ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








Βίκτωρ Ουγκώ: Ο σπουδαίος Γάλλος συγγραφέας και φιλέλληνας

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Σάββατο 1 Ιουλίου 2017 0 comments
54
Ο φημισμένος Γάλλος συγγραφέας και διανοούμενος περιέγραψε στα έργα του την παρακμή μιας εποχής που στέναζε κάτω από τα δεσμά μιας ξεπερασμένης εξουσίας, στέλνοντας ένα οικουμενικό και διαχρονικό μήνυμα
Τον σπουδαίο Γάλλο μυθιστοριογράφο, ποιητή και δραματουργό Βίκτωρ Ουγκώ τιμά η Google στο σημερινό Doodle.
Το όνομα του κορυφαίου εκπροσώπου του γαλλικού Ρομαντισμού συνδέεται με τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά και κάθε μορφής αγώνα καταπιεσμένων λαών, γινόμενος υπέρμαχος της κοινωνικής αλλαγής, της Δικαιοσύνης και της ισότητας.
Το σκίτσο της Google περιγράφει μερικά από τα πιο γνωστά έργα του Ουγκώ, όπως η “Παναγία των Παρισίων” (Notre Dame de Paris, 1831), οι “Άθλιοι” (Les Miserables, 1862) και τη συλλογή ποιημάτων “Les Contemplations” (1856).
Ο Βίκτωρ Ουγκώ από τα εφηβικά του κιόλας χρόνια είχε αντιληφθεί το λογοτεχνικό του ταλέντο και ξεκίνησε τις μεταφράσεις έργων από τα λατινικά καθώς και δικές του πρωτότυπες ποιητικές εργασίες.
Η αξία του αναγνωρίστηκε σύντομα μέσα στο γαλλικό ακαδημαϊκό κύκλο αλλά και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με την πολιτική μεταλλασσόμενος βαθμιαία από φιλομοναρχικό συντηρητικό σε ριζοσπάστη δημοκρατικό. Την τελευταία περίοδο της ζωής του γνώρισε τη λατρεία του γαλλικού έθνους, ταυτιζόμενος με την ίδια τη Γαλλία, όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του με τίτλο “Lettre à une femme” (Γράμμα σε μία γυναίκα): «Δε γνωρίζω πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς».
Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν του Νομού Φρανς-Κοντέ (Franche-Comté) της ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιος του Ιωσήφ Ουγκώ και της Σοφί Τρεμπισέ. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το 1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.
Ως αποτέλεσμα της ασυμφωνίας πεποιθήσεων του ζεύγους Ουγκώ ήρθε το 1803 ο σύντομος χωρισμός του και η μετακίνηση της Σοφί και των παιδιών στο Παρίσι. Το 1807 η οικογένεια επανενώθηκε για δύο χρόνια με την απόφαση της Σοφί να μεταβεί στην Ιταλία, όπου ο σύζυγός της υπηρετούσε ως κυβερνήτης επαρχίας. Το 1809 φεύγουν πάλι και παραμένουν για δύο χρόνια στην κωμόπολη Φεγιαντίν (Feuillantines). Όμως η πτώση του Ναπολέοντα στέρησε την οικογένεια Ουγκώ από την άνετη και πλούσια ζωή. Ο πατέρας, που είχε φτάσει τον βαθμό του κόμητος, τέθηκε υπό περιορισμό στο Μπλουά και του περιόρισαν το εισόδημα μόλις σε 40 λίρες το χρόνο. Η οριστική διάσταση των γονιών του Βίκτωρα φτάνει το 1813, οπότε και εγκαθίστανται με τη μητέρα του οριστικά στο Παρίσι, όπου μόλις που τα έβγαζαν πέρα με τα λίγα χρήματα που είχαν. Ο Βίκτωρ Ουγκώ διέμεινε από το 1815 έως το 1818 στο οικοτροφείο Pension Cordier ενώ παρακολουθούσε μαθήματα στο περίφημο Κολέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου (Collège Louis-le Grand).
Από πολύ νωρίς ξεκίνησε να γράφει ποιήματα και να μεταφράζει κλασσικούς Λατίνους ποιητές όπως ο Βιργίλιος. Η πρώιμη φιλοδοξία του τον έσπρωξε να γράψει σε ηλικία μόλις 14 ετών σε μία εφημερίδα της εποχής: «Je veux être Chateaubriand ou rien» (Επιθυμώ να γίνω ή Σατωβριάνδος ή τίποτα). Στα 1817 βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία για κάποιο ποίημά του και το 1819 βραβεύτηκε από τα Ανθεστήρια της Τουλούζης (Académie des Jeux floraux de Toulouse). Ο Σατωβριάνδος αποκάλεσε τον Ουγκώ «εξαιρετική φυσιογνωμία», προφητεύοντας έτσι το μεγάλο μέλλον του νεαρού συγγραφέα. Αυτά τα γεγονότα έπεισαν τον πατέρα του να τον αφήσει να αφιερωθεί στη λογοτεχνία παρά τα σχέδιά του να φοιτήσει ο γιος του στην Πολυτεχνική Σχολή. Λίγο καιρό αργότερα θα εγκαταλείψει και τις σπουδές του στη Νομική Σχολή. Άλλωστε τα βραβεία ποιήσεως που κέρδισε, του έδωσαν θάρρος να συνεχίσει.
Αν και επί ένα έτος ήταν αναγκασμένος να μένει σε μία σοφίτα επί της οδού Ντι Ντραγκόν, παρέα με ποντίκια, έγραφε ωστόσο με μεγάλη επιμέλεια, επιμονή και αυτοπεποίθηση, αρετές που δεν του έλειψαν ποτέ στη ζωή του.
Ο Ουγκώ επαλήθευσε την πρόβλεψη του Σατωβριάνδου και έγινε μία από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές φυσιογνωμίες της Γαλλίας. Θεωρείται ένας από τους ηγέτες της ρομαντικής κίνησης στη γαλλική λογοτεχνία καθώς επίσης και ένας από τους πλέον παραγωγικούς και πολύπλευρους συγγραφείς της. Αν και εκτός Γαλλίας είναι γνωστός κυρίως για τα μυθιστορήματα «Η Παναγία των Παρισίων» και «Οι Άθλιοι», στη χώρα του διακρίνεται πρώτιστα για τη συνεισφορά του ως ρομαντικός ποιητής.
Ο στίχος του Ουγκώ έχει συγκριθεί με τα έργα του Σαίξπηρ, του Δάντη και του Ομήρου και έχει επηρεάσει διαμετρικά αντίθετους ποιητές όπως ο Κάρολος Μπωντλαίρ, ο Άλφρεντ Λορντ Τέννυσον και ο Ουόλτ Ουίτμαν. Η τεχνική δεξιοτεχνία του Ουγκώ, ο υφολογικός πειραματισμός, η ραγδαία κλιμάκωση των συναισθημάτων, η ποικιλία και η καθολικότητα των θεμάτων του όχι μόνο τον καθιέρωσαν ως ηγέτη της γαλλικής ρομαντικής σχολής αλλά και ως προπομπό της σύγχρονης ποίησης.
Ο Ουγκώ έφερε μια νέα αίσθηση της ομορφιάς των λέξεων, επέκτεινε τους λυρικούς πόρους του γαλλικού στίχου και ενδυνάμωσε τον αλεξανδρινό στίχο με εντυπωσιακά μετρικά διασκελίσματα και τοποθετήσεις της τομής του στίχου. Η παραγωγή του ήταν απέραντη και η ποικιλομορφία της ακόμα καταπλήσσει. Ακόμα έσπασε την παράδοση, όπου η ποιητική γλώσσα θεωρούνταν ως μια εξειδικευμένη μορφή γλώσσας μεταξύ των διάφορων άλλων τεχνικών γλωσσών. Η ποίηση ήταν, για αυτόν, τόσο ελεύθερη και κυρίαρχη όσο οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Πέθανε στις 22 Μαΐου 1885 σε ηλικία 83 ετών έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε εθνικό πένθος και μία νύχτα η σορός του έμεινε με τιμητική φρουρά κάτω από την Αψίδα του Θριάμβου, ταιριαστή τιμή στον μεγάλο άνδρα των Γαλλικών Γραμμάτων. Την ημέρα της κηδείας του (1η Ιουνίου) περίπου 2.000.000 άνθρωποι συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου στο Πάνθεον, το οποίο ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.

Η σχέση του με την Ελλάδα

Ο Βίκτωρ Ουγκώ υπήρξε από τους πλέον όψιμους Ευρωπαίους διανοούμενους, που έλαβαν φιλελληνική στάση. Παρότι, όμως, εισέρχεται αργά στον κύκλο των φιλελλήνων παραμένει ο συνεπέστερος των υποστηρικτών του νεότευκτου ελληνικού κράτους.
Οι πρώτες του ποιητικές αναφορές σχετικά με τον αγώνα των Ελλήνων εμφανίζονται το 1826 με τη δημοσίευση στο γαλλικό Τύπο του ποιήματος «Τα Κεφάλια του Σαραγιού» (Les têtes du serail), εμπνευσμένου από την Έξοδο του Μεσολογγίου, όπου εμφανίζονται μεταξύ των 6000 κεφαλών, που είχαν αποσταλεί στο σαράγι να συνομιλούν μεταξύ τους τα τρία κεφάλια του Μάρκου Μπότσαρη, του Επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ και του Κωνσταντίνου Κανάρη. Το 1827 συνθέτει τα ποιήματα Ναβαρίνο (Navarin) και Ενθουσιασμός (Enthousiasme) και την επόμενη χρονιά τα Κανάρης (Canaris), Λαζάρα (Lazzara) καθώς και το περίφημο Ελληνόπουλο (L’ enfant). Όλα τα παραπάνω ποιήματα περιελήφθησαν στη συλλογή «Τα Ανατολίτικα».
Στα 1829 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών Αδαμάντιος Κοραής δηλώνει την αντίθεσή του προς το ρομαντικό κίνημα, του οποίου αρχηγέτης είναι ο Ουγκώ. Παρά ταύτα στην Αθήνα τα μέλη του λογοτεχνικού ρεύματος της Αθηναϊκής Σχολής στρέφονται προς το ρομαντισμό. Ο Νικόλαος Σούτσος είναι ο πρώτος που μεταφράζει ποιήματα του Ουγκώ στα 1842.
Κατά τη δεκαετία του 1850 πραγματοποιούνται αρκετές μεταφράσεις θεατρικών έργων του στην ελληνική αρχής γενομένης με το Angelo, tyran de Padoue, και μέσω αυτών καθίσταται γνωστός στο ελληνικό κοινό κυρίως ως δραματικός συγγραφέας. Στα 1862 έρχεται η μετάφραση των Αθλίων από τον Ιωάννη Ισιδωρίδη – Σκυλίτση σχεδόν αμέσως μετά την κυκλοφορία τους στα γαλλικά. Το μυθιστόρημα ενθουσίασε τους Έλληνες αναγνώστες και επηρέασε πολλούς εγχώριους λογοτέχνες.
Το ενδιαφέρον του Ουγκώ για την ελεύθερη πλέον Ελλάδα φάνηκε ιδιαίτερα σε σχέση με το κρητικό ζήτημα. Το διάστημα της Κρητικής Επανάστασης του 1866 – 1869 δημοσιεύει τρεις επιστολές υπέρ των Κρητών στον ευρωπαϊκό Τύπο το Δεκέμβριο του 1866, το Φεβρουάριο του 1867 και το Φεβρουάριο του 1869, παρά το γενικότερο αρνητικό για τα ελληνικά ζητήματα κλίμα της εποχής. Εκτός της συμπαράστασης προς τους Κρήτες έδειξε ενδιαφέρον και για την αρπαγή των μαρμάρων του Παρθενώνα κατηγορώντας τον Έλγιν για αυτή του την πράξη, στη βάση της αντίληψής του ότι η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού δεν πρέπει να γίνεται κτήμα ενός άλλου.
Ο θάνατός του, τέλος, είχε μεγάλο αντίκτυπο στην Ελλάδα και στο σύνολό του σχεδόν ο ελληνικός Τύπος κάλυψε το γεγονός της απώλειας του διακεκριμένου φιλέλληνα συγγραφέα. Μάλιστα πραγματοποιήθηκαν τελετές προκειμένου να τιμηθεί ο νεκρός αντίστοιχες με αυτές, που έλαβαν χώρα στη Γαλλία.
http://diogenis-press.gr/?p=78273
Ετικέτες: