυση μιας συλλογικής ανάγκης για αλήθεια.

Γιατί οι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι μετά τα Τέμπη, μετά την ασέβεια, μετά το ψέμα, μετά την προσβολή της νοημοσύνης τους,

μετά την απόπειρα κουκουλώματος, η Μαρία δεν μιλά για λογαριασμό κάποιου. Δεν εκπροσωπεί συμφέροντα.

Δεν διεκδικεί ρόλο. Δεν κάνει καριέρα.

Εκπροσωπεί μόνο τη φωνή της συνείδησης.

Κι αυτό δεν μπορείς να το προσπεράσεις.

Η ουρά λοιπόν δεν ήταν “θαυμαστές”. Ήταν άνθρωποι που ήθελαν να ξαναπιάσουν το νήμα της αξιοπρέπειας.

Και η ίδια η Μαρία έμεινε εκεί. Ακίνητη. Παρούσα. Να αγκαλιάζει τους ανθρώπους.

Αυτό έχει τεράστια σημασία.

Πολλοί θα το προσπερνούσαν ως “ανθρώπινη ευγένεια”.

Όχι.

Η παρουσία της Καρυστιανού είχε πολιτική βαρύτητα.

Ένας άνθρωπος που έχει ζήσει ένα τέτοιο πένθος θα μπορούσε πολύ εύκολα να κλειστεί, να αποσυρθεί, να αρνηθεί την επαφή.

Εκείνη όμως στάθηκε. Για μια ακόμη φορά. Στάθηκε στη θέση όπου το κράτος έλειψε. Στη θέση όπου η πολιτική απέτυχε.

Στη θέση όπου το σύστημα εξακολουθεί να κωφεύει.

Κι αυτή η στάση, χωρίς να το επιδιώξει, την καθιστά σύμβολο μιας νέας μορφής δημόσιου προσώπου:

όχι του σωτήρα,

όχι του μεσσία,

όχι του τεχνοκράτη,

αλλά του φορέα σχέσης.

Και εν τέλει η ουρά δεν ήταν προς τη Μαρία.

Ήταν προς αυτό που εκπροσωπεί: το τέλος της απάθειας.

Οι άνθρωποι πήγαν εκεί για να συναντήσουν τον εαυτό τους.

Την ανάγκη τους να πιστέψουν ξανά.

Την ανάγκη τους να μην ντρέπονται για την ευαισθησία τους.

Την ανάγκη τους να σταματήσει η κοινωνία να λειτουργεί σαν παγωμένο κουφάρι.

Η ουρά της Πάρου ήταν ακόμη μια βαθιά ένδειξη ότι:

Το Ρήγμα των Τεμπών μετατρέπεται σε Ρήγμα Συλλογικής Αφύπνισης μιας κοινωνίας που δεν φοβάται, δεν ξεχνά και το -κυριότερο- δεν ξαναγυρίζει στον καναπέ.

https://www.facebook.com/100008926334444/videos/889316893493066?locale=el_GR

0:03 / 1

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

3 ημ. ·

ΤΑ ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΑ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΜΠΗ

Το ανολοκλήρωτο ’21, η ανολοκλήρωτη Εθνική Αντίσταση, το ανολοκλήρωτο Πολυτεχνείο, το ανολοκλήρωτο 2015.

Κάθε γενιά αφήνει πίσω της μια μισοτελειωμένη υπόσχεση, μια μισή επανάσταση, ένα μισό άλμα που δεν έγινε ποτέ.

Κι έτσι, από τα μισά του χθες φτάσαμε στη μισή Ελλάδα του σήμερα. Μια χώρα λειψή, κατακερματισμένη, μια κοινωνία που δεν ολοκλήρωσε ποτέ τη μετάβασή της προς την ανεξαρτησία και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Ένα συλλογικό σώμα με ανοιχτές ρωγμές. Ένα ανεπούλωτο ιστορικό τραύμα.

Και καθώς το Ρήγμα των Τεμπών ανοίγει εκ νέου μια ιστορική δυνατότητα ολοκλήρωσης, το ερώτημα είναι γιατί η Ελλάδα δεν ολοκληρώνει ποτέ;

Γιατί κάθε μεγάλη ιστορική στιγμή —1821, Αντίσταση, Πολυτεχνείο, 2011, 2015— μένει μετέωρη, σαν άλμα που πάγωσε στον αέρα;

Η απάντηση δεν είναι μία. Είναι ένα πλέγμα τριών δυνάμεων που επί δεκαετίες εμποδίζουν την ελληνική κοινωνία να ολοκληρώσει την πολιτική, κοινωνική και εθνική αυτονομία της.

1. Το Κομματοκρατικό Σύστημα ως Μηχανισμός Αναπαραγωγής του Ανολοκλήρωτου

Τα κόμματα στην Ελλάδα λειτουργούν περισσότερο ως μηχανισμοί διαχείρισης της εξάρτησης παρά ως εκφραστές λαϊκής κυριαρχίας. Αντί να επιτρέψουν τη συγκρότηση συλλογικού υποκειμένου, λειτουργούν όπως λειτουργεί συχνά ένας τοξικός γονέας: κρατούν το παιδί εξαρτημένο για να μην ενηλικιωθεί ποτέ.

Και αυτό βέβαια γιατί ένα ολοκληρωμένο πολιτικό υποκείμενο δεν χειραγωγείται, δεν φοβάται, δεν παίρνει «γραμμή».

Ένας ώριμος λαός δεν αγοράζει υποσχέσεις, δεν δέχεται ρουσφέτια, δεν σιωπά απέναντι στο έγκλημα.

Ένας ενηλικιωμένος πολίτης δεν χρειάζεται σωτήρες.

Έτσι, τα κόμματα έχουν κάθε συμφέρον να διατηρούν τον πολίτη σε κατάσταση εφηβικής εξάρτησης- οργισμένου αλλά ανήμπορου, αγανακτισμένου αλλά ακίνδυνου.

Γιατί αν ένα κίνημα αποκτήσει ιστορικό βάθος και κατεύθυνση,

το σύστημα παύει να είναι απαραίτητο.

2. Ο Ξένος Παράγοντας: Η Διαρκής Σκιά της Επιτροπείας

Από το 1821 έως τα μνημόνια, η Ελλάδα ζει υπό μια σταθερή δομή: εξάρτηση από ισχυρότερες δυνάμεις.

Σε πολιτικο-ψυχαναλυτικούς όρους, ο ξένος παράγοντας λειτουργεί ως υπερ-πατέρας: μια εξωτερική αυθεντία που παρουσιάζεται ως «σωτήρας», αλλά κρατά την κοινωνία σε διαρκή ανωριμότητα.

Κάθε φορά που το συλλογικό υποκείμενο πάει να συγκροτηθεί:

το 1821 οι ξένες δυνάμεις επιβάλλουν μονάρχη, στην Εθνική Αντίσταση οι ξένοι διαμορφώνουν το μεταπολεμικό καθεστώς, στο Πολυτεχνείο η μεταπολίτευση οργανώνεται υπό το βλέμμα της Δύσης, το 2015 το αποτέλεσμα μιας ιστορικής ψήφου ακυρώνεται σε 48 ώρες.

Ο ξένος παράγοντας δεν έχει πρόθεση να αφήσει την Ελλάδα να γίνει κυρίαρχη. Θέλει μια χώρα προβλέψιμη, πειθαρχημένη, χρήσιμη, όχι μια χώρα που παράγει αυτόνομο ιστορικό νόημα.

Έτσι, κάθε φορά που πάμε να ολοκληρώσουμε, παρεμβαίνει μια εξωτερική ισχύς που μας επαναφέρει στον ρόλο του ετεροκαθοριζόμενου λαού.

Και τότε το συλλογικό ασυνείδητο μαθαίνει: «αφού δεν αποφασίζουμε πραγματικά, καλύτερα να μη ρισκάρουμε». Εδώ γεννιέται ο καναπές.

3. Το Συλλογικό Τραύμα: Ο μαθημένος Φόβος της Ενηλικίωσης

Το τρίτο -και πιο βαθύ- εμπόδιο είναι ο ίδιος ο ψυχισμός της ελληνικής κοινωνίας. Ζούμε με μια διαγενεακή μνήμη προδοσιών,

ανολοκλήρωτων εξεγέρσεων, χαμένων ευκαιριών, ηγεσιών που κατέρρευσαν ή υποτάχθηκαν, εξωτερικών επιβολών και παρεμβάσεων.

Αυτό δημιουργεί τραύμα προσδοκίας:

μάθαμε να περιμένουμε ότι στο τέλος κάποιος θα μας ακυρώσει.

Κι έτσι, μόλις κάτι μεγάλο πάει να ξεκινήσει, ένα κομμάτι μέσα μας λέει: «Δεν έχει νόημα», «Θα μας προδώσουν», «Δεν αλλάζει τίποτα», «Έτσι είμαστε»

Αυτή η φράση «Δεν αλλάζει τίποτα» δεν είναι άποψη. Δεν είναι ρεαλισμός. Είναι σύμπτωμα τραύματος. Είναι η φωνή ενός λαού που φοβάται να ελπίσει για να μην ξαναπληγωθεί.

Τα ανολοκλήρωτα Πολυτεχνεία, δηλαδή, δεν είναι μόνο πολιτική κατάσταση. Είναι ψυχική συνθήκη. Το ανολοκλήρωτο δεν είναι ιστορικό γεγονός-είναι ψυχική κατάσταση. Και η Ελλάδα την κουβαλά εδώ και 200 χρόνια.

Μέσα σ' αυτή τη συνθήκη το Κίνημα των Τεμπών είναι επικίνδυνο για το σύστημα όχι επειδή είναι ριζοσπαστικό, αλλά γιατί είναι αυθεντικό.

Γιατί δεν υπακούει σε κόμματα, δεν ελέγχεται από ξένους, δεν φοβάται την αλήθεια, δεν ζητά «προστασία» αλλά δικαιοσύνη,

δεν αναπαράγει τον ρόλο του «θύματος» και κυρίως: θεραπεύει το τραύμα της αδράνειας.

Όταν μια κοινωνία, μετά από δεκαετίες νάρκωσης, αρχίζει ξανά να νιώθει, να πενθεί, να θυμώνει, να διεκδικεί, να στέκεται όρθια,

τότε το ανολοκλήρωτο "κινδυνεύει" επιτέλους να ολοκληρωθεί.

Αυτό φοβούνται.

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

3 ημ. ·

ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟ-ΜΟΜΦΗΣ

Πώς ο λόγος των ελίτ κατασκευάζει τον

“α ν ώ ρ ι μ ο π ο λ ί τ η / λ α ό"

Υπάρχει μια φράση που επανέρχεται σταθερά, από τον Κοραή μέχρι τα μνημόνια και τον Πάγκαλο έως και τις μέρες μας: «ο ελληνικός λαός δεν είναι ώριμος».

Άλλες φορές λέγεται ευθέως, άλλες φορές ντύνεται με πιο «ευγενικές» εκδοχές: «δεν έχουμε πολιτική παιδεία», «είμαστε συναισθηματικός λαός», «δεν θέλουμε αξιολόγηση», «μας αρέσει η χαλαρότητα», «είμαστε τεμπέληδες».

Από τον Θ. Πάγκαλο με το «όλοι μαζί τα φάγαμε», αυτή την εμβληματικότερη φράση της μνημονιακής περιόδου, τον Γιώργο Παπανδρέου του «Λεφτά υπάρχουν» που έλεγε σε διεθνή φόρα πως «Κυβερνώ έναν διεφθαρμένο λαό», τον Λουκά Παπαδήμο που υποστήριζε πως «Οι Έλληνες πρέπει να ωριμάσουν», τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη που έλεγε πως «Η χώρα χρειάζεται πειθαρχία», «Οι Έλληνες δεν έχουν κουλτούρα αξιολόγησης», «Η κοινωνία αντιστέκεται επειδή δεν καταλαβαίνει», «Ο λαός είναι συναισθηματικός, πρέπει να σκέφτεται ορθολογικά» ή διανοούμενους σαν τον Στέλιο Ράμφος που είχε την άποψη πως

«Ο Έλληνας δεν έχει αίσθηση ευθύνης», «Ο Έλληνας ζει στο συναίσθημα», «Είμαστε καθηλωμένοι στην παιδικότητα», «Δεν έχουμε ωριμάσει πολιτικά» ή δημοσιογράφους σαν τον Γιάννη Πρετεντέρη που εκτιμούσε πως «ο κόσμος δεν καταλαβαίνει»,

«ο λαϊκισμός φταίει», «ο Έλληνας βολεύεται», «οι διαμαρτυρίες είναι ανευθυνότητα» και τον Τάκη Θεοδωρόπουλο της Καθημερινής με τις συχνές αναφορές του σε «ψυχική καθυστέρηση του δημόσιου λόγου», «πρωτογονισμό της κοινωνίας», «ανωριμότητα του Έλληνα», μέχρι ηθοποιούς σαν τον Αντώνη Καφετζόπουλο που έλεγε πως «Ο Έλληνας είναι τεμπέλης», «Σιχάθηκα να ακούω τις ανοησίες του κόσμου», «Φταίμε όλοι, είμαστε άρρωστοι» και τον ψυχίατρο Γιωσαφάτ που όριζε τους Έλληνες ως «καθηλωμένους στο πρωκτικό στάδιο ανάπτυξης» και όσους όριζαν τα Μνημόνια ως ευλογία ή ξεστόμισαν το αδιανόητο για τα Τέμπη «Όλοι μαζί τους σκοτώσαμε», όλοι αυτοί διαχέουν στο ελληνικό συλλογικό μια δηλητηριώδη ενοχή.

Όλες αυτές οι φράσεις έχουν κάτι κοινό: δεν περιγράφουν απλώς μια κατάσταση, κατασκευάζουν ένα συλλογικό υποκείμενο. Φτιάχνουν, ξανά και ξανά, την εικόνα του Έλληνα ως ανώριμου παιδιού που χρειάζεται πατρική επιτήρηση και με τον τρόπο αυτό νομιμοποιούν/κανονικοποιούν τις χυδαιότερες συμπεριφορές των κυρίαρχων ελίτ. Γιατί "τέτοιοι που είμαστε αυτοί μας αξίζουν".

Ψυχοδυναμικά ή μάλλον ψυχοπολιτικά πρόκειται για την εδραίωση του «Επικριτικού Γονέα» ως δομή εξουσίας

Στη συναλλακτική ανάλυση του Eric Berne, ο ψυχικός μας κόσμος περιγράφεται με τρεις βασικές «θέσεις»: Γονέας (Προστατευτικός ή Επικριτικός), Ενήλικος, Παιδί (Ελεύθερο ή Υποτελές/Υποταγμένο)

Ο Επικριτικός Γονέας είναι η φωνή που κανοναρχεί, επιπλήττει,

κρίνει, επικρίνει, ηθικολογεί, ενοχοποιεί, ξέρει πάντα «τι είναι σωστό» και αντιμετωπίζει τον άλλον ως κατώτερο, ανώριμο ή ελλιπή.

Στις διαπροσωπικές σχέσεις, αυτό είναι ένας ρόλος. Όμως στην πολιτική, γίνεται μηχανισμός εξουσίας.

Όταν ένας πρωθυπουργός, ένας διανοούμενος, ένας διάσημος καλλιτέχνης, ένας «έγκριτος» δημοσιογράφος, μιλά για τον λαό σαν να τον μαλώνει, σαν να του εξηγεί «το μάθημά του», τότε δεν κάνει απλώς κριτική.

Μπαίνει στον ρόλο του Επικριτικού Γονέα έναντι ενός λαού-Παιδιού, δηλαδή νηπιοποιεί το συλλογικό σώμα.

Κι εκεί ξεκινά η ψυχοπολιτική παθολογία ή μάλλον η ψυχοπολιτική χειραγώγηση.

Και αυτή η ψυχοπολιτική χειραγώγηση είναι από τα πιο σταθερά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας, από τον ιστορικό «κηδεμόνα» έως τον σύγχρονο «εκσυγχρονιστή». Αν δούμε τη νεοελληνική ιστορία, το μοτίβο είναι σταθερό. Ο Κοραής ως διαφωτιστής μιλά για έναν λαό που πρέπει να «εκπολιτιστεί» και να γίνει "Γκρεκογάλλος". Οι Βαυαροί αντιμετωπίζουν τους Έλληνες ως ανώριμους για Σύνταγμα.

Οι ξένες δυνάμεις, σε όλη τη διάρκεια του 19ου και 20ού αιώνα, λειτουργούν ως «επιτηρητές». Στη μνημονιακή περίοδο, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αντιμετωπίζουν το ελληνικό κράτος σαν μαθητή υπό εξετάσεις.

Και βέβαια, οι εγχώριες ελίτ, αντί να αμφισβητήσουν αυτό το σχήμα, το εσωτερικεύουν. Και γίνονται οι ίδιες «ενδιάμεσοι γονείς» προς τον λαό που τον υποτιμούν και τον απαξιώνουν.

Ο λόγος αυτός δεν είναι ουδέτερος. Είναι λόγος αυτο-αποικιοποίησης. Ο ντόπιος «μορφωμένος» υιοθετεί το βλέμμα του ξένου επιτηρητή και το γυρίζει προς τα μέσα, πάνω στον λαό του.

Και κάπως έτσι κατασκευάζεται ο ανώριμος πολίτης. Ψυχαναλυτικά, ο άνθρωπος γίνεται αυτό που ακούει συνεχώς πως είναι. Όπως ένα παιδί που ακούει «δεν αξίζεις», «δεν ξέρεις»,

«είσαι άχρηστος», θα μάθει να ζει σαν μικρός και ανεπαρκής, ακόμη κι αν έχει ικανότητες, ανάλογα συμβαίνει σε συλλογικό επίπεδο. Όταν, επί δεκαετίες, ο λαός βομβαρδίζεται με μηνύματα ότι δεν είναι ώριμος για δημοκρατία, δεν είναι ικανός να κρίνει,

είναι εγωιστής, τεμπέλης, αμόρφωτος, είναι «λαϊκιστής» κάθε φορά που διαφωνεί, τότε γεννιέται μέσα του ένας εσωτερικός Επικριτικός Γονέας που λέει «Μην μιλάς, δεν ξέρεις. Κάτσε στον καναπέ. Οι άλλοι είναι πιο κατάλληλοι.»

Έτσι, ο άνθρωπος παύει να λειτουργεί ως Ενήλικος Πολίτης και μετατρέπεται σε Υποταγμένο νήπιο, αποσύρεται, δεν εμπιστεύεται τη φωνή του, νιώθει ότι «δεν έχει νόημα» να κάνει κάτι, βιώνει την πολιτική ως χώρο ενοχής, όχι ως χώρο ευθύνης.

Αυτό είναι η ψυχολογική βάση της απάθειας και του κυνισμού:

όχι ότι ο λαός «είναι αδιάφορος», αλλά ότι έχει μάθει να αμφισβητεί τη δική του αξία και δύναμη.

Αλλά το ξέρουμε πια αυτό. Αυτός είναι ο ρόλος της ελίτ: η επιβολή, όχι σχέση. Το ξέρουμε ότι οι ελίτ (πολιτικές, πολιτισμικές, τεχνοκρατικές) σπάνια μιλούν σε έναν λαό ως ισότιμο Ενήλικο. Γιατί επιδιώκουν πολύ συστηματικά, μεθοδικά και οργανωμένα να τον κρατήσουν για πάντα σε μια θέση ανεπαρκούς νηπίου.

Ο πολίτης δεν προσκαλείται να σκεφτεί. Καλείται να υπακούσει, να ενοχοποιηθεί ή να βολευτεί. Κι όταν αυτό γίνεται για χρόνια

οικοδομείται μια κουλτούρα πολιτικής ανωριμότητας, κανονικοποιείται η "αντιπροσώπευση" χωρίς πραγματική συμμετοχή και εν τέλει "παράγεται" ένας λαός που αισθάνεται ότι μιλά πάντα “απ’ έξω”.

Γιατί όλη αυτή η διαχεόμενη ψυχοπολιτική προπαγάνδα, αυτός ο αυτο-ενοχοποιητικός λόγος δεν πέφτει στο κενό. Αντίθετα, συναντάται με υπαρκτά ιστορικά τραύματα, ήττες, εμφύλιες συγκρούσεις, χρεοκοπίες, εξαρτήσεις από ξένες δυνάμεις, αποτυχίες θεσμών (Τέμπη, Μάτι, διαφθορά, ατιμωρησία) και συγκροτεί ένα νέο συλλογικό τραύμα αυτοϋποτίμησης και εθνικής μειονεξίας.

Ο πολίτης ζει μια διαρκή πραγματικότητα συνεχούς θεσμικής προδοσίας, και την ίδια στιγμή ακούει ότι ο ίδιος φταίει.

Αυτό δημιουργεί ένα σχίσμα: “Υποφέρω από πράγματα που δεν ελέγχω-κι όμως κατηγορούμαι ότι εγώ είμαι η αιτία.”

Οπότε, όταν το θύμα νιώθει ότι είναι και ο θύτης, η φυσική αντίδραση δεν είναι εξέγερση, αλλά η ντροπή, το μούδιασμα, η παραίτηση, η αυτοκαταστροφικότητα (εξαρτήσεις, τζόγος, κυνισμός, λάθος πολιτικές επιλογές).

Έτσι, ο λόγος των ελίτ που παριστάνουν τον «Επικριτικό Γονέα»

δεν παράγει ωριμότητα. Παράγει ψυχική κατάρρευση.

Και αυτό συμφέρει εξαιρετικά το σύστημα. Ο “ανώριμος πολίτης”, ο "ανώριμος λαός" συντηρεί και αναπαράγει το σύστημα που θα συνεχίσει να τον ορίζει ως “ανώριμο πολίτη”, ως "ανώριμο λαό" σ' ένα φαύλο καθοδικό σπιράλ επαναλαμβανόμενων τραυματισμών (trauma vortex).

Ένας πολίτης που πιστεύει ότι δεν ξέρει, δεν αξίζει, δεν μπορεί,

είναι ένας πολίτης εύχρηστος, ευάλωτος στην εξαπάτηση και στη χειραγώγηση των εξουσιαστών του. Είναι ένας πολίτης που δεν διεκδικεί, δεν οργανώνεται, δεν εμπιστεύεται τον διπλανό του για να κάνει κάτι μαζί. Στρέφεται εναντίον του εαυτού του ή των διπλανών του και όχι εναντίον των δομών που τον καταπιέζουν.

Ο «ανώριμος πολίτης» είναι ιδανικός για πελατειακά δίκτυα,

χειραγώγηση, life-style πολιτική, ψευδο-συμμετοχή (likes, τηλε-δημοκρατία, δημοσκοπική «έκφραση» χωρίς πραγματική δύναμη).

Άρα, η ρητορική του Επικριτικού Γονέα δεν είναι απλώς ψυχολογικό στυλ. Είναι εργαλείο διατήρησης της εξουσίας.

Ποια είναι άραγε η έξοδος απ' όλο αυτό;

Πως πάμε από το Παιδί στον Ενήλικο. Τον Ενήλικο ως άτομο και ως συλλογικό υποκείμενο.

Και τι σημαίνει αυτό πολιτικά;

1. Να αρχίσουμε να υποψιαζόμαστε τον λόγο που μας μειώνει.

Κάθε φορά που ακούμε: «εσείς φταίτε», «είστε ανώριμοι», «δεν ξέρετε τι θέλετε», αξίζει να ρωτάμε: Ποιον εξυπηρετεί αυτή η αφήγηση; Εμένα ή εκείνον που την λέει;

2. Να απομυθοποιήσουμε τον “επικριτικό πατέρα”. Ο διανοούμενος, ο καλλιτέχνης, ο πολιτικός που μιλά από τον ηθικό του θρόνο, χωρίς να αναλαμβάνει ο ίδιος ευθύνη, δεν είναι «καθοδηγητής». Είναι φορέας μιας παραδοσιακής εξουσίας που επιδιώκει να μας κρατά "μικρούς".

3. Να μεταφέρουμε την κουβέντα από την ενοχή στην ευθύνη.

Η ενοχή λέει: «είμαι σκάρτος». Η ευθύνη λέει: «τι μπορώ να κάνω εγώ, μαζί με τους άλλους;».

4. Να ξαναχτίσουμε σχέσεις, όχι “καθοδηγούμενα ποίμνια”.

Εκεί που η πολιτική γίνεται σχέση (κινήματα, συνελεύσεις, πραγματικές κοινότητες), ο άνθρωπος παύει να είναι παιδί που δέχεται επίπληξη και γίνεται πρόσωπο που συμμετέχει.

Τελικά, όσο οι ελίτ μιλούν σε έναν λαό σαν να είναι παιδί,

ο λαός θα ταλαντεύεται ανάμεσα στην εξάρτηση και στην έκρηξη.

Η θεραπεία αρχίζει όταν ο λόγος του “Επικριτικού Γονέα” αναγνωριστεί ως βίαιος, ο πολίτης πάψει να τον εσωτερικεύει ως αλήθεια και η συλλογικότητα αρχίσει να μιλά στον εαυτό της ισότιμα, σαν ενήλικος προς ενήλικο.

Ίσως τότε να γίνει αυτό που φοβάται κάθε εξουσία: Ο «ανώριμος πολίτης» να ανακαλύψει ότι ήταν ώριμος εδώ και πολύ καιρό-

απλώς κάποιος τον χρειαζόταν να νιώθει "κακομαθημένο παιδί" που πρέπει να τιμωρηθεί...και αυτό του "έκανε".

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

4 ημ. ·

Εισήγηση μου στην Επιστημονική Ημερίδα για το Πολλαπλό Μυέλωμα, με θέμα "ΦΡΟΝΤΊΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΦΡΟΝΤΙΣΤΕΣ"

Θερμές ευχαριστίες στην SCP - School of Certified Professionals και στο ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΜΥΕΛΩΜΑΤΟΣ για την πρόσκληση και την ευκαιρία.

0:03 / 16:34


Αντώνης Ανδρουλιδάκης

5 ημ. ·

κυκλοφορήσαμε!!!!!!!!!!!!

Εκδόσεις Νησίδες

5 ημ. ·

ΝΕΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ// Αντώνης Ανδρουλιδάκης, "Τι μας έχει συμβεί. Το συλλογικό ιστορικό τραύμα και η θεραπεία του."

Όπως γράφει στο επίμετρο του βιβλίου ο Θέμης Τζήμας:

«Το παρόν βιβλίο είναι ένα ανθρωπιστικό, επιστημονικό ή επιστημονικώς θεμελιωμένο, μανιφέστο δράσης. Ο λόγος σε πάρα πολλά σημεία θυμίζει Γκυ Ντεμπόρ της Κοινωνίας του θεάματος. Δεν θα βρει κανείς την αποστασιοποίηση του συγγραφέα (φαινομενική ή πραγματική) που υπάρχει σε πολλά επιστημονικά βιβλία. Θα δει έναν συγγραφέα-επαναστατημένο άνθρωπο, ο οποίος αγωνιά για τον μετασχηματισμό της πατρίδας του, του λαού του, των ανθρώπων και φυσικά του μοντέλου εξουσίας, χωρίς όμως να παραμελεί την επιστημονική θεμελίωση των όσων υπερασπίζεται. Θα δει, επίσης, ότι τα ζητήματα του πεδίου της έρευνάς του και της επιστήμης του βρίσκονται σε πρώτο πλάνο, χωρίς ωστόσο να προσφεύγει σε μια εύκολη ‘ψυχιατρικοποίηση’ των κοινωνικών και πολιτικών συμπεριφορών.»

O Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι αναπτυξιακός και κοινωνικός ψυχολόγος και συγγραφέας. Είναι διδάσκων Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και Ψυχολογίας της Οικογένειας στο University Neapolis Pafos. Είναι τακτικός αρθρογράφος στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, ενώ έχει συμμετάσχει σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, σε θέματα που αφορούν τόσο το ατομικό όσο και το συλλογικό ψυχικό Τραύμα. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο «Το Δώρο της Σχέσης» βραβεύτηκε από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών με το 1ο Βραβείο Ολοκληρωμένου Έργου για το 2024.

Θυμίζουμε ότι στις εκδόσεις μας κυκλοφορεί και η μελέτη του

"Το ελληνικό τραύμα. Κοινωνιο-ψυχολογικές όψεις της ελληνικής κρίσης".

.

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

5 ημ. ·

INFLUENCER STATE

H Α π ο ι κ ι ο κ ρ α τ ί α τ η ς Ψ υ χ α γ ω γ ί α ς

H διεθνής πολιτική δεν εμφανίζεται πάντα με τη μορφή του σκληρού εκβιασμού ή της στρατιωτικής ισχύος.

Εμφανίζεται και με χαμόγελα. Με selfie. Με glamour. Με ευχάριστη αφήγηση, που μοιάζει να λέει: «Είμαστε φίλοι. Είστε υπέροχοι. Και μαζί θα φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο.»

Η πρόσφατη επικοινωνιακή παρουσία της νέας Αμερικανίδας πρέσβειρας στην Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση αυτής της νέας σχολής «διπλωματίας της γοητείας». Με εμφανίσεις που θυμίζουν lifestyle συνέντευξη, με έντονο προφίλ στα social media, με δήθεν αυθορμητισμό και παιχνιδιάρικο τόνο, υιοθετεί ένα ύφος που δεν είναι τυχαίο ούτε ουδέτερο.

Είναι εργαλειακό. Είναι μεθοδικό. Και έχει στόχο:

να καλύψει με μια ενθουσιώδη, λαμπερή μεμβράνη την πραγματικότητα της ελληνικής εξάρτησης.

Η "λάμψη" είναι μέθοδος, είναι η μεταμφίεση της πολιτικής σε show. Στη σύγχρονη πολιτική επικοινωνία, η στρατηγική «κάνοντας διπλωματία με το χαμόγελο» αποτελεί ένα από τα πιο αποτελεσματικά μέσα αποσυμπίεσης της κριτικής σκέψης των πολιτών. Το θετικό συναίσθημα μειώνει την αντίσταση, η αίσθηση οικειότητας αποδυναμώνει την κριτική και η αφήγηση “φιλίας” διευκολύνει την αποδοχή των γεωπολιτικών τετελεσμένων.

Η πρέσβειρα δεν μίλησε μόνο για συμφωνίες. Μίλησε για «φιλοξενία», για «αγάπη», για «το σπίτι μου εδώ». Δημιούργησε δηλαδή ένα συναισθηματικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο όσα θα ακολουθήσουν παρουσιάζονται ως φυσικά, φιλικά, αναπόφευκτα.

Αλλά η πιο κρίσιμη διατύπωση στη συνέντευξη της ήταν:

«Η Ελλάδα ξεπερνά πάντα τις προσδοκίες μας.» Δηλαδή, η Ελλάδα ως “καλός μαθητής” και το γνωστό παραμύθι της αναγνώρισης

Ψυχοπολιτικά, πρόκειται για έναν πανίσχυρο μηχανισμό χειραγώγησης. Λέει στην Ελλάδα: «Είσαι σπουδαίος όταν μας εξυπηρετείς.» «Η αξία σου καθορίζεται από το πόσο πρόθυμα ευθυγραμμίζεσαι.» «Αν συνεχίσεις να είσαι υπάκουος, θα σε επαινούμε.»

Ανθρωπολογικά, αυτό θυμίζει τη σχέση γονέα–παιδιού, δηλαδή ενήλικου-νηπίου, όπου η επιβράβευση χρησιμοποιείται για να καλλιεργήσει εξάρτηση.

Διπλωματικά, αναπαράγεται το σχήμα: Η Ελλάδα ως προκεχωρημένο φυλάκιο, όχι ως ισότιμος εταίρος.

Η επίμονη χρήση αφηγήσεων για την οικογένεια, τη θρησκεία, την καταγωγή, την αγάπη για την ελληνική φιλοξενία, δημιουργεί ένα «μαξιλάρι οικειότητας». Αυτό μεταμφιέζει την πραγματική γεωπολιτική ατζέντα: στρατιωτικές βάσεις, ενέργεια, Ανατολική Μεσόγειος, αγορές όπλων, ευθυγράμμιση με αμερικανικά συμφέροντα. Η οικειότητα εδώ λειτουργεί ως εργαλείο αποπολιτικοποίησης

Η συναισθηματική συσκευασία μετατρέπει τις στρατηγικές απαιτήσεις της "αυτοκρατορίας" σε «δώρα», σε «τιμή», σε «αναγνώριση».

Συνεπώς, η λάμψη δεν είναι διακόσμηση. Είναι εργαλείο αποστράτευσης της κριτικής σκέψης.

Η νέα κουλτούρα της εξάρτησης λέει:

"χαμογελάστε, είστε οικόπεδο και αποικία!"

Και δυστυχώς, η πατρίδα μας βρίσκεται σε μια ιστορική στιγμή όπου η οικονομική κυριαρχία είναι περιορισμένη, η ενεργειακή εξάρτηση δομική, ο στρατηγικός ρόλος καθορίζεται από άλλους,

και η πολιτική της τάξη έχει μετατραπεί σε επιτελείο εφαρμογής εντολών. Και βέβαια, η διπλωματία της γοητείας έρχεται να «λουστράρει» αυτή την πραγματικότητα.

Η Ελλάδα καλείται να αποδεχθεί την εξάρτηση όχι ως τραύμα, αλλά ως κολακεία. Η αδυναμία παρουσιάζεται ως «στρατηγική ωριμότητα». Η παραχώρηση κυριαρχίας ως «διεθνής αναβάθμιση». Και αυτό είναι ίσως το πιο επικίνδυνο σημείο:

η εξάρτηση να βιώνεται ως προνόμιο, ως τιμή.

Αλλά γιατί άραγε η Διοίκηση Τραμπ επιλέγει για τη χώρα μας μια τέτοια στρατηγική “glamour diplomacy”, δηλαδή διπλωματία με λάμψη, entertainment, lifestyle, οικειότητα και προσωπική γοητεία;

Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία. Είναι σχεδιασμένη πάνω σε ακριβείς αδυναμίες και ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής τάξης.

1. Οι Αμερικανοί βλέπουν ότι η Ελλάδα είναι μια κοινωνία με υψηλή ανάγκη εξωτερικής αναγνώρισης.

Από την εποχή της Αντιβασιλείας και του «ανήκομεν εις την Δύσιν», η Ελλάδα έχει οικοδομήσει μια πολιτισμική αυτοεικόνα που εξαρτάται από το βλέμμα των ξένων. Μια χώρα που πάντα αναρωτιέται: «μας εκτιμούν;» «μας βλέπουν ως ισότιμους;» «πώς μας αξιολογεί η Δύση;»

Οι Αμερικανοί διπλωμάτες το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό:

αν θέλεις να κερδίσεις την Ελλάδα, δεν της υπόσχεσαι συμφέροντα-της προσφέρεις αναγνώριση. Και η “λαμπερή διπλωματία” προσφέρει ακριβώς αυτό: αίσθηση ότι είμαστε οι εκλεκτοί, οι αγαπημένοι, οι ξεχωριστοί.

2. Η ελληνική άρχουσα τάξη λειτουργεί εξαιρετικά μέσω προσωπολατρίας και σχέσεων “οικειότητας”. Οι Αμερικανοί γνωρίζουν κάτι που εδώ αποφεύγουμε να παραδεχτούμε: ότι στην Ελλάδα η πολιτική δομείται γύρω από πρόσωπα, όχι θεσμούς.

Άρα, μια πρέσβειρα που παίζει τον ρόλο του “λυγερού, μοντέρνου, glamorous προσώπου” είναι εξαιρετικά αποτελεσματική σε ένα πολιτικό σύστημα που δεν λειτουργεί ποτέ καθαρά θεσμικά, αλλά κυρίως μέσω “ποιον ξέρουμε, ποιος μας συμπαθεί, ποιος μας χαμογελάει”.

Αλλά, γιατί σήμερα; Γιατί τώρα; Γιατί τόσο έντονα;

Διότι η Ελλάδα έχει γίνει -ειδικά από το 2019 και μετά -πλήρως στρατηγικός κόμβος: Σούδα, Αλεξανδρούπολη, EastMed στρατιωτική γεωγραφία, ανταγωνισμός με Τουρκία, ρόλος στην Ουκρανία, ενεργειακοί διάδρομοι, βάσεις drone και μεταφορών,

αποθήκη νατοϊκού υλικού.

Οι ΗΠΑ χρειάζονται: σταθερότητα, ευθυγράμμιση, ηρεμία του ελληνικού πληθυσμού, μια κυβέρνηση πρόθυμη και μια

κοινωνία χωρίς αντιδράσεις. Για να το πετύχουν αυτό επέλεξαν όχι τον φόβο αλλά τη γοητεία, όχι την πίεση αλλά την ψευδαίσθηση οικειότητας, όχι την επιβολή αλλά το “σε αγαπάμε”.

Η πρέσβειρα δεν είναι διπλωματικό "ατύχημα". Είναι συνειδητή επιλογή, μια μορφή “influencer diplomacy”, που χρησιμοποιείται ήδη στην Ανατολική Ευρώπη, στη Βαλτική και στην Λατινική Αμερική.

Πρόκειται για μια υβριδική πολιτική, που συνδυάζει lifestyle,

star quality, συναισθηματισμό, ισχυρή ιδεολογική γραμμή και

πίεση με χαμόγελο.

Η Ελλάδα επιλέχθηκε για αυτή τη μέθοδο επειδή είναι χώρα που διψά για διεθνή αναγνώριση, έχει πολιτική τάξη εξαιρετικά εξαρτημένη και ευάλωτη στη γοητεία, έχει κοινό που βλέπει την πολιτική σαν reality, έχει κουραστεί από το “τεχνοκρατικό μαστίγιο” των μνημονίων και είναι ευάλωτη στο “ευχάριστο χάδι”.

Το κρίσιμο συμπέρασμα.

Η διπλωματία της λάμψης δεν είναι “χαριτωμένη.” Είναι σκεπασμένη επιβολή. Είναι ψυχολογική αποικιοποίηση. Είναι μια νέα μορφή εξάρτησης που δεν φαίνεται ως εξάρτηση. Είναι η αποπολιτικοποίηση δια της γοητείας. Είναι η Αποικιοκρατία της Ψυχαγωγίας που επιχειρεί να καταστήσει την πατρίδα μας Ιnfluencer State.

Αντώνης Ανδρουλιδάκης

6 ημ. ·

Την Zinovia Sapouna την αγαπάω, όχι μόνο γιατι έχει το όνομα της μητέρας μου-στοιχείο αναντίρρητης φροϋδικής σημασίας 🙂- αλλά και γιατί έχει έναν τρυφερό τρόπο να "ρωτά", έτσι που σου δίνει την ελευθερία να "είσαι".

Και κάπως έτσι νομίζω μπόρεσα να πω στο podcast αυτό όσα ανά καιρούς "σκέφτομαι και γράφω".

Σ' ευχαριστώ γι' αυτό Ζηνοβία.

https://zinovias.substack.com/p/22e?utm_source=share...

 

 

zinovias.substack.com

Η τρυφερότητα απέναντι στο ατομικό και συλλογικό τραύμα

 

 

Ετικέτες: