ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΑΡΟΧΘΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΣΥΘΑ ΞΥΛΟΚΑΣΤΡΟΥ

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017 0 comments
  ΕΝΑ  ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ  ΑΦΗΓΗΜΑ  ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ, ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ   ΚΑΙ  ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ   ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗΣ

     Ευκαιριακά και πρόχειρα, με πλήρη εφαρμογή του «βλέποντας και κάνοντας» το δημοτικό συμβούλιο Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης, αποφάσισε την προσθήκη δύο νέων γηπέδων στην παρόχθια περιοχή του Σύθα. 
     Σ΄ αυτή την μερικώς διαμορφωμένη περιοχή μπορούν να  γίνουν πολλά, αλλά με σκέψη και σχέδιο. Όχι με την επαρχιώτικη αγοραία αντίληψη: βρήκαμε ένα αδιαμόρφωτο χώρο και εκεί μπορούμε να στήσουμε οτιδήποτε και στην περίπτωσή μας να προσθέσουμε και άλλα γήπεδα.
     Με συνείδηση γνώσης των πολλών διαπλαστικών παραγόντων ενός άλλου σχεδίου για τον Σύθα πρέπει εμπεριστατωμένα και με επιστημονική κάλυψη να προτείνουμε την απόρριψη υλοποίησης της πρότασης του δήμου. Προτάθηκε η ένταξή των δύο ακόμα γηπέδων στο πρόγραμμα «αειφόρος ανάπτυξη», στον άξονα προτεραιότητας «ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΤΙΚΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΡΩΝ». Αλλά μ΄ αυτή την πρόταση ούτε για αειφόρο ανάπτυξη μπορούμε να μιλάμε, ούτε για προστασία του περιβάλλοντος, και πολύ περισσότερο για αποδοτική χρήση πόρων. Χρησιμοποιούν έναν τίτλο με βαρύνουσα σημασία για την δημοτική  ελαφρότητα. Η πρότασή τους έχει να κάνει με άγνοια της φυσιογνωμίας και ταυτότητας του Ξυλοκάστρου. Όπως και των βασικών σταθερών προγραμματισμού.
     Αυτοδιοικητικοί μηχανισμοί χωρίς έστω υποτυπώδη παιδεία διαχείρισης των δημόσιων πραγμάτων υποβαθμίζουν την πόλη. Η πρότασή τους είναι εκποίηση ενός στρατηγικού πλεονεκτήματος, μιας παρόχθιας περιοχής, με τεχνικά έργα που αποστασιοποιούνται από φυσικές συνθήκες περιβάλλοντος και τοπικής κοινωνικής συγκρότησης.

           ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΗΣ ΑΥΤΟΠΡΑΞΙΑΣ  ΚΑΙ          ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΝΟΣ ΕΡΓΟΥ
     Από την απόφαση προγραμματισμού ενός τοπικού έργου μέχρι και την υλοποίησή του συναντώνται διαλεκτικά τρείς λειτουργικές συνιστώσες: 1) η τοπική πολιτική εξουσία, 2) οι τεχνοκράτες-επιστήμονες- σχεδιαστική ομάδα και 3) η κοινωνία πολιτών. Αν αυτές οι τρείς συνιστώσες λειτουργούν ανεξάρτητα και δεν έρχονται σε μία συνομιλία, δεν φθάνουμε σε μία γόνιμη αποτελεσματικότητα. Τότε εκφράζεται ο αυταρχισμός σε όλες τις μορφές του, η απολυτότητα του τεχνοκρατισμού ή ο λαϊκισμός. Μόνο αν υπάρχει μία ολοκληρωμένη μεθοδολογική αντίληψη του σχεδιασμού, κάθε αλλαγή είναι δημιουργία, έχει την συναίνεση της κοινωνίας.
     Όμως, στην συγκεκριμένη περίπτωση, καμία συζήτηση δεν έγινε πέραν αυτής στο Δ. Σ. (αν και εκεί ουσιωδώς απείχε από τέτοιο χαρακτηρισμό). Έχουν την σιγουριά ότι η απόλυτη πλειοψηφία αρκεί για οποιαδήποτε απόφαση.
    Εισηγήσεις χωρίς επιστημονικά υπόβαθρα, χωρίς  παιδεία πόλης. Είπαν από τα μικρόφωνα του δημοτικού συμβουλίου ότι δεν χρειάζονται διαβουλεύσεις, αλλά αρνήθηκαν και κάποιου άλλου τύπου δημόσια συζήτηση. Αποδεδειγμένα στο δημοτικό συμβούλιο δεν υπάρχει η προϋπόθεση συζήτησης που να αποδίδει ένα ποιοτικό πρόγραμμα. Είχε προηγηθεί η εξαγγελία των γηπέδων από πρώην δήμαρχο κατά την διάρκεια βράβευσής του σε αγώνες μπήτς βόλεϋ το καλοκαίρι και το δημοτικό συμβούλιο εκ των υστέρων την επικύρωσε. Αυτό προσκυρώνεται ως αρνητικός συντελεστής στο θεσμικό κύρος.

                                      Ο ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ 
      Ο δήμαρχος όταν πρότεινε τα γήπεδα είπε ότι μπήτς βόλεϋ παίζουν στην Βραζιλία. Εδώ έχουμε μια εκδοχή επαρχιωτισμού: θαυμάζω, εισάγω, μιμούμαι με την ψευδαίσθηση ότι μετέχω σε ένα γεγονός ανώτερου επιπέδου κοινωνικού και αθλητικού κύρους.
     Οι εκδηλώσεις που αφήνουν υπονοούμενα για τον λόγο τέλεσής τους, οι βραβεύσεις παραγόντων, εκτός αθλητών, ξεπορτίζουν τον αθλητισμό σε πασαρέλα στην άμμο, σε φολκλορίστικο λαϊκισμό.
 Ναι στον αθλητισμό. Αλλά με αθλητική παιδεία, προμέτρηση κοινωνικών εξόδων και εισροών και ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Ας αρχίσουν να ασχολούνται κάποτε και με τις δουλειές των ανθρώπων. Ναι στα θεάματα, αλλά προπαντός στα καίρια. Όχι όμως μία επαρχιώτικη μεταφορά της γενικής χειραγώγησης από το «αθλητικό» μάρκετινκ της αγοράς. Που προσποιείται αγωγή ενώ ναρκώνει την κοινωνία με την κουλτούρα του θεάματος.
    Οι τοπικοί εκπρόσωποι πρέπει να αποφύγουν την νομιμοποίηση μετατροπής της τριλογίας πρόσωπο-αθλητισμός-υποκείμενο, σε σώμα –αθλητισμός-αντικείμενο. Ένας χώρος αθλητισμού, ένας χώρος γηπέδων,  δεν είναι χώρος εξυπηρέτησης επετείων, «τυφλές φαιδρότητες εορτασμών κατά παραγγελίαν», αλλά σχεδιάζεται ως χώρος διαρκούς κινητικότητας.                                    

              ΑΡΧΗ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΟΙΚΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΧΟΥΣ
        Οι μεγαλύτερες πολεοδομικές παρεμβάσεις παγκόσμια αφορούν αναδιευθέτηση περιοχών που επηρεάζονται από το γειτονικό τους υγρό στοιχείο.
      Η ανάπλαση παρόχθιων περιοχών ποταμών που εκβάλλουν στον Κορινθιακό είναι η ευκαιρία παρέμβασης σε ένα περιβάλλον γραμμικού οικιστικού κορεσμού κατά μήκος των νότιων ακτών του Κορινθιακού. Η ομοιομορφία της ζώνης αυτής δεν επιτρέπει την αναγνώριση διαφορετικών οικισμών και πόλεων. Αλλάζουν οι ταμπέλες αλλά το τοπίο παραμένει ίδιο.
      Ο Σύθας και κάθε άλλη παρόμοια τέτοια περιοχή που είναι σημείο συνάντησης του αγροφυσικού με το υδατοφυσικό χώρου του Κορινθιακού μπορούν να αποτελέσουν νησίδες σε αυτό το αρχιπέλαγος της μονοτονίας.

Η ΑΡΧΗ  ΕΝΟΣ  ΜΕΓΑΛΟΥ ΕΡΓΟΥ  ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΘΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΤΟΥ.
      Ένα ανορθωτικό ή εξυγιαντικό σχέδιο για την πόλη και τον δήμο μπορεί να έχει ως αφετηρία τις πολλές συμβολικές και υλικές κεντρικότητες  του σήμερα και της ιστορίας. Μπορεί το Ξυλόκαστρο να μην έχει ιστορικό κέντρο με την έννοια πυκνού οικιστικού χαρακτήρα, διαθέτει ωστόσο πολλά και διάσπαρτα στοιχεία και την αύρα ενός πασίγνωστου παρελθόντος ακμής και αίγλης.
     Νέα προϊόντα είναι και τα νέα ανταγωνιστικά αγαθά εδαφικής περιοχής, Αυτά μπορούν να ολοκληρώσουν μία νέα ιδέα του συλλογικού επιχειρείν: μία οικονομία περιοχών και δικτύων, μία προβολή προς τα έξω ενός ποιοτικού στυλ ζωής που θα αντιστοιχεί σε ποιοτική  τουριστική ζήτηση.
     «Το   μάρκετιγκ πρέπει να εστιάσει στην ανάδειξη των πόρων της περιοχής που μπορούν να θεωρηθούν και συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Με αυτόν τον τρόπο θα συγκροτηθεί και η  ιδιαίτερη διαφημιστική «εικόνα» της περιοχής που θα λειτουργεί και ως σήμα κατατεθέν της». (κεφάλαιο σχεδιασμός και διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης στο Χ. ΚΟΚΚΩΣΗ-Π. ΤΣΑΡΤΑ: ΒΙΩΣΙΜΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, εκδόσεις ΚΡΙΤΙΚΗ)
      Το μεγαλύτερο έργο για τον Σύθα είναι ένα στρατηγικό σχέδιο ανάπλασής του. Με Πρόταση αποδοτικότητας, κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Με δράσεις που λόγω της ιδιαιτερότητάς μας δεν μπορούν να επαναληφθούν.

        

                                        ΤΟ ΞΥΛΟΚΑΣΤΡΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟ
     Το Ξυλόκαστρο και ο δήμος Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης, κινείται οικονομικά από πολλές μικρές επιχειρήσεις «τσέπης», οικογενειακού αγροτικού κυρίως χαρακτήρα και προς αυτό κινούνται καθημερινά εκατοντάδες “city users” που πρέπει να εξυπηρετούνται και αντιπροσωπεύονται» από την δομή και λειτουργικότητα της πόλης.
      Όταν οι δυνατότητες από το κεντρικό κράτος να ασκήσει πολιτική και ο χώρος των αποφάσεων έχουν συρρικνωθεί, η τοπική αυτοδιοίκηση και ανάπτυξη αναλαμβάνουν στρατηγικό ρόλο. Αυτό σημαίνει για τον δήμο μας ανάληψη πρωτοβουλιών τοπικής ανάπτυξης. Σε δύο κατευθύνσεις: ο παραγωγικός χώρος της ενδοχώρας απαιτεί ποσοτική επένδυση με τεχνικές υποδομές και υπηρεσίες και οι παρεμβάσεις στην παραλία πρέπει να έχουν χαρακτήρα αισθητικής αναβάθμισης. Απάντηση στην ενδοδημοτική γεωγραφία της άνισης ανάπτυξης δίνεται αν έχεις και κοινωνική αντίληψη του τεχνικού προγράμματος και ποιοτικών σταθερών.
     Μία αντίληψη του δήμου ως αγροκοινότητας και του Ξυλοκάστρου ως κέντρο του, απαιτεί σχέδιο λειτουργικών αυτονομιών και μεταφορών, κυκλοφοριακών συνδέσεων, πόλους αισθητικής ποιότητας και εκπαίδευσης. Η δημιουργία μίας γεωκοινότητας επιβαρύνθηκε από την απουσία παρέμβασης της κοινωνίας και των τοπικών εκπροσώπων της όταν σχεδιάσθηκαν υπερτοπικά δίκτυα. Δεν υπήρξε ενδιαφέρον σχεδιασμού συμπληρωματικότητας δικτύων σε αυτή την επανιεράρχηση των κινήσεων και επικοινωνιών.  Ήδη έχουμε κακή εμπειρία σχεδιασμού, όταν στο ΓΠΣ δεν έγινε καμία αναφορά στον σιδηροδρομικό σταθμό που θα αποτελέσει ένα νέο κέντρο.
     Μία τέχνη σχεδιασμού των δικτύων έπρεπε να προτείνει την δυνατότητα ένταξης των φυσικών, κυκλοφοριακών και πολεοδομικών υποδομών σε μία νέα υποκειμενικότητα της περιοχής. Αλλά οι Έλληνες λειτουργούν με κουτάκια, αφορισμούς, αγνοούν έννοιες δικτύων, σχέσεων, προγραμμάτων.
    Ο συλλογικός εαυτός της πόλης δεν μπορεί να επαφίεται στο καταδικασμένο μοντέλο κατανάλωσης καφέ και σουβλάκια του παραλιακού. Ο Σύθας μετά από ανάπλαση μπορεί να επανέλθει στην φυσιογνωμία της περιοχής ως υποδομή-driver της ανάπτυξης. Συμβολή στην αναδιαμόρφωση του Ξυλοκαστρινού προσώπου.


                                 Ο ΣΥΘΑΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΞΥΛΟΚΑΣΤΡΟ
     Πόλη του Ξυλοκάστρου δεν υπάρχει. Με την έννοια του Δήμου, του κοινού των Ξυλοκαστρινών. Ούτε και με την έννοια της urbs, του υλικού οικιστικού σώματος. Υπάρχει ένα μετασχηματιζόμενο αργά και βασανιστικά άψυχο πολεοδομικό σώμα. To Ξυλόκαστρο σε περίοδο ακμής αξιοποίησε το φυσικό τοπίο του Πευκιά και την παραγωγική οικονομία της σταφίδας. Σήμερα υποβάλλεται σε διαρκή υποβάθμιση και αλλοτρίωση της ταυτότητάς του από εξωγενείς δυνάμεις. Εδώ και χρόνια η παραλία υποβαθμίζεται, μετατρέπεται σε ομοιογενή, καταναλωτικό χώρο. Έχει απωλέσει τα χαρακτηριστικά τόπου. Αναγνωρίζεται πλέον ως μία ζώνη που νοηματοδοτείται ως  χώρος με διάσταση μόνο  μιας ομοιότροπης ψυχαγωγίας. Χωρίς σταθερά αναγνωρίσιμα Ξυλοκαστρινά ταυτοτικά στοιχεία.
     Όπως μερικά κτίρια σηματοδοτούν μία πόλη, έτσι και επιμέρους περιοχές μίας πόλης όταν παραδίδονται στον σχεδιασμό, την ανασημασιοδοτούν. Η σχεδιασμένη ανάπλαση ανοιχτών περιοχών σε ροή ιστορίας, φύσης, τεχνικής, είναι επιτελική επιλογή σύγχρονης αντίληψης λειτουργικότητας των riverfront. Με πολιτισμικές, παραγωγικές και αισθητικές αναφορές.
      Η «έξυπνη πόλη» είναι η σχέση της με τη δική της ιστορία, το κοινωνικό και φυσικό της περιεχόμενο, ο μετασχηματισμός της με  τη χρήση κάθε νεωτερικού σχεδιαστικού εργαλείου. Είναι προσαρμογή στην κοινωνική και πολεοδομική φόρμα της περιοχής, συντελεί στην πολεοδομική και κοινωνική πυκνότητα.
     Το ποτάμι μπορεί να αποτελέσει ένα από τα εδαφικά ανταγωνιστικά αγαθά ως βασικό κέντρο πολεοδομικής πυκνότητας που θα διαμορφωθεί από το υπάρχον κοινωνικό κεφάλαιο. Και που θα ανακεφαλαιοποιείται από αυτό που η σύγχρονη επιστήμη οικονομικής κοινωνιολογίας αναγνωρίζει ως “local collective competition goods”. Η αξιοποίηση ενός τέτοιου «συλλογικού αγαθού» όπως οι παρόχθιες περιοχές του Σύθα, ανήκει στα οικονομικά ενδιαφέροντα μίας εδαφικής περιοχής.   


     ΑΝΑΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΥΘΑ  ΣΤΟ ΤΟΠΙΚΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ (2002)
   Ο Σύθας είναι συγκριτικό πλεονέκτημα της πόλης και πρέπει να αναβαθμισθεί. Σε μία νέα επιμελημένη εικόνα της   πόλης. Σε αυτήν την στρατηγική πρότεινα στο πρόγραμμα της Αρμονικής Ανάπτυξης το 2002 και στο κεφάλαιο ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ειδικά για το Σύθα τα παρακάτω:
     «Η πόλη του Ξυλοκάστρου πλήττεται από άκαμπτους διαχωρισμούς, σε περιοχές που αναβαθμίζονται και άλλες που υποβαθμίζονται. Περιοχές, γειτονιές βγαίνουν έξω από τα τείχη της πόλης, μεταβάλλεται η φυσική και τεχνητή ισορροπία, αποκαλύπτεται ένα μωσαϊκό χωρίς οικιστική και κοινωνική συνοχή.
      Η τσιμεντοποίηση, αισθητική του κουραστικού, πανομοιότυπου, που δεν κοινωνεί χώρο, υποδομή και άνθρωπο απαιτήσεων, δείχνει την ανάγκη να δώσουμε στην πόλη την ευκαιρία πνευματικής αυτοπροστασίας του κύρους και της ιστορίας της. Τα χαμηλού περιεχομένου ή εισαγόμενα θεάματα δεν πρέπει να υποκαταστήσουν την δυνατότητα αξιοποίησης των φυσικών και πολιτισμικών πόρων, των ανθρώπων της δημιουργίας.
     Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΣΥΘΑ αποτελεί ακραία έκφραση διχοτόμησης της σχέσης φύση-πολιτισμός. Στην περιοχή αντί για την διατήρηση του πλαισίου υδάτινης ροής και την παρέμβαση λειτουργικής προσθετικότητας, επελέγη η μονοκαλλιέργεια του τσιμέντου.
     Ο Σύθας δεσμώτης του τσιμέντου, από ποτάμι έγινε αγωγός, κάλεσε στην αγκαλιά του όσα έπρεπε να γίνονται σε όλη την πόλη, φιλοξενεί όλες τις δραστηριότητες υπερτοπικού χαρακτήρα. Ο Σύθας δικαιούται να επιστρέψει στην ζωή της πόλης. Την συρρίκνωση του φυσικού και πνευματικού τοπίου πρέπει να διαδέχεται στην περιοχή αυτή ένας κρίκος σύνδεσης των εκπαιδευτικών χώρων με το φυσικό χώρο του Σύθα, τις ανάγκες ειδικότητας του τεχνικού λυκείου, όπως και η προβολή του βοτανικού φυτωριακού πλούτου της περιοχής.
     Αλλά και οι ίδιοι οι χώροι εκπαίδευσης διδάσκουν τσιμέντο, άσφαλτο, άνυδρο τοπίο , πνευματική ξηρασία.
     Τα σχολεία δεν είναι μαυσωλεία της γνώσης, δεν είναι μόνο κτίρια. Είναι χώροι αγωγής της κοινωνίας, χώροι δημόσιοι και της γειτονιάς. Οι αυλές τους δεν είναι χώροι μηδενικής αποστολής. Μαζί με τον ευρύτερο χώρο του Σύθα μπορούν να εμπλουτίσουν το τοπίο, να ενισχύσουν την σχέση εκπαίδευση-παραγωγή-αναψυχή, μέσω της δημιουργίας ενός βοτανικού κήπου. Αξιοποιούνται έτσι και οι πνευματικοί πόροι, τα σχολεία με κατεύθυνση αγροτικής-γεωπονικής κατεύθυνσης, οι μεγάλες δυνατότητες του ντόπιου φυτικού πλούτου (φυτώρια), και αυτά σε συνάρτηση με την αποκατάσταση του βεβαρημένου τοπίου του Σύθα.
     Τα σχολεία επανέρχονται με αυτή την πρόταση ως δίκτυα ανάπτυξης σχέσεων και επικοινωνίας, πόλοι συσπείρωσης του κοινωνικού ιστού και κινημάτων γειτονιάς, σύνδεσης της γνώσης με την παραγωγή. Ο βοτανικός κήπος θα συμβάλλει στην κοινωνικότητα των παιδιών, στην ανάπτυξη της τοπικής τους συνείδησης, στην εξοικείωση με το περιβάλλον και τον φυτικό πλούτο της περιοχής. Θα αντιληφθούν ότι η βλάστηση ενός τόπου είναι συστατικό της φυσιογνωμίας του και και του εδαφοκλιματικού περιβάλλοντος.
     Ως θεσμική καινοτομία είναι μία εκπαιδευτική και συμμετοχική πρόταση πολιτισμού, επαναφέρει την έννοια της κοινότητας. Η επιμέλεια και διαχείριση αυτού του χώρου πρέπει να γίνει με την συνεργατικότητα των συλλόγων καθηγητών, γονέων, των μαθητών του τεχνικού λυκείου, του πνευματικού κέντρου, τον σύλλογο φυτωριούχων, το ΕΘΙΑΓΕ. Προϋπόθεση βέβαια είναι η επαναλειτουργία των ειδικοτήτων αγροτικής παραγωγής, διατροφής, γεωπονίας του τεχνικού λυκείου που καταργήθηκε και η ίδρυση ΙΕΚ.
     Με αυτήν την πρόταση ο Σύθας δεν προσμετράται στα κέντρα της πόλης χωρίς ψυχή, αλλά αντίθετα προβάλλει ως ζώνη παιδείας, τοπικότητας, επανέρχεται ως δημόσιος χώρος αναφοράς».


                                          

Κύριε Περιφερειάρχη,
     Εθνική και κοινωνική άμυνα δεν είναι οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί, αλλά η αναγέννηση της Ελλάδας των τόπων, η πολυώνυμη χώρα και η αυτοδιοίκηση ως πολιτική έκφραση του κόσμου της εργασίας, όχι απλά ως καταφύγιο σε καιρούς κρίσης, αλλά ο οδηγός για την συμπληρωματικότητα ισχυρών Τοπικών ΑΕΠ. 
    Θεωρήστε το ως εισήγηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο. Δεν αποτελεί φωτογραφία του παρόντος. Είναι πρόταση που συγκεφαλαιώνει όλους τους παράγοντες που είναι σε θέση να αποδώσουν στον Σύθα την τοπική του δυναμική. Μία αρχική έκθεση σκοπιμότητας ενός μελετητικού έργου. Είναι μια συνδιαστική ενός βοτανικού κήπου με ένα αγροαθλητικό πάρκο. Είναι σχεδιαστική πρόκληση. Η Περιφέρεια έχει δυνατότητες εφαρμοστικής συνεκδοχής διαδικαστικής γνώσης, διαγωνισμών, προγραμμάτων, επιπέδων σχεδιασμού χωρικά και θεματικά.
     Ένα νεωτερικό σχέδιο για την περιοχή αφήνει περιθώρια υλοποίησής του σταδιακά, όπως ένα παζλ, ένα ψηφιδωτό, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες.
     Το «φυλείν έφυν» ας διευρυνθεί με την φιλία με τους μικρούς-μεγάλους μας τόπους, που σημαίνει προτάσεις και πράξεις αειφορίας. Πολύ περισσότερο αυτό ισχύει για την περιοχή με το μεγάλο κληρονομικό φορτίο των Αριστοναυτών Ξυλοκάστρου.

{υ/γ.} Η ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΧΡΗΣΙΜΗ ΣΕ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΣ. ΠΑΡΕΧΕΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΠΟΥ Η ΣΥΝ-ΠΛΟΚΗ ΤΟΥ  ΧΩΡΟΥ, ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ, ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗ. (εστάλη στον Περιφερειάρχη στις 22 Μαρτίου 2017)

Γρηγόρης Κλαδούχος
Ξυλόκαστρο-Ευρωστίνη / 12-3-2017