20 Αυγούστου, 2025

Χωριά γαντζωμένα στις πλαγιές, που έμειναν χωρίς νέους και παιδιά. Μένουν μόνο οι μισοσβημένες πινακίδες «Δημοτικό Σχολείο».
Στις καλές ημέρες της Ελλάδας, η χώρα ήταν γεμάτη ζωή παντού, όχι μόνο στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Εκεί που υπήρχε παραγωγή.
Όχι «ανάπτυξη» σε κάλπικα νούμερα και διαγράμματα. Παραγωγή πραγματική, από χώμα.
Κάποτε εκεί γεννιόταν ζωή — τώρα τα βλέπουμε στις διακοπές. Κι αν δεν υπάρχει πια αγώνας να κρατηθούν αυτά τα μέρη ζωντανά, τότε πολύ απλά δεν υπάρχει Ελλάδα.
Μόνο μια ψευτοεκδοχή της, με Airbnb, μαγαζάκια για τουρίστες, και ελπίδα σε ψηφιακούς νομάδες μπας και γεμίσει το χωριό τον Αύγουστο.
Αν έστω μία κυβέρνηση ενδιαφερόταν πραγματικά, εκεί θα έπρεπε να εστιάσει: στην επαρχία. Εκεί που μπορεί να σταθεί στα πόδια του αυτός ο τόπος.
Αντί να πετάνε λεφτά, να φέρουν με ουσιαστικά κίνητρα εταιρείες για να ζωντανέψει η περιφέρεια.
Όχι μόνο στην Κοζάνη για ΑΠΕ ή στην Αλεξανδρούπολη για LNG, αλλά και σε μικρές πόλεις, σε χωριά. Όπου μπορεί να στηθεί παραγωγή, να ξανανοίξει ένα τυροκομείο, ένα εργαστήριο, μια μονάδα. Να γίνει η επαρχία ένα νέο κέντρο παραγωγής, όχι μόνο τουριστικός προορισμός.
Θες πραγματική ανάπτυξη; Φτιάξε υποδομές στην επαρχία. Δρόμους, ίντερνετ, σχολεία, γιατρούς, να μπορεί να μείνει εκεί ένας νέος άνθρωπος με την οικογένειά του. Να νιώσει πως έχει προοπτική και όχι ότι είναι εξορία. Να ξέρει πως αν γυρίσει στο χωριό του, δεν θα σπαταλήσει τη ζωή του, αλλά μπορεί να την ξαναχτίσει.
Να δώσεις κίνητρα στους αγρότες. Όχι άλλες επιδοτήσεις που πάνε σε μεσάζοντες και φίλους, αλλά πραγματική ενίσχυση. Να νιώσει ο πολίτης περήφανος που παράγει, όχι ντροπιασμένος επειδή δεν δουλεύει “σε γραφείο με air condition.
Αλλά ποιος νοιάζεται πραγματικά; Οι πολιτικοί έχουν ξεχάσει την επαρχία.
Τη θυμούνται κάθε τέσσερα χρόνια, πριν τις εκλογές, με καμιά φωτογραφία σε τρακτέρ και στάνες.
Η αλήθεια είναι μία: αν δεν αρχίσουμε να παράγωγουμε για τις εγχώριες ανάγκες μας και δεν ζωντανέψει ξανά η επαρχία, δη χώρα δεν θα δει πάλι στέρεα ευημερία.
Θα χαρούμε όταν ξαναδούμε παιδιά να παίζουν σε αυλές στα χωριά, όταν ξαναγεμίσει η πλατεία φωνές, όταν τα προϊόντα μας φύγουν από τα χέρια του παραγωγού και φθάσει στα χέρια του πολίτη τη χώρας.
(Από ΚΑΡΔΙΤΣΑ ΣΤΑ ΑΚΡΑ)
-----
Η κυβέρνηση, με το στόμα γεμάτο από τη φθαρμένη λέξη «ανάπτυξη», αποφασίζει το κλείσιμο 38 σχολείων στην Ήπειρο, λες και η ανάπτυξη μετριέται με κλειδωμένες αίθουσες και με τη σιωπή παιδικών φωνών. Στην πραγματικότητα, αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν «εκσυγχρονισμό» δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια κυνική τεχνολογία της εξαφάνισης: εξαφάνιση κοινοτήτων, εξαφάνιση κοινωνικών δεσμών, εξαφάνιση του ίδιου του μέλλοντος. Οι υπεύθυνοι του κράτους γνωρίζουν πολύ καλά ότι η παιδεία δεν είναι απλώς μετάδοση γνώσης, αλλά παραγωγή υποκειμένων, παραγωγή ιστορίας. Κι όμως, στο όνομα της «ορθολογικής διαχείρισης πόρων», σβήνουν από τον χάρτη ολόκληρα χωριά, καθιστώντας τα «άχρηστες μεταβλητές» στο φύλλο excel της γραφειοκρατικής λογιστικής.
Η ειρωνεία είναι βαθύτερη: το ίδιο κράτος που υπόσχεται «ισόρροπη ανάπτυξη» και «στήριξη της περιφέρειας» είναι εκείνο που μεθοδικά ξηλώνει την τελευταία εστία ζωής της υπαίθρου. Μας μιλούν για «δημογραφικό πρόβλημα», λες και οι άνθρωποι είναι φυσικό φαινόμενο, μια βροχή που δεν έπεσε ή μια καταιγίδα που δεν ήρθε. Κανείς τους δεν παραδέχεται ότι η ίδια η πολιτική τους —οι ελαστικές εργασίες, οι ανύπαρκτες υποδομές υγείας, η εγκατάλειψη της γης— γεννά τη φυγή, την ερήμωση, την υπογεννητικότητα. Το δημογραφικό, λοιπόν, δεν είναι μοίρα αλλά το προϊόν της κρατικής αδιαφορίας και της καπιταλιστικής «εξορθολογισμένης» βαρβαρότητας.
Στην Ήπειρο, το κλείσιμο των σχολείων μεταφράζεται σε ένα είδος «αναπτυξιακού θανάτου». Γιατί εκεί όπου το σχολείο παύει, παύει και το χωριό. Και όπου το χωριό σβήνει, παραμένει μόνο το τοπίο ως τουριστικό προϊόν για διαφημιστικά φυλλάδια. Εδώ έγκειται η πιο σκοτεινή ειρωνεία: η ανάπτυξη που επικαλούνται δεν είναι για τους κατοίκους, αλλά για τις αγορές. Δεν είναι για τα παιδιά, αλλά για τις επενδυτικές εταιρείες που θα έρθουν να «αξιοποιήσουν» μια γη που θα ’χει αδειάσει από ανθρώπους. Το «άδειο σχολείο» γίνεται έτσι το μνημείο της νέας εθνικής στρατηγικής: ανάπτυξη χωρίς πολίτες, πατρίδα χωρίς κοινότητες.
Η ρητορική της κυβέρνησης λειτουργεί ως θεατρική σκηνοθεσία: από το βήμα υπόσχονται αναζωογόνηση της υπαίθρου, και την ίδια στιγμή, με τις αποφάσεις τους, προετοιμάζουν την πλήρη αποικιοποίησή της. Ο «εκσυγχρονισμός» τους είναι ένας λόγος αδειανός, όπου η ζωή αντικαθίσταται από στατιστικές, κι ο άνθρωπος από δείκτες ανταγωνιστικότητας. Η ίδια η γλώσσα τους είναι τοξική: «συγχώνευση σχολικών μονάδων» σημαίνει εκκαθάριση, «αποτελεσματικότητα» σημαίνει διάλυση, «επενδυτικό ενδιαφέρον» σημαίνει έρημος.
Όμως, όσο πιο ψυχρά εκφέρονται αυτές οι λέξεις, τόσο πιο καθαρά αποκαλύπτουν την αλήθεια: ότι η πολιτική αυτή δεν είναι λάθος, αλλά ακριβώς το σχέδιο. Το κράτος δεν ενδιαφέρεται να κρατήσει ζωντανά τα χωριά. Ενδιαφέρεται να τα εξαφανίσει ώστε να μπορεί να τα διαχειρίζεται ως άδειο τοπίο. Στην πραγματικότητα, η «ανάπτυξη» που προβάλλεται δεν είναι τίποτε άλλο παρά η τέχνη του θανάτου: θανάτου των σχολείων, θανάτου των κοινοτήτων, θανάτου της μνήμης.
Και κάπως έτσι, η κυβέρνηση που επικαλείται την ανάπτυξη θα μείνει στην Ιστορία όχι ως φορέας εκσυγχρονισμού, αλλά ως η διοίκηση που κατέστησε την ερήμωση επίσημη πολιτική. Η μόνη ανάπτυξη που επιτυγχάνουν είναι η ανάπτυξη της σιωπής. Σιωπής στις άδειες αίθουσες, σιωπής στις ερημωμένες πλατείες, σιωπής στα μάτια εκείνων που βλέπουν τον τόπο τους να πεθαίνει, ενώ η εξουσία τους κηρύσσει το ευαγγέλιο του «φωτεινού μέλλοντος».
-----


