ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








Οι αγωνιζόμενοι νησιώτες έδειξαν τι σημαίνει να ανήκεις σε έναν τόπο: Τίποτε δεν μπορεί να συμβεί σ’ αυτόν χωρίς την δική σου ευθύνη, συμμετοχή και θέληση.

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020 0 comments

Τα σέβη μας στους αγωνιζόμενους νησιώτες Λέσβου, Χίου και Σάμου


Σίγουρα δεν τα χρειάζονται αλλά πρέπει να τους τα αποδώσουμε. Το θέαμα των ηττημένων πραιτόρων της κεντρικής εν Ελλάδι εξουσίας, που τόσο αλαζονικά επιχείρησε να επιβάλλει την θέλησή της στους νησιώτες, ήταν εξόχως καθάρσιο του τέλματος στο οποίο τους είχαν οδηγήσει.

Βέβαια, τίποτε δεν τελείωσε, όλα τα ζητήματα παραμένουν ανοιχτά και το κράτος θα επανέλθει, όσο κι αν σήμερα γελοιοποιείται λέγοντας πως «η πρώτη φάση των εργασιών έχει ολοκληρωθεί». Είναι πολύ σημαντικό, όμως, το γεγονός ότι οι κάτοικοι επανοικειοποιήθηκαν, σ’ ένα βαθμό τουλάχιστον, τις υποθέσεις του τόπου τους παύοντας να υφίστανται ως έρμαια τους σχεδιασμούς ορατών και αόρατων κέντρων εξουσίας, εντόπιων και διεθνών. Έδειξαν τί σημαίνει να ανήκεις σε έναν τόπο: Τίποτε δεν μπορεί να συμβεί σ’ αυτόν χωρίς την δική σου ευθύνη, συμμετοχή και θέληση. Και αυτό έχει τη σημασία του απέναντι σε ένα κυρίαρχο ιδεολογικό ρεύμα όπου υποτίθεται πως κανένα έδαφος δεν ανήκει σε κανέναν μόνο και μόνο για να υπονοηθεί και να επιβεβαιωθεί πως ανήκει αποκλειστικά στους νεο-φεουδάρχες της πολιτικής και της οικονομίας.

Έχει σημασία να θυμηθούμε πως αυτοί είναι οι ίδιοι άνθρωποι που διέσωζαν και φρόντιζαν τους θαλασσοδαρμένους είτε πρόσφυγες είτε μετανάστες που έφταναν στις ακτές τους. Δεν υπάρχει καμμία αντίφαση στις αλλοτινές με τις τωρινές τους πράξεις. Καλώς έπραξαν τότε, φερόμενοι ως άνθρωποι απέναντι σε ανθρώπους, καλώς πράττουν και τώρα αρνούμενοι να έχουν στον τόπο τους ουσιαστικά κολαστήρια και φυλακές που δεν τιμούν κανέναν. Αρνούμενοι επίσης να αποδεχτούν την επιβολή ενός καθεστώτος υποχρεωτικής ανάμειξης πληθυσμών με όρους που κανείς δεν γνωρίζει και κανείς δεν ελέγχει πέραν των πρακτόρων του ΟΗΕ όπως οι ποικιλώνυμες ΜΚΟ. Δεν υπάρχει τίποτε το κακό στην ανάμειξη πληθυσμών όταν αυτό συμβαίνει με φυσικό τρόπο και με τη θέληση των άμεσα εμπλεκόμενων. Όταν, όμως, η ανάμειξη πληθυσμών γίνεται εργαλείο της γεωπολιτικής, του πολέμου, της κατάκτησης και της διάλυσης κοινωνικών χώρων, όπως πράγματι συμβαίνει τώρα, τότε τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά και δεν πρέπει να επιχειρείται να θολώνεται το τοπίο με επικλήσεις δήθεν ανθρωπιάς, ειδικά από όσους βοήθησαν στο να συγκροτηθεί το απάνθρωπο τέρας της Μόριας.

Εκείνη την εποχή λοιπόν, κάποιοι στην Ευρώπη ουσιαστικά ειρωνεύονταν τους νησιώτες προτείνοντάς τους για βραβείο Νόμπελ ανθρωπιάς. Τότε δεν ήταν φανερό πως τους ειρωνεύονταν, αλλά έτσι ήταν: αυτοί γνώριζαν το που θα καταλήξει η κατάσταση με την σχεδιασμένη δήθεν «ολιγωρία» των «υπευθύνων». Πρώτα επιτρέπουμε στο πρόβλημα να διογκωθεί και μετά επιβάλλουμε μια εξ αρχής προκαθορισμένη «λύση» που επιθυμούμε. Είναι μια ακόμη ένδειξη έσχατης χαιρεκακίας από την πλευρά των εξουσιαστών, το να χρησιμοποιούν δηλαδή την ίδια την ανθρωπιά προκειμένου να καταστρέψουν ανθρώπους. Αυτό για κανένα λόγο δεν πρέπει να επιτρέπεται να συμβαίνει, ακόμη κι αν πρέπει να επιδεικνύεται σκληρότητα: Το αντίθετο μοιραία υποστηρίζει και εμπεδώνει την απανθρωπιά.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι πως σε κανέναν δεν επιτρέπεται να έχει μια πατρίδα εντός της οποίας να δύναται να αναπτύξει ελεύθερα την δημιουργικότητά του σύμφωνα με την φύση του εκάστοτε τόπου. Ούτε στον πρόσφυγα που την έχασε και ουσιαστικά την έχασε οριστικά γιατί κανείς εξουσιαστής δεν τον θέλει να ξαναγυρίσει πίσω (το παράδειγμα της Συρίας είναι ενδεικτικό). Ούτε στον μετανάστη που την απαρνήθηκε ποιος ξέρει για ποιον λόγο ή ανώτερη βία. Αλλά ούτε και στους γηγενείς οι οποίοι δέχονται τα κύματα όλων αυτών των πληθυσμών. Εάν, λοιπόν, κανείς δεν έχει πατρίδα, τότε το πεδίο ανοίγεται άπλετο στην παγκόσμια κυριαρχία να αλωνίζει όπως θέλει, όπου θέλει, δίχως να λογαριάζει καμμιά τοπική θέληση, ότι χρώμα ή χαρακτηριστικό και να έχει αυτή.
Γι’ αυτό εύγε και πάλι, εύγε…
Ετικέτες: