ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








by : tinakanoumegk



Auguste Toulmouche -Vanity, λεπτομέρεια (1870)
Η αποτύπωση και η μελέτη της ναρκισσιστικής προσωπικότητας έχει απασχολήσει τον άνθρωπο από την αρχαιότητα. Ο Κρίστοφερ Λας στο βιβλίο Η κουλτούρα του ναρκισσισμού -του οποίου ακολουθεί απόσπασμα- αναλύει σε βάθος το φαινόμενο στην σύγχρονη διάστασή του δείχνοντας ότι στην εποχή μας ο ναρκισσισμός επηρεάζει έντονα την αντίληψη του χρόνου και της ιστορίας. Για τον Λας δεδομένου ότι η κοινωνία παρουσιάζεται δίχως μέλλον -πράγμα που εκδηλώνεται μέσα από τον «μαρασμό της αίσθησης του ιστορικού χρόνου»- η ζωή αποκτά νόημα μόνο σε συνάρτηση με το παρόν και μόνο μέσα από τη συστηματική φροντίδα της «προσωπικής ολοκλήρωσης». Οι άνθρωποι επικεντρώνονται σε μια στάση ζωής με γνώμονα το «ζήσε τη στιγμή». Για τον Λας το όραμα του σύγχρονου ανθρώπου είναι ναρκισσιστικό, γιατί βλέπει τον κόσμο ως καθρέφτη του εαυτού του και δεν ενδιαφέρεται για τα εξωτερικά γεγονότα ή την πραγματικότητα, εκτός κι αν τα γεγονότα του «επιστρέφουν» μια αντανάκλαση της δικής του εικόνας. Έτσι το Άλλο χρησιμοποιείται ως απλό μέσο τροφοδότησης του Εγώ, σε μια διεστραμμένη σχέση όπου δεν υπάρχει αμοιβαιότητα και πραγματική ενσυναίσθηση. Ο άνθρωπος καταλήγει να βρίσκει καταφύγιο στην δυσ-ειρωνεία, στην κοροϊδία και τον κυνισμό. Αν και στο βιβλίο δεν γίνεται σαφής αναφορά, ο Λας από άλλη σκοπιά -κατά τη γνώμη μας ευρύτερη- δεν απέχει πολύ από τις βασικές θέσεις του Γκυ Ντεμπόρ στο «Η Κοινωνία του Θεάματος». Ένας καθοριστικός παράγοντας, που ως ένα σημείο εξηγεί αυτή τη ναρκισσιστική επιδημία, είναι η γραφειοκρατία. Το περιβάλλον της σύγχρονης γραφειοκρατίας, των επιφανειακών και πυκνών διαπροσωπικών σχέσων, φαίνεται να εξωθεί σε μια ναρκισσιστική συμπεριφορά η οποία συνδέεται με τη μόνιμη ανησυχία για την εντύπωση που κάνουμε στους άλλους. Το αποτέλεσμα είναι η τάση να συμπεριφερόμαστε στους άλλους σαν αυτοί να είναι οι καθρέφτες του εαυτού μας. Το συναρπαστικό αυτό βιβλίο αποτελεί χρήσιμη πηγή σκέψης και είναι ιδιαίτερα επίκαιρο στην εποχή του αδιάλλακτου εξορθολογισμού της κοινωνίας και της Πολιτικής Ορθότητας.
Ο Λας με το έργο του συνολικά, αλλά και με το Η κουλτούρα του ναρκισσισμού, φέρνει στην επιφάνεια τα μεγάλα θύματα του σύγχρονου κόσμου: την οικογένεια, την ηθική της υπευθυνότητας και της αυτοθυσίας, τη θρησκεία, το κοινοτικό και αλληλέγγυο πνεύμα. Χωρίς ο λόγος του να γίνεται στείρα καταγγελτικός ή νοσταλγικός, ο Λας μας καλεί να σκεφτούμε το τίμημα των επιλογών μας.
———- ∴ ———-
Αρκετά ιστορικά ρεύματα έχουν συγκλίνει σήμερα και παράγουν όχι απλώς σε καλλιτέχνες αλλά και σε συνηθισμένους άνδρες και γυναίκες έναν κλιμακούμενο κύκλο αυτοσυνειδησίας —μία αίσθηση του εαυτού ως εκτελεστή υπό τη συνεχή ενδελεχή παρακολούθηση φίλων και ξένων. Ο κοινωνιολόγος του εκτελούντος εαυτού [performing self] Έρβινγκ Γκόφμαν γράφει σε ένα χαρακτηριστικό χωρίο: «ως ανθρώπινα όντα είμαστε, υποτίθεται, πλάσματα μεταβλητής ενόρμησης με διαθέσεις και ενέργειες που αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Ως χαρακτήρες, ωστόσο, που υποδυόμαστε για ένα κοινό, δεν πρέπει να έχουμε τα πάνω και τα κάτω μας… Αναμένεται μια ορισμένη γραφειοκρατοποίηση του πνεύματος, έτσι ώστε να μπορούμε να βασιζόμαστε στον εαυτό μας να δίνει μία τελείως ομοιογενή παράσταση [performance] σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή». Αυτή η «γραφειοκρατοποίηση του πνεύματος» έχει γίνει ολοένα πιο καταπιεστική και τώρα, χάρη στον Γκόφμαν, έχει ευρέως αναγνωριστεί ως σημαντικό στοιχείο της σημερινής μας δυσφορίας.
Η αυτοσυνειδησία που χλευάζει όλες τις απόπειρες για αυθόρμητη δράση ή διασκέδαση απορρέει, σε τελευταία ανάλυση, από την φθίνουσα πίστη στην πραγματικότητα του εξωτερικού κόσμου, που έχει χάσει την αμεσότητά του σε μία κοινωνία που την διαποτίζει η «συμβολικά διαμεσολαβημένη πληροφορία». Όσο περισσότερο εξαντικειμενίζεται ο άνθρωπος στη δουλειά του, τόσο περισσότερο αποκτά η πραγματικότητα την επίφαση της ψευδαίσθησης. Όσο η λειτουργία της σύγχρονης οικονομίας και της σύγχρονης κοινωνικής τάξης πραγμάτων γίνεται ολοένα πιο απρόσιτη στην καθημερινή κατανόηση, τέχνη και φιλοσοφία παραχωρούν το έργο να τις εξηγήσουν στις δήθεν αντικειμενικές επιστήμες της κοινωνίας, που κι αυτές έχουν υποχωρήσει, από την προσπάθεια να τιθασεύσουν την πραγματικότητα, στην ταξινόμηση των τετριμμένων. Έτσι, η πραγματικότητα παρουσιάζεται σε μη ειδικούς και σε «επιστήμονες» ως αδιαπέραστο δίκτυο κοινωνικών σχέσεων —ως «υπόδυση ρόλου», «παρουσίαση του εαυτού στην καθημερινή ζωή». Για τον εκτελούντα εαυτό, η μόνη πραγματικότητα είναι η ταυτότητα που μπορεί να κατασκευάσει από υλικά τα οποία παρέχουν η διαφήμιση και η μαζική κουλτούρα, Θέματα από δημοφιλείς κινηματογραφικές ταινίες και μυθοπλασία, όλα εξίσου συγκαιρινά για τον σημερινό νου[1].
Για να στιλβώσει και να τελειοποιήσει τον ρόλο που έχει επινοήσει για τον εαυτό του, ο καινούργιος Νάρκισσος ατενίζει το, εξ ανακλάσεως είδωλό του, όχι τόσο με θαυμασμό όσο αδιάλειπτα αναζητώντας ψεγάδια, σημεία κόπωσης, παρακμής. Η ζωή γίνεται έργο τέχνης, ενώ «το πρώτο έργο τέχνης σ’ έναν καλλιτέχνη είναι η διάπλαση της προσωπικότητάς του», δηλώνει ο Νόρμαν Μαίηλερ. Η δεύτερη από τις αρχές αυτές έχει τώρα υιοθετηθεί όχι μόνον από κείνους που γράφουν «αυτοδιαφημίσεις» για έκδοση αλλά και από τον καθημερινό καλλιτέχνη στον δρόμο.
Όλοι μας, ηθοποιοί και Θεατές, ζούμε περικυκλωμένοι από καθρέφτες. Σ αυτούς, αναζητούμε επιβεβαίωση της ικανότητάς μας να δελεάζουμε ή να εντυπωσιάζουμε άλλους, αναζητώντας εναγωνίως κηλίδες που ενδέχεται να αποσπάσουν την προσοχή από την εμφάνιση που σκοπεύουμε να προβάλλουμε. Η διαφημιστική βιομηχανία σκόπιμα ενθαρρύνει αυτή την ενασχόληση με την εμφάνιση. Τη δεκαετία του 1920, «οι γυναίκες στις διαφημίσεις παρατηρούσαν διαρκώς τον εαυτό τους, αυτοκριτικά… Ένα αξιοσημείωτο ποσοστό διαφημίσεων στα περιοδικά που απευθύνονταν σε γυναίκες, τις απεικόνιζαν να κοιτάζονται στον καθρέφτη… Διαφημίσεις της δεκαετίας του 1920 ήταν τελείως σαφείς σ’ αυτή την ναρκισσιστική επιταγή. Χρησιμοποιούσαν ατάραχα εικόνες γυμνών με πέπλους, και γυναίκες σε αυτοερωτικές στάσεις για να ενθαρρύνουν την αυτοσύγκριση και να θυμίσουν στις γυναίκες το πρωτείο της σεξουαλικότητάς τους». Ένα φυλλάδιο με διαφημίσεις καλλυντικών απεικόνιζε στο εξώφυλλο μία γυμνή με τη λεζάντα: «Το αριστούργημά σου – ο εαυτός σου».
Σήμερα, ο χειρισμός τέτοιων θεμάτων είναι πιο ρητός από κάθε άλλη φορά· επιπλέον, η διαφήμιση ενθαρρύνει άνδρες και γυναίκες να δουν τη δημιουργία του εαυτού τους ως την ανώτερη μορφή δημιουργικότητας. Σε ένα προγενέστερο στάδιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η εκβιομηχάνιση περιέστειλε τον χειροτέχνη ή τον αγρότη σε προλεταριάτο, του αφαίρεσε τη γη και τα εργαλεία του και τον έριξε στην αγορά με μοναδικό που είχε να πουλήσει την εργασιακή του δύναμη. Σήμερα, η εξάλειψη των επιδεξιοτήτων όχι μόνον από την χειρωνακτική εργασία αλλά και από τις χαρτογιακάδικες θέσεις εργασίας έχει δημιουργήσει συνθήκες στις οποίες η εργασιακή δύναμη παίρνει τη μορφή της προσωπικότητας και όχι της δύναμης ή της εξυπνάδας. Άνδρες και γυναίκες οφείλουν να προβάλλουν μία ελκυστική εικόνα και να γίνουν συγχρόνως ηθοποιοί που παίζουν τον ρόλο και ειδήμονες που κρίνουν την παράστασή τους.
Αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής, που έκαναν την κοινωνία να φαίνεται αδιαφανής και ανεξιχνίαστη, γέννησαν και την καινούργια ιδέα της προσωπικότητας, που περιέγραψε ο Ρίτσαρντ Σένετ στην Πτώση του δημόσιου ανδρός. Ενώ η έννοια του χαρακτήρα του 18ου αι. τόνιζε τα στοιχεία τα κοινά στην ανθρώπινη φύση, ο 19ος αι. άρχισε να βλέπει την προσωπικότητα ως μοναδική και ιδιοσυγκρασιακή έκφραση των ατομικών χαρακτηριστικών. Κατά την άποψη αυτή, η εξωτερική εμφάνιση εκφράζει άθελά της τον εσωτερικό άνθρωπο. Κατά τον Σένετ, οι άνθρωποι σύντομα κατακυριεύτηκαν από τον φόβο μήπως προδοθούν ακούσια από τις πράξεις τους, τις εκφράσεις του προσώπου τους και τις λεπτομέρειες της αμφίεσής τους. Τον ίδιο αιώνα, όπως έχει δείξει ο Έντγκαρ Γουίντ, ο τεχνοκρίτης Τζιοβάνι Μορέλι διατύπωσε τη θεωρία ότι οι γνήσιοι ζωγραφικοί πίνακες μπορούσαν να ξεχωριστούν από τους πλαστούς αν εξετάζαμε επισταμένα ορισμένες ασήμαντες λεπτομέρειες —την απόδοση ενός αυτιού ή ενός ματιού— που πρόδιδαν το χέρι του δασκάλου. Ο Μορέλι τόνισε: «Κάθε ζωγράφος έχει τις ιδιαιτερότητές του, που δεν τις συνειδητοποιεί κι αυτός ο ίδιος».
Φυσικά, οι ανακαλύψεις αυτές για την προσωπικότητα και την αθέλητη έκφρασή της είχαν ως αποτέλεσμα, όχι μόνο στους καλλιτέχνες και τους κριτικούς αλλά και στους μη ειδικούς, να ενθαρρύνουν την ενσυνείδητη λεπτολόγο εξέταση του εαυτού. Οι καλλιτέχνες δεν μπορούσαν ποτέ ξανά να μην έχουν συναίσθηση των λεπτομερειών· πράγματι, η καινούργια προσοχή στη λεπτομέρεια, όπως επισήμανε ένας κριτικός, έσβησε και την ίδια την έννοια της λεπτομέρειας. Παρόμοια, στην καθημερινή ζωή ο μέσος άνθρωπος έγινε ειδήμων της παράστασης της δικής του και των άλλων, επιφορτίζοντας έναν μυθιστοριογράφο με το έργο να «αποκωδικοποιεί μεμονωμένες λεπτομέρειες της εμφάνισης», όπως γράφει ο Σένετ για τον Μπαλζάκ, να «μεγεθύνει τη λεπτομέρεια και να την καθιστά έμβλημα ολόκληρου του ανθρώπου». Αλλά η κατοχή αυτών των καινούργιων κοινωνικών δεξιοτήτων, ενώ αύξησε την αισθητική ικανοποίηση, δημιούργησε καινούργιες μορφές στενοχώριας και άγχους. Φυλακισμένος στη γνώση του εαυτού του, ο σύγχρονος άνθρωπος λαχταρά την χαμένη αθωότητα του αυθόρμητου αισθήματος. Αδυνατώντας να εκφράσει αίσθημα χωρίς να λογαριάσει τον αντίκτυπο στους άλλους, αμφιβάλλει για την αυθεντικότητα της έκφρασής του στους άλλους και συνεπώς αντλεί μικρή ανακούφιση από τις αντιδράσεις του κοινού στην παράστασή του, κι όταν ακόμα το κοινό ισχυρίζεται πως είναι βαθιά συγκινημένο. Παραπονιέται ο Άντυ Γουόρχολ:
«Καθημερινά κοιτάζω στον καθρέφτη και εξακολουθώ να βλέπω κάτι —ένα καινούργιο σπυράκι… Βουτώ ένα μπαλάκι βαμβάκι Johnson and Johnson σε οινόπνευμα Johnson and Johnson και αλείφω το σπυράκι… Κι ενώ στεγνώνει το οινόπνευμα, δεν σκέφτομαι τίποτα. Πώς είναι πάντα μεγαλοπρεπή. Πάντα καλόγουστα… Όταν το οινόπνευμα στεγνώσει, είμαι έτοιμος να βάλω την ειδική αλοιφή στο χρώμα της επιδερμίδας… Έτσι, το σπυράκι έχει τώρα σκεπαστεί. Αλλά έχω σκεπαστεί εγώ; Πρέπει να κοιταχτώ στον καθρέφτη για μερικές ακόμα πινελιές. Δεν λείπει τίποτα. Είναι όλα εκεί. Το ασυγκίνητο βλέμμα… Η βαριεστημένη νωθρότητα, η σπαταλημένη χλωμάδα… Τα χείλια που γκριζάρουν. Τα αχτένιστα, ασημένια μαλλιά, απαλά και μεταλλικά… Δεν λείπει τίποτα. Είμαι όλα όσα λένε οι αναμνήσεις μου πως είμαι».
Η αίσθηση της ασφάλειας που δίνει ο καθρέφτης αποδεικνύεται παροδική. Κάθε καινούργιο κοίταγμα στον καθρέφτη κρύβει καινούργιους κινδύνους. Ο Γουόρχολ ομολογεί ότι «τον κατέχει ακόμα η ιδέα να κοιτάζει στον καθρέφτη και να μη βλέπει κανέναν, τίποτα».
Η ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων στο θέατρο της καθημερινής ζωής —μία ανάλυση που εσκεμμένα μένει κολλημένη στην επιφάνεια της κοινωνικής συναναστροφής και δεν κάνει καμία απόπειρα να ξεσκεπάσει τα ψυχολογικά της βάθη— οδηγεί σε συμπεράσματα παρόμοια με της ψυχανάλυσης. Η ψυχαναλυτική περιγραφή του παθολογικού ναρκισσιστή, του οποίου η αίσθηση του εαυτού εξαρτάται από την επικύρωση των άλλων τους οποίους ωστόσο υποτιμά, συμπίπτει σε πολλές λεπτομέρειες με την περιγραφή του εκτελούντος εαυτού [performing self] στην λογοτεχνική κριτική και στην κοινωνιολογία της καθημερινής ζωής. Οι εξελίξεις που έχουν δημιουργήσει μία καινούργια βαθιά γνώση των κινήτρων και της αθέλητης έκφρασης —που ένα όχι ασήμαντο στοιχείο τους είναι η εκλαΐκευση των ψυχιατρικών τρόπων σκέψης— δεν μπορεί να διαχωριστεί από τις ιστορικές αλλαγές που έχουν παραγάγει όχι απλώς μία καινούργια έννοια της προσωπικότητας, αλλά και μία καινούργια μορφή οργάνωσης της προσωπικότητας. Ο παθολογικός ναρκισσιστής αποκαλύπτει, σε ένα βαθύτερο επίπεδο, τα ίδια άγχη που σε ηπιότερη μορφή έχουν γίνει πολύ κοινά στις καθημερινές συναναστροφές. Όπως είδαμε, οι επικρατούσες μορφές κοινωνικής ζωής ενθαρρύνουν πολλές μορφές ναρκισσιστικής συμπεριφοράς. Επιπλέον, έχουν αλλοιώσει τη διαδικασία του εκκοινωνισμού —όπως θα δούμε στο έβδομο κεφάλαιο— με τρόπους που ενθαρρύνουν ακόμα περισσότερο τα ναρκισσιστικά πρότυπα, ριζώνοντάς τα στην πρωιμότατη πείρα του ατόμου.

Ειρωνική απόσταση ως φυγή από τη ρουτίνα
Ωστόσο, δεν έχουμε ακόμα εξαντλήσει όσα μπορούμε να μάθουμε από τη Θεωρία των ρόλων. Στην κοινωνία μας, η αγχώδης εξονυχιστική αυτοεξέταση (που δεν πρέπει να την συγχέουμε με την κριτική αυτοεξέταση) χρησιμεύει όχι μόνο για να ρυθμίζει την πληροφορία που εκπέμπουμε στους άλλους και να ερμηνεύει τα σήματα που λαμβάνουμε· εγκαθιδρύει και μία ειρωνική απόσταση από τη θανάσιμη ρουτίνα της καθημερινής ζωής. Αφ’ ενός, η υποβάθμιση της εργασίας κάνει την επιδεξιότητα και την ικανότητα ολοένα πιο άσχετες για την υλική επιτυχία και ενθαρρύνει έτσι την παρουσίαση του εαυτού ως εμπορεύματος αφετέρου, αποθαρρύνει την προσκόλληση στη συγκεκριμένη θέση εργασίας και ωθεί τους ανθρώπους, ως μοναδική εναλλακτική δυνατότητα προς τη βαριεμάρα και την απόγνωση, να αντιμετωπίζουν την εργασία με αυτοκριτική απόσταση. Όταν η εργασία συνίσταται ουσιαστικά σε χωρίς νόημα κινήσεις, και όταν οι κοινωνικές ρουτίνες, που παλαιότερα τιμώνταν ως τελετουργικό, εκφυλίζονται σε υπόδυση ρόλου, ο εργάτης —είτε μοχθεί στην αλυσίδα συναρμολόγησης είτε κατέχει μία υψηλόμισθη θέση σε μία μεγάλη γραφειοκρατία— επιδιώκει να ξεφύγει από την απορρέουσα αίσθηση αναυθεντικότητας δημιουργώντας μία ειρωνική απόσταση από την καθημερινή του ρουτίνα. Επιχειρεί να μετασχηματίσει την υπόδυση ρόλου σε συμβολική εξύψωση της καθημερινής ζωής. Βρίσκει καταφύγιο στα αστεία, στην κοροϊδία και τον κυνισμό. Αν του ζητηθεί να εκτελέσει ένα δυσάρεστο έργο, δείχνει καθαρά ότι δεν πιστεύει στους αντικειμενικούς στόχους του οργανισμού, την αυξημένη απόδοση και την μεγαλύτερη εκροή. Αν πάει σε ένα πάρτυ, δείχνει με τις πράξεις του ότι όλα είναι ένα παιχνίδι —ψεύτικα, τεχνητά, ανειλικρινή· μία γκροτέσκα παρωδία της κοινωνικότητας. Έτσι, επιχειρεί να γίνει άτρωτος από τις πιέσεις της κατάστασης. Αρνούμενος να πάρει στα σοβαρά τις ρουτίνες που έχει να εκτελέσει, τους αρνείται την ικανότητα να τον πληγώσουν. Παρόλο που υποθέτει πως είναι αδύνατον ν’αλλάξει τα σιδερένια όρια που του επιβάλλει η κοινωνία, η αποσπασμένη γνώση των ορίων αυτών φαίνεται πως τα κάνει να μετρούν λιγότερο. Απομυθοποιώντας την καθημερινή ζωή, μεταδίδει στον εαυτό του και στους άλλους την εντύπωση ότι έχει υψωθεί πάνω απ’ αυτήν, έστω και αν εκτελεί τις κινήσεις που πρέπει και κάνει ό,τι αναμένεται απ’ αυτόν.

Καθώς ολοένα περισσότεροι άνθρωποι βρίσκονται να δουλεύουν σε θέσεις που είναι πράγματι κατώτερες των ικανοτήτων τους, καθώς ο ελεύθερος χρόνος και η κοινωνικότητα αποκτούν τις ιδιότητες της εργασίας, η στάση της κυνικής απόστασης γίνεται το δεσπόζον στιλ των καθημερινών συναναστροφών. Πολλές μορφές της δημοφιλούς τέχνης προσφεύγουν σ’ αυτή την αίσθηση ότι ξέρουμε και μ’ αυτό την ενισχύουν. Παρωδούν γνώριμους ρόλους και θέματα, καλώντας το κοινό να θεωρεί εαυτό ανώτερο από τον περίγυρό του. Δημοφιλείς μορφές αρχίζουν να αυτοπαρωδούνται: τα γουέστερν κοροϊδεύουν τα γουέστερν οι σαπουνόπερες Fernwood, Soap, Mary Hartman, βεβαιώνουν τον θεατή πως είναι εξεζητημένες κοροϊδεύοντας τις συμβάσεις της σαπουνόπερας. Ωστόσο, σε μεγάλο μέρος η δημοφιλής τέχνη παραμένει ρομαντική και τέχνη φυγής, αποφεύγει αυτό το θέατρο του παράλογου και υπόσχεται φυγή από τη ρουτίνα αντί για ειρωνική απόσταση απ’ αυτήν. Η διαφήμιση και τα δημοφιλή ρομάντσα θαμπώνουν το κοινό τους με οράματα πλούσιας εμπειρίας και περιπέτειας. Υπόσχονται όχι την κυνική απόσταση αλλά ένα κομμάτι της δράσης, έναν ρόλο στο δράμα αντί για μία κυνική θέση θεατή. Η Έμα Μποβαρύ, πρότυπη καταναλώτρια μαζικής κουλτούρας, εξακολουθεί να ονειρεύεται· και τα όνειρά της, που τα συμμερίζονται εκατομμύρια άνθρωποι, εντείνουν την ανικανοποίηση με τις θέσεις εργασίας και την κοινωνική ρουτίνα.
Το αστόχαστο βόλεμα στη ρουτίνα γίνεται σταδιακά ολοένα πιο δυσεπίτευκτο. Ενώ η σύγχρονη βιομηχανία καταδικάζει τους ανθρώπους σε θέσεις εργασίας που προσβάλλουν τη νοημοσύνη τους, η μαζική κουλτούρα της ρομαντικής φυγής γεμίζει το κεφάλι τους με οράματα για εμπειρίες πέρα από τα οικονομικά μέσα τους —και πέρα από τις συναισθηματικές και φαντασιακές τους ικανότητες— και έτσι συντελεί στην περαιτέρω υποβάθμιση της ρουτίνας. Η ασυμφωνία ανάμεσα σε ρομάντσο και πραγματικότητα, σε κόσμο των ωραίων ανθρώπων και εργάσιμη πραγματικότητα, προκαλεί μία ειρωνική απόσταση που αμβλύνει τον πόνο αλλά και σακατεύει τη θέληση να αλλάξουμε τις κοινωνικές συνθήκες, να επιφέρουμε έστω μέτριες βελτιώσεις στην εργασία και στο παιχνίδι και να ξαναδώσουμε νόημα και αξιοπρέπεια στην καθημερινή ζωή.
Αδιέξοδο
Η φυγή διαμέσου της ειρωνείας και της κριτικής αυτογνωσίας είναι οπωσδήποτε ψευδαίσθηση· στην καλύτερη περίπτωση, παρέχει μόνο στιγμιαία ανακούφιση. Η αποστασιοποίηση γίνεται σύντομα αυτοδικαίως ρουτίνα. Η γνώση που σχολιάζει τη γνώση δημιουργεί έναν κλιμακούμενο κύκλο αυτοσυνειδησίας που εμποδίζει τον αυθορμητισμό. Εντείνει την αίσθηση αναυθεντικότητας που δημιουργείται, πρώτα πρώτα, από μνησικακία για τους χωρίς νόημα ρόλους που διανέμει η σύγχρονη βιομηχανία. Οι αυτοδημιουργημένοι ρόλοι γίνονται εξίσου καταναγκαστικοί με τους κοινωνικούς ρόλους από τους οποίους προορίζονταν να δώσουν ειρωνική απόσταση. Λαχταρούμε την αναστολή της αυτοσυνειδησίας, της ψευτοψυχαναλυτικής στάσης που έχει γίνει δεύτερη φύση· αλλά ούτε η τέχνη ούτε η θρησκεία, ιστορικά οι μεγάλοι απελευθερωτές από τη φυλακή του εαυτού, δεν έχουν πια τη δύναμη να αποθαρρύνουν τη δυσπιστία. Σε μία κοινωνία που βασίζεται τόσο πολύ στις ψευδαισθήσεις και τα φαινόμενα, οι έσχατες ψευδαισθήσεις, τέχνη και θρησκεία, δεν έχουν μέλλον. Το Credo quia absurcium [πιστεύω επειδή είναι παράλογο], το παράδοξο της θρησκευτικής εμπειρίας στο παρελθόν, μικρή σημασία έχει σε έναν κόσμο στον οποίο όλα φαίνονται παράλογα, και όχι μόνο τα θαύματα που συνδέονται με την θρησκευτική πίστη και πρακτική.

Όσο για την τέχνη, όχι μόνον αποτυγχάνει να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση πραγματικότητας, αλλά πάσχει από την ίδια κρίση αυτοσυνειδησίας που πλήττει τον συνηθισμένο άνθρωπο. Μυθιστοριογράφοι και θεατρικοί συγγραφείς εφιστούν την προσοχή στην τεχνητότητα των δημιουργημάτων τους και αποθαρρύνουν τον αναγνώστη να ταυτιστεί με τους χαρακτήρες. Με την ειρωνεία και τον εκλεκτικισμό, ο συγγραφέας αποτραβιέται από το θέμα του, αλλά συγχρόνως αποκτά τόσο βαθιά συνείδηση αυτών των τεχνικών αποστασιοποίησης ώστε δυσκολεύεται ολοένα περισσότερο να γράψει για οτιδήποτε άλλο εκτός από τη δυσκολία της γραφής. Οπότε το να γράφεις για τη γραφή γίνεται αντικείμενο αυτοπαρωδίας, όπως όταν ο Ντόναλντ Μπαρτέλμ εισάγει σε ένα του διήγημα την ακόλουθη πικρόχολη σκέψη: «Άλλο ένα διήγημα για τη συγγραφή ενός διηγήματος! ‘Αλλη μία regressus in infinitum! Ποιος δεν προτιμά την τέχνη που τουλάχιστον ανοιχτά απομιμείται κάτι διαφορετικό από τις διαδικασίες της; Που δεν διακηρύσσει διαρκώς “Προσοχή, είμαι τέχνημα!”;».
Παρόμοια, ο Τζον Μπαρθ, γράφοντας μια νουβέλα, ρωτά: «Πώς γράφουμε μια νουβέλα; Πώς βρίσκουμε το κανάλι, σαστισμένοι απ’ αυτά τα ποταμάκια και τις σχισμές; Η αφήγηση ιστοριών δεν μου είναι κάτι γνωστό· δεν είναι σε κανέναν κάτι γνωστό· η πλοκή μου δεν ανεβαίνει και κατεβαίνει σε στάδια μεστά νοήματος αλλά … παρεκκλίνει, υποχωρεί, διστάζει, αναστενάζει, καταρρέει, πεθαίνει». Κατά τον Μόρις Ντίκστάϊν, η «συναισθηματική απομάκρυνση» του πειραματικού συγγραφέα απειλεί να αποσυντεθεί σε κατατονία. Παραιτούμενος από την προσπάθεια να «γίνει κύριος της πραγματικότητας», ο συγγραφέας καταφεύγει σε μία επιφανειακή αυτοανάλυση που εξαλείφει όχι μόνο τον εξωτερικό κόσμο αλλά και την βαθύτερη υποκειμενικότητα «που δίνει στη φαντασία τη δυνατότητα να βγάλει φτερά… Οι επιδρομές του μέσα στον εαυτό είναι εξ ίσου ρηχές με την παρέκβασή του στον κόσμο».
Η ψυχολογική ανάλυση για μία ακόμα φορά ενισχύει ό,τι έχουμε μάθει από την κοινωνιολογία της τέχνης και την κοινωνιολογία της υπόδυσης ρόλων στην καθημερινή ζωή. Παρόλο που η ανικανότητα να άρουμε τη δυσπιστία προέρχεται από τις μεταβαλλόμενες συμβάσεις και από την αυτοσυνειδησία δια μέσου της οποίας προσπαθούμε να αποστασιοποιηθούμε από την καθημερινή ζωή (και που αυτοδικαίως μας φυλακίζει), αυτή η επαγρυπνώσα ενδελεχής αυτοεξέταση έχει συχνά και μία ψυχολογική βάση. Σύμφωνα με τον Κόχουτ, εκείνοι που αισθάνονται ασφαλείς για την ικανότητα του Εγώ να ελέγχει το Αυτό, χαίρονται κατά καιρούς να αναστέλλουν τη δευτερεύουσα διαδικασία (λόγου χάρη, στον ύπνο ή στη σεξουαλική δραστηριότητα) αφού ξέρουν ότι μπορούν όποτε θέλουν να την ξαναποκτήσουν. Από την άλλη μεριά, ο ναρκισσιστής βρίσκει τους πόθους του τόσο απειλητικούς, ώστε συχνά βιώνει τεράστια δυσκολία για να κοιμηθεί, να επεξεργαστεί την σεξουαλική ενόρμηση στη φαντασία («το πιο απαιτητικό έδαφος για την ικανότητα του ανθρώπου να αποεπενδύσει τις δευτερεύουσες διαδικασίες») ή να αναστείλει την τρέχουσα πραγματικότητα κατά τις ψυχαναλυτικές συνεδρίες. Ο αφηγητής στο Somethίng Happened του Χέλερ ομολογεί: «Συχνά τα χάνω όταν ξυπνώ από έναν βαθύ, χωρίς όνειρα ύπνο και αντιλαμβάνομαι πόσο μακριά από τη ζωή ήμουν, και πόσο ανυπεράσπιστος ήμουν όταν βρισκόμουν εκεί… Ίσως να μη μπορούσα να ξαναγυρίσω. Δεν μου αρέσει να χάνω εξ ολοκλήρου την επαφή με τη συνειδητότητα». Σε ψυχιατρικές συνεδρίες όπως και στο θέατρο, οι συμβάσεις που περιβάλλουν την ψυχαναλυτική συνάντηση στηρίζουν κανονικά την «αποεπένδυση της τρέχουσας πραγματικότητας: η «μείωση των ερεθισμάτων από το άμεσο περιβάλλον» καθιστά εφικτό να στραφούμε «σε έναν κόσμο φαντασιακά και καλλιτεχνικά επεξεργασμένων αναμνήσεων». Ωστόσο, με ορισμένους ασθενείς, η «ανικανότητα να ανεχτούμε την αποεπένδυση της τρέχουσας πραγματικότητας και να αποδεχτούμε την αμφισημαντότητα της αναλυτικής κατάστασης» γίνεται το κεντρικό πρόβλημα της ανάλυσης. Ως συνήθως, προσθέτει ο Κόχουτ, δεν κάνει καλό να θέτουμε έναν ασθενή αντιμέτωπο με ένα ηθικό επιχείρημα εναντίον αυτής της ανικανότητας ή να τον πείσουμε ή να τον προτρέψουμε να αλλάξει τρόπους.
Η πρόσφατη επίθεση στην θεατρική ψευδαίσθηση, που υπονομεύει τη θρησκεία της τέχνης του 20ου αι. εξίσου αποτελεσματικά όπως η επίθεση στις θρησκευτικές ψευδαισθήσεις τον 19ο αι. υπονόμευσε τη θρησκεία, συμμετέχει στον φόβο της φαντασίας που συνδέεται με την αντίσταση στην «αποεπένδυση της τρέχουσας πραγματικότητας. Όταν η τέχνη, η θρησκεία και, τέλος, ως και το σεξ χάνουν τη δύναμή τους να παρέχουν μία επινοητική φυγή από την καθημερινή πραγματικότητα, η κοινοτοπία της ψευτοαυτογνωσίας γίνεται τόσο συνθλιπτική, ώστε οι άνθρωποι χάνουν εν τέλει την ικανότητα να οραματίζονται οποιαδήποτε διαφυγή εκτός στο απόλυτο μηδέν, στην κενότητα. Ο Γουόρχολ δίνει μία καλή περιγραφή της συνακόλουθης νοητικής κατάστασης:
«Ο καλύτερος έρωτας είναι ο έρωτας που δεν τον σκέφτεσαι. Ορισμένοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν έρωτα και ν’ αφήνουν πράγματι το μυαλό τους να γίνεται κενό και να το γεμίζουν με το σεξ· άλλοι, δεν μπορούν ποτέ ν’ αφήσουν το μυαλό τους να γίνει κενό, με αποτέλεσμα την ώρα του σεξ να σκέφτονται: «Είναι αυτό πραγματικά εγώ; Το κάνω πραγματικά; Πολύ παράξενο. Πριν από πέντε λεπτά έκανα κάτι άλλο. Σε λιγάκι θα κάνω κάτι άλλο. Τι Θα έλεγε η μαμά; Πώς πέρασε από το μυαλό των ανθρώπων να κάνουν κάτι τέτοιο;» Οπότε οι άνθρωποι του πρώτου τύπου … ξεδίνουν καλύτερα. Οι του άλλου τύπου, πρέπει να βρουν κάτι άλλο για να χαλαρώσουν και στο οποίο να χαθούν».
Φυλακισμένος στην ψευτοαυτογνωσία του, ο καινούριος Νάρκισσος ευχαρίστως θα κατέφευγε σε μία έμμονη ιδέα [idee fixe], σε μία νευρωτική καταπιεστική παρόρμηση, σε μία «ψυχαναγκαστική κατάσταση μεγαλείου» —σε οτιδήποτε θα απομάκρυνε το μυαλό του από το μυαλό του. Ως και η αστόχαστη συγκατάθεση στην καθημερινή ρουτινιέρικη δουλειά, καθώς η δυνατότητα να την επιτύχουμε απομακρύνεται στο ιστορικό παρελθόν, φτάνει να μοιάζει με σχεδόν αξιοζήλευτη νοητική κατάσταση. Ένας φόρος τιμής στην ιδιάζουσα φρίκη της σημερινής ζωής κάνει τα χειρότερα χαρακτηριστικά των παλαιότερων εποχών —την αποβλάκωση των μαζών, την ψυχαναγκαστική και επιβαρυμένη ζωή της αστικής τάξης— να φαίνονται συγκριτικά θελκτικά. Ο καπιταλιστής του 19ου αι., καταπιεστικά φιλόπονος στην απόπειρα να απαλλαγεί από τον πειρασμό, υπέφερε μαρτύρια που του επέβαλλαν οι εσωτερικοί δαίμονες. Από την άλλη μεριά, ο σημερινός άνθρωπος, που τυραννιέται από την αυτοσυνειδησία, στρέφεται σε καινούργιες λατρείες και θεραπείες όχι για να απελευθερωθεί από τους ψυχαναγκασμούς, αλλά να βρει νόημα και σκοπό στη ζωή, να βρει κάτι για το οποίο να ζήσει, ίσα ίσα να αγκαλιάσει έναν ψυχαναγκασμό, έστω και το κυρίαρχο πάθος [passion maitresse] της θεραπείας. Πρόθυμα Θα αντάλλασσε την αυτοσυνειδησία του με τη λήθη και την ελευθερία του να δημιουργεί καινούργιους ρόλους με μία μορφή εξωτερικής υπαγόρευσης —όσο πιο αυθαίρετης, τόσο το καλύτερο. Ο ήρωας μίας πρόσφατης νουβέλας απαρνείται την ελεύθερη βούληση και ζει σύμφωνα με τις επιταγές του ζαριού: «Έβαλα καλά στο μυαλό μου εκείνη τη στιγμή και για πάντα, την αναμφισβήτητη βασική αρχή να εκτελώ ό,τι επιτάσσει το ζάρι». Οι άνθρωποι, παλιά, τα έβαζαν με την ειρωνεία του πεπρωμένου· σήμερα, την προτιμούν από την ειρωνεία της ακατάπαυτης αυτοσυνειδησίας. Ενώ οι παλαιότερες εποχές επιδίωκαν να αντικαταστήσουν με τον Λόγο τις αυθαίρετες επιταγές από έξω και από μέσα, ο 20ός αι. θεωρεί τον Λόγο, στην εξευτελισμένη σημερινή μορφή της ειρωνικής αυτοσυνειδησίας, σκληρό αφέντη· επιδιώκει να ξαναζωντανέψει παλαιότερες μορφές υποδούλωσης. Η εγκάθειρκτη ζωή του παρελθόντος μοιάζει στην εποχή μας με απελευθέρωση.

[1] Στο Σφαγείο Νο 5, ένα μυθιστόρημα γραμμένο «κάπως με τον τηλεγραφικό σχιζοφρενικό τρόπο των παραμυθιών» (δηλαδή με εσκεμμένη παράβλεψη της συμβατικής αίσθησης του χρόνου), ο Κουρτ Βόνεγκατ κάνει παρεμπιπτόντως μία παρατήρηση που απεικονίζει τον εκλεκτικισμό με τον οποίο η σύγχρονη ευαισθησία προσεγγίζει την κουλτούρα του παρελθόντος. «Αυτό που αγαπούμε στα βιβλία μας είναι τα βάθη πολλών θαυμάσιων στιγμών που τις βλέπουμε όλες ταυτόχρονα». Ο κατακερματιστικός αντίκτυπος των Μ.Μ.Ε., κατά τον Μάρσαλ ΜακΛούαν, «κάνει όλους τους πολιτισμούς συγκαιρινούς με τον δικό μας».
Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνουμε αυτές τις χαρμόσυνες εκφράσεις της συγκαιρινής ευαισθησίας με τον ισχυρισμό δύο μαρξιστών κριτικών λογοτεχνίας, του Ουίλιαμ Φίλιπς και του Φίλιπ Ραβ, ότι η κριτική αίσθηση ριζώνει αναγκαστικά στην ιστορική αίσθηση, την αίσθηση της συνέχειας. «Αφού στερείται τη συνέχεια της ανάπτυξης, η κριτική παύει να έχει συνείδηση της ιστορίας της και βλέπει όλη την παρελθούσα κριτική ως ταυτόχρονη τάξη ιδεών. Σε οποιοδήποτε κριτικό δοκίμιο μπορούμε πιθανόν να βρούμε τις ιδέες του Αριστοτέλη. του Χέγκελ και του Κρότσε, λόγου χάρη, να παρατίθενται αβρά δίπλα δίπλα… Μέσα σ’ αυτό το χάος η κοινωνική αναγκαιότητα επιβεβαιώνεται, βέβαια [δηλαδή, οι μόδες αλλάζουν· η συνείδηση αλλάζει· νέες γενεές μεγαλώνουν και επηρεάζονται από το συσσωρευμένο βάρος του παρελθόντος], αλλά μόνον ως απρόβλεπτη, τυφλή δύναμη, που προσθέτει κι αυτή στη σύγχυση των κριτικών οι οποίοι αδυνατούν να βολιδοσκοπήσουν τα ρεύματα της απαραμείωτης αλλαγής». Καίτοι οι σκέψεις αυτές απευθύνονταν στον φιλολογικό ουμανισμό των δεκαετιών του 1920 και του 1930, ισχύουν εξίσου και για την μεταμοντέρνα εξέγερση εναντίον του χρόνου.
«Οι άνθρωποι υποτίθεται ότι δεν κοιτάζουν πίσω», γράφει ο Βόνεγκατ. «Ασφαλώς, εγώ δεν πρόκειται να το κάνω αυτό πια». Σύμφωνα με τη μελέτη της μεταιχμιακής προσωπικότητας και του θεάτρου του παραλόγου, την οποία ήδη μνημονεύσαμε, «κλινικά, πολλοί μεταιχμιακοί ασθενείς εκφράζουν μία τέτοια ανικανότητα να ενσωματώσουν τις παρελθούσες εμπειρίες στο παρόν, και έχουν σχεδόν αισθήματα πανικού όταν αναγκάζονται να το κάνουν».

(11/02/2019)

by : tinakanoumegk
by : tinakanoumegk
by : tinakanoumegk
Παύλος Γεωργιάδης: Να βάλουμε τον παράγοντα «οικοσυστήματα» στην εξίσωση της ανάπτυξης πριν να είναι πολύ αργά



Ο Παύλος Γεωργιάδης είναι εθνοβιολόγος και Σύμβουλος Βιώσιμης Ανάπτυξης με ερευνητική εμπειρία σε Ευρώπη, Ασία και Αμερική. Είναι ένας εκ των εμπνευστών του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για το έδαφος GROW Observatory όπου εργάζεται ως Community Manager ενός δικτύου πολιτών-επιστημόνων σε 9 ευρωπαϊκές χώρες, ενώ παράλληλα είναι και κοινωνικός επιχειρηματίας.
Είναι λοιπόν ο πλέον ειδικός να μας μιλήσει για τη βιώσιμη ανάπτυξη, την κοινωνική επιχειρηματικότητα, την πραγματική έννοια της αειφορίας και τελικά το μέλλον στην Ελλάδα μέσα από τo «υπεύθυνο επιχειρείν».
Μιλήστε μας για το GROW Observatory. Τι είναι και πού αποσκοπεί;
To GROW Observatory είναι ένα Παρατηρητήριο Πολιτών για τη γη και το έδαφος που αξιοποιεί την Επιστήμη Πολιτών για την αντιμετώπιση σοβαρών περιβαλλοντικών προκλήσεων. Μέσα από τη χρήση αισθητήρων και “έξυπνων” τηλεφώνων, διαδικτυακών μαθημάτων και επιστημονικών παρατηρήσεων, χιλιάδες καλλιεργητές σε ολόκληρη την Ευρώπη συλλέγουν, μοιράζονται και κάνουν χρήση σημαντικών περιβαλλοντικών δεδομένων. Αυτά επιτρέπουν την επαλήθευση των δορυφορικών δεδομένων της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Διαστήματος για την ανάπτυξη καλύτερων μοντέλων πρόβλεψης ακραίων καιρικών φαινομένων. Καθώς και τη χάραξη “έξυπνων” πολιτικών για την κλιματική προσαρμογή.
Δεδομένης της μεγάλης εμπειρίας σας στη βιώσιμη ανάπτυξη και ειδικά στις πρακτικές που αφορούν το περιβάλλον, μπορείτε να ξεχωρίσετε κάποιες πρακτικές που πραγματικά βοηθούν στην προστασία του;
Νομίζω πως αυτό που απαιτείται σήμερα είναι μία πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση στην ανάπτυξη της οικονομίας. Πρώτα απ’ όλα, αυτή θα πρέπει να προστατεύει τους φυσικούς πόρους. Η παραγωγή των πρώτων υλών να βασίζεται στη βιώσιμη διαχείριση της γης, αποφεύγοντας την καταστροφή των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας. Επίσης, είναι σημαντικό να απομακρυνθούμε από την καύση ορυκτών καυσίμων, στρεφόμενοι προς την παραγωγή και κατανάλωση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, υιοθετώντας όσο το δυνατόν πιο κυκλικές πρακτικές παραγωγής. Τέλος, η οικονομική δραστηριότητα οφείλει να βασίζεται σε καλές εργασιακές πρακτικές, σεβόμενη την κοινωνική ισότητα.
Στο πλαίσιο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, πολλές εταιρείες τα τελευταία χρόνια εφαρμόζουν πρακτικές για την προστασία του περιβάλλοντος. Πιστεύετε ότι αυτό είναι αρκετό; Τι θα είχατε να προτείνετε;
Για πρώτη φορά στην ιστορία, από πλευράς της αγοράς και της πολιτικής, η αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος συνδέεται ευθαρσώς με την ανάπτυξη. Η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη παύει να αφορά απλά ένα τμήμα στο διαφημιστικό budget μιας εταιρείας αλλά εντάσσεται οριζόντια σε δομές, διαδικασίες, προϊόντα και υπηρεσίες. Αυτό ισχύει τουλάχιστον στις εταιρείες που αντιλαμβάνονται τις προκλήσεις του μέλλοντος και… προσέχουν για να έχουν. Σε αυτό το πλαίσιο, αναδιοργανώνουν ανεφοδιαστικές αλυσίδες, αλλάζουν τα κριτήρια επιλογής πρώτων υλών, επενδύουν στην ενεργειακή αποδοτικότητα και την καλύτερη διαχείριση των αποβλήτων. Αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα, σίγουρα όμως χρειάζεται να γίνουν περισσότερα. Η λύση βρίσκεται στα χέρια των καταναλωτών, καθώς οι επιλογές μας οδηγούν την αγορά, η οποία είναι κι αυτή σημαντική για να εξασφαλιστεί η αειφορία. Όσο περισσότερο ενημερωμένος είναι ο κόσμος, τόσο καλύτερα μπορεί να επιλέγει προϊόντα και υπηρεσίες που σέβονται το περιβάλλον ουσιαστικά και όχι προσχηματικά, φροντίζοντας όλον τον κύκλο, από την παραγωγή στην κατανάλωση και την ανακύκλωση, και όχι μόνο τη βιτρίνα.
Εκτός από την ενασχόλησή σας με το GROW Observatory, είστε και κοινωνικός επιχειρηματίας. Πώς πήρατε αυτή την απόφαση και πώς βλέπετε τα πράγματα στον χώρο του επιχειρείν σήμερα;
Βγαίνοντας από τα πανεπιστήμια και την έρευνα το 2012, είχα πολύ μικρή εμπειρία και γνώση για το επιχειρείν. Έως τότε ήμουν αφοσιωμένος στην έρευνά μου που αφορούσε φαρμακευτικές και γαστρονομικές χρήσεις φυτών της νοτιο-ανατολικής Ασίας. Φεύγοντας από αυτό το γνωστικό περιβάλλον, με κάποιες καλές ιδέες, γύρισα σε μία Ελλάδα όπου δεν παρείχε πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις, τραπεζικό δανεισμό και καμία στήριξη στη νεοφυή επιχειρηματικότητα. Οπότε, η μόνη λύση ήταν η αυτο-μάθηση και η συνεργασία. Δημιούργησα το βιολογικό ελαιόλαδο Calypsoστην Αλεξανδρούπολη, αναγεννώντας τα εδάφη των προγόνων μου και αναδεικνύοντας σε διεθνές επίπεδο την αρχαία ποικιλία ελιάς Μάκρης. Σήμερα, το τοπίο έχει αλλάξει δραστικά, καθώς πλέον λειτουργούν δομές στήριξης της καινοτομίας, υπάρχουν σπουδαία παραδείγματα επιτυχημένης startup επιχειρηματικότητας, η κοινότητα έχει αρχίσει να μαθαίνει από τα λάθη της. Χρειάζεται, όμως, περισσότερη επένδυση στη γνώση και σε υποδομές στην ελληνική ύπαιθρο, αλλά και εμπιστοσύνη στη νέα γενιά. Πρωτίστως, χρειάζεται να βάλουμε τον παράγοντα “οικοσυστήματα” στην εξίσωση της ανάπτυξης πριν να είναι πολύ αργά.
Πείτε μας δυο λόγια για τον Συνεταιρισμό Βιομηχανικής και Κλωστικής Κάνναβης ΚΑΝΝΑΒΙΟ. Τελικά η βιομηχανική κάνναβη είναι ένα πραγματικά καινοτόμο προϊόν ή είναι μόδα όπως κάποιοι πιστεύουν;
Είχα την χαρά και την τιμή να συμμετέχω στην ίδρυση και την ανάπτυξη της KANNABIO, της πρώτης Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης παραγωγής βιολογικής κλωστικής κάνναβης στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον παράδειγμα επιτυχημένης κοινωνικής επιχειρηματικότητας, με βάση τον πρωτογενή τομέα και ειδικότερα τη βιολογική γεωργία. Πέρα από τα οφέλη της κάνναβης στην υγεία του ανθρώπου, λίγοι γνωρίζουν για την πολυ-χρηστικότητα του φυτού, το οποίο μπορεί να μας παρέχει από τρόφιμα μέχρι ρούχα και δομικά υλικά (όλα 100% βιοδιασπώμενα), ενώ παράλληλα παρέχει σπουδαίες οικολογικές υπηρεσίες, όπως η αναγέννηση των εδαφών. Πιστεύω πως με το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, η βιομηχανία της κάνναβης μπορεί να αποτελέσει το κλειδί για την ανάκαμψη του πρωτογενούς τομέα και την εδραίωση της Κυκλικής Οικονομίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη, συμβάλλοντας συγχρόνως στην ενίσχυση των εισοδημάτων των αγροτών. Η αποδοχή του κοινού στα προϊόντα της ΚΑΝΝΑΒΙΟ είναι εντυπωσιακή! Mέσα στον πρώτο χρόνο λειτουργίας τα προϊόντα μας έχουν μπει σε περισσότερα από 250 καταστήματα λιανικής σε ολόκληρη την Ελλάδα. Χρειάζονται, όμως, επιπλέον προοδευτικές θεσμικές αλλαγές έτσι ώστε να απελευθερωθεί και να ενδυναμωθεί πλήρως ο τομέας, για να μπορέσει να ανταποδώσει τα μέγιστα οφέλη για την οικονομία, την κοινωνία και τη φύση.
Για την αειφόρο ανάπτυξη είναι πολύ σημαντική η συμμετοχή των πολιτών. Τι σημαίνει για εσάς «ενεργοί πολίτες»; Και πώς πιστεύετε ότι μπορούν να ενεργοποιηθούν περαιτέρω; Πρέπει να υπάρχουν κίνητρα ή είναι θέμα κουλτούρας;
Η έννοια της αειφορίας δεν έχει να κάνει με τη σωτηρία του πλανήτη. Ο πλανήτης θα τα καταφέρει μια χαρά και χωρίς τον άνθρωπο. Η αειφορία έχει να κάνει με την επιβίωση του ανθρώπινου είδους επάνω στη Γη και τη δυνατότητα των επόμενων γενεών να μπορούν να ζήσουν σε έναν κόσμο μίας minimum ευημερίας, προόδου και ασφάλειας. Τί νιώθουμε, αλήθεια, όταν κοιτάζουμε τα παιδιά μας στα μάτια; Τί προσδοκούμε για το μέλλον τους; Θέλουμε την υγεία και την ασφάλειά τους, ή είμαστε εντάξει με το να δημιουργούμε έναν κόσμο που οδηγεί στο κλιματικό χάος και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής; Νομίζω πως αν σταθούμε μπροστά σε αυτά τα ερωτήματα με ειλικρίνεια, θα καταφέρουμε να κάνουμε το απαραίτητο “κλικ” προς την αειφορία. Πρόκειται για μία προσωπική, εσωτερική διαδικασία που δεν είναι πάντα εύκολη. Όμως εκεί έρχεται η δύναμη της κοινότητας, της γειτονιάς, της παρέας, της συλλογικής δράσης, της συνεργασίας. Αν στρέψουμε την προσοχή μας σε αυτά τα πεδία, τότε οι λύσεις γίνονται πιο εύκολα ορατές. H αλλαγή κουλτούρας είναι μονόδρομος, εάν βέβαια επιθυμούμε τη συνέχιση του ανθρώπινου πολιτισμού.
Παύλος Γεωργιάδης: Να βάλουμε τον παράγοντα «οικοσυστήματα» στην εξίσωση της ανάπτυξης πριν να είναι πολύ αργά
Τι θα είχατε να προτείνετε σε έναν άνθρωπο που θέλει να ασχοληθεί με την καλλιέργεια της γης αλλά δεν έχει πρότερη εμπειρία;
Να δει τη γη με αγάπη και σεβασμό. Να εστιάσει στη φροντίδα του εδάφους, του οικοσυστήματος και των φυσικών πόρων, ώστε να μπορέσει να μεγαλώσει υγιή φυτά τα οποία θα του δώσουν ένα καλό εισόδημα και μία αυτάρκεια. Μπορεί να ρωτήσει τους πιο έμπειρους, να συνδεθεί με τους πιο καινοτόμους, να μάθει τη συμπεριφορά του τοπικού κλίματος. Υπάρχει πληθώρα γνώσης εκεί έξω, η οποία είναι διαθέσιμη σε όποια και όποιον ενδιαφέρεται ουσιαστικά. Πιο πρακτικά μιλώντας, μπορεί να χρησιμοποιήσει την εφαρμογή του GROW Observatory, η οποία είναι διαθέσιμη σε iOS και Android. Εκεί θα βρει χρήσιμες συμβουλές για την προστασία του εδάφους, και οδηγίες για την καλλιέργεια περίπου 120 φυτών.
Είστε μέντορας στο Young Entrepreneurs Programme του Reload Greece. Μιλήστε μας γι’ αυτό. Ποιο είναι το προφίλ των νέων επιχειρηματιών σήμερα; Είστε αισιόδοξος;
Είμαι αισιόδοξος, γιατί μέσα από την οικονομική κρίση αναδύεται μία νέα γενιά επιχειρηματιών, αλλά κυρίως μία νέα εργασιακή ηθική. Το στοίχημα είναι να εμπνεύσουμε αυτούς τους ανθρώπους ώστε, πέρα από την οικονομική βιωσιμότητα και τον κοινωνικό αντίκτυπο των εγχειρημάτων τους, να βάλουν τόσο την προστασία των οικοσυστημάτων όσο και την αναγέννηση των φυσικών πόρων μέσα στα επιχειρηματικά τους πλάνα. Ίσως έτσι καταφέρουμε να μεταμορφώσουμε την Ελλάδα από πειραματόζωο λιτότητας, σε ένα ζωντανό εργαστήρι αειφορίας.
Ποιο είναι το δικό σας quote για τη βιώσιμη ανάπτυξη;
Forward to the Basics! Να πάρουμε τη γνώση των παππούδων μας και να τη σμίξουμε με το τεχνολογικό θαύμα της γενιάς μας.
by : tinakanoumegk


streetlife Φεβρουάριος 19, 2019


Έχουμε πει πολλές φορές, για την ακρωτηριασμένη και διχοτομημένη Πελοπόννησο. Ο Μοριάς μόνο ως ενιαία περιφέρεια μπορεί να επιβιώσει οικονομικά.

Μόνο ως ενιαία περιφέρεια μπορεί σχεδιάσει το μέλλον. Οι μικροπολιτικές του παρελθόντος και η κοπτοραπτική των Αθηνών με τον Καλικράτη και τον Κλεισθένη για τον σχεδιασμό των περιφερειών, πέρασε χωρίς καμία αντίσταση και αντιπρόταση από τους τοπικούς φορείς.


Κρίνουμε χλιαρή και πολιτικάντικη την τοποθέτηση του Περιφερειάρχη της Τρίπολης για την ενοποίηση της Πελοποννήσου και μάλιστα προεκλογικά. Πιστεύουμε ότι μια κινητοποίηση από τα κάτω, με ένα ισχυρό κίνημα αυτοδιοικητικό να δώσει ένα τέλος σε όλες τις διχοτομημένες διοικητικά, γεωγραφικά και ιστορικά περιφέρειες.


Η πρώτη προεκλογική συγκέντρωση της υποψήφιας δημάρχου Λουτρακίου-Αγ. Θεοδώρων κας Πρωτοπαππά Μαρίας ,μόνο συγκίνηση προκάλεσε στην υποψήφια και στους υποψήφιους του συνδυασμού της. Περιμέναμε από την έμπειρη κα Πρωτοπαππά να ακούσουμε ένα μίνιμουμ πρόγραμμα δράσεων. Οι εκθέσεις καλών προθέσεων δεν κινητοποιούν τις κοινωνίες. Στην αρχή της μάχης πάς έτοιμος ,διαβασμένος και με προτάσεις. Δεν είναι μια, δεν είναι δύο, είναι πολλές οι θεατρομουρμούρες και οι ατάκες στα δημοτικά συμβούλια του Λουτρακίου. Η φτώχεια φέρνει γκρίνια λέει μια παροιμία.Η κατάσταση στη πόλη των νερών δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας συνωμοσίας.


Άνθρωποι διοίκησαν τα τελευταία είκοσι χρόνια την ιστορική λουτρόπολη, μόνο που ο σχεδιασμός για το μέλλον του δήμου, κυρίως την περίοδο της ευμάρειας, έφτανε μέχρι εκεί που φτάνει η ματιά τους από το γραφείο τους στο δημαρχιακό μέγαρο.


Ανάπλαση παντού υπόσχεται ο υποψήφιος δήμαρχος Κορινθίων Νίκος Σταυρέλης. Είναι αλήθεια ότι η πρωτεύουσα του νομού, έχει σταματήσει να κοιτάει προς την θάλασσα.Η δική μας παρατήρηση έχει να κάνει με τον οδικό χάρτη υλοποίησης των αναπλάσεων σε καλάμια και Ποσειδωνία.


Προτείνω οι όποιοι οραματικοί σχεδιασμοί,να έχουν ως σύμβουλο ανάπτυξης τους συλλόγους αρχιτεκτόνων και μηχανικών του Νομού. Αυτή η πρόταση μας, δημιουργεί μια νέα ατμόσφαιρα συνεργασίας ανάμεσα στην τοπική αυτοδιοίκηση και τους επιστημονικούς φορείς του τόπου μας.


Οι κόντρες καλά κρατούν στη περιφέρεια Πελοποννήσου. Θα παραιτηθούν, δεν θα παραιτηθούν οι αντιπεριφερειάρχες που είναι και υποψήφιοι δήμαρχοι. Δεν υπάρχει κώλυμα ή ασυμβίβαστο κατά το νόμο.


Είναι ηθικό το πρόβλημα; Είναι πολιτικό. Και η πίτα ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος, δεν ταιριάζει σε πολιτικά πρόσωπα με μακρά πολιτική διαδρομή και εμπειρία. Αυτές είναι συμπεριφορές παλιομοδίτικες και τριτοκοσμικές.



Posted on : Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019 [ 0 ] comments Label:

by : tinakanoumegk
Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
by : tinakanoumegk


     Από την εφημερίδα Il sole 24 ORE (των Ιταλών βιομηχάνων), διαβάζω στην εισαγωγή μικρού ρεπορτάζ. «Στα επόμενα τρία χρόνια ο τομέας της υφαντικής θα έχει ανάγκη 21 χιλιάδες τεχνικούς, και αν διευρύνουμε την έρευνα σε ολόκληρο τον τομέα μόδα, η ανάγκη που υπολογίζεται από τους ειδικούς φθάνει τις 47 χιλιάδες νέες εισόδους από τώρα έως το 2024».

    Αν μπορούσαμε και εμείς (σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο), ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΜΕ ΤΟΜΕΑ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΟΥΜΕ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ τότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΕΝΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ. Πάμε για την αναστύλωση του Δ. Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης. Αυτής της κοινωνίας που πρέπει να καθορίζεται από αυτό που παράγει και δημιουργεί.

    Δεν με απασχολούν, όπως έλεγε ο μεγάλος διανοούμενος – δάσκαλος Αλμπέρτο Αζόρ Ρόζα, συνθήματα που δεν δημιουργούν συνείδηση πράξης.

Posted on : Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019 [ 0 ] comments Label:

by : tinakanoumegk
Posted on : Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019 [ 0 ] comments Label:

ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΕΥΡΩΣΤΙΝΗΣ 2019

by : tinakanoumegk

ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΕΥΡΩΣΤΙΝΗΣ 2019

 Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΕΥΡΩΣΤΙΝΗΣ 2019
*ΣΑΒΒΑΤΟ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019
Ώρα 10:30 μ.μ. Το γκρουπ των εφήβων V for DerVenious, μας προσκαλεί στο αποκριάτικο πάρτι του στο μπαρ-καφέ Bolero.

*ΣΑΒΒΑΤΟ 23 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019
Ώρα 06:30 μ.μ. Ο Μορφωτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος Λυκοποριάς, διοργανώνει εκδήλωση με θέμα: «Ο συμβολισμός και η προέλευση των εθίμων της Αποκριάς», στο Κοινοτικό κατάστημα Λυκοποριάς.

*ΚΥΡΙΑΚΗ 24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019
ΩΡΑ 11:00 π.μ Όλα τα γκρουπ και οι φίλοι του Καρναβαλιού Ευρωστίνης, θα ζωγραφίσουν αποκριάτικα θέματα σε πλακατ, με τα οποία θα διακοσμήσουν τον κεντρικό δρόμο του Δερβενίου, που θα γίνουν οι παρελάσεις. 

*ΠΕΜΠΤΗ2 8 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019 «ΤΣΙΚΝΟΠΕΜΠΤΗ»
ΩΡΑ 05:00 μ.μ. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ροζενών-Ευρωστίνης μας καλεί στην πλατεία των Ροζενών, να τσικνίσουμε μετά μουσικής.

*ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 01 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 08:30 μ.μ. Η Καρναβαλική επιτροπή διοργανώνει αποκριάτικο χορό στο Τουριστικό Περίπτερο Δερβενίου.

*ΣΑΒΒΑΤΟ 02 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 09:00 μ.μ. Ο Μορφωτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος Λυκοποριάς, διοργανώνει αποκριάτικο χορό στο κέντρο του Παναγιώτη Κανακάρη «ΤΟ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ», στη Λυκοποριά.

*ΚΥΡΙΑΚΗ 03 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 12 - 02 μ.μ. Ο Σύλλογος γονέων και κηδεμόνων του Δημοτικού και Νηπιαγωγείου Δερβενίου, διοργανώνει αποκριάτικο πάρτι στο κλειστό γυμναστήριο Δερβενίου

*ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 08 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 10:30 μ.μ. Το γκρουπ La casa de fuego μας προσκαλεί στο αποκριάτικο πάρτι του στο μπαρ Aqua.

*ΣΑΒΒΑΤΟ 09 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 07:30 μ.μ. Βραδινός αποκριάτικος περίπατος….. χορεύοντας και τραγουδώντας! Ελάτε μικροί και μεγάλοι μασκαρεμένοι να διασκεδάσουμε!

*ΣΑΒΒΑΤΟ 09 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 11:00 μ.μ. Το μπαρ - καφέ BOLERO διοργανώνει αποκριάτικο πάρτι με θέμα: «HOLLYWOOD MOVIES».

*ΣΑΒΒΑΤΟ 09 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 11:00 μ.μ. Ο «ΑΣΤΕΡΑΣ» Δερβενίου διοργανώνει αποκριάτικο χορό στο μπαρ Aqua.

*ΚΥΡΙΑΚΗ 10 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 04:30 μ.μ. Μεγάλη παρέλαση των αρμάτων και των καρναβαλιστών στον κεντρικό δρόμο του Δερβενίου!
Καύση του Βασιλιά Καρνάβαλου και γλέντι στην κεντρική πλατεία του Δερβενίου με πολλές εκπλήξεις!
Κέρασμα κρασί για τους μεγάλους φίλους του Καρναβαλιού!
Βροχή βεγγαλικών που θα φωτίσουν την Ευρωστίνη μας!

*ΚΥΡΙΑΚΗ 10 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
Ώρα 07:30 μ.μ. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Απάνω Γιαλός» και οι κάτοικοι του χωριού, μας καλούν στην πλατεία του Άνω Αιγιαλού για το πατροπαράδοτο έθιμο της «ΦΩΤΙΑΣ», με γλέντι μέχρι το πρωί.

*ΔΕΥΤΕΡΑ 11 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019 
«ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ»
Ώρα 12 το μεσημέρι Ο Εμπορικός και Επαγγελματοβιοτεχνικός Σύλλογος Δερβενίου και περιχώρων, μας προσκαλεί να γιορτάσουμε τα «ΚΟΥΛΟΥΜΑ» στην κεντρική πλατεία του Δερβενίου με Σαρακοστιανά εδέσματα γλέντι και χορό!

Υπό την αιγίδα του Δήμου Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης.
by : tinakanoumegk

Την Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου, ώρα 18:00–20:00 στη Δημοτική βιβλιοθήκη Πατρών, η ομάδα Commoners Code the City διοργανώνει την ανοιχτή εκδήλωση και συζήτηση με θέμα:
«ΑΣΤΙΚΑ ΚΟΙΝΑ: τοπική δράση για παγκόσμιους στόχους»
Τι είναι τα Κοινά; Γιατί είναι απαραίτητη η συμμετοχή των πολιτών στο σχεδιασμό και τη διαμόρφωση του δημόσιου χώρου; Πώς μεταφράζονται σε τοπικό επίπεδο οι 17 Παγκόσμιοι Στόχοι για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη που έχουν ορίσει τα Ηνωμένα Έθνη ενόψει 2030 και πώς επηρεάζουν την αναπτυξιακή ατζέντα της Ελλάδας; Ποιές συμμετοχικές μέθοδοι έχουν αναπτυχθεί σε εθνικό επίπεδο και τί προκλήσεις αντιμετωπίζουν; Τί δράσεις μπορούμε να αναλάβουμε σε τοπικό επίπεδο ώστε να συν-διαμορφώσουμε Αστικά Κοινά εκεί που κληρονομήσαμε αστικά κενά;
Διακεκριμένοι ομιλητές από φορείς έρευνας και κοινωνικής δράσης όπως το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο GROW Observatory, η Place Identity Clusters και η Οργάνωση Γη-Organization Earth, αλλά και τοπικές πρωτοβουλίες όπως το Imagine the city: Patras 2014 και οι Commoners Code the City θα παρουσιάσουν νέα εργαλεία, στρατηγικές συμμετοχικού σχεδιασμού και καινοτόμες λύσεις που εστιάζουν στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και επαναπροσδιορίζουν την έννοια της ανάπτυξης σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο με γνώμονα την αειφορία.
Σύντομο πρόγραμμας εκδήλωσης:
Ομιλίες
Pavlos Georgiadis - Παύλος Γεωργιάδης
Οι Παγκόσμιοι Στόχοι για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και η σημασία τους για την Ελλάδα
Πέτρος Κόκκαλης
Η Νέα Αστική Ατζέντα των Ηνωμένων Εθνών ως οδηγός βιώσιμης αστικής ανάπτυξης για τις ελληνικές πόλεις
Stephania Xydia
Από το κενό στα κοινά: Συμμετοχικός σχεδιασμός για την αστική αναγέννηση και την πολιτική καινοτομία
Konstantinos Zoumas
Φαντάσου την πόλη: Πάτρα, 2014
Alexandra Tiligadi
Αστικά Κοινά: Ένα αστικό παιχνίδι συμμετοχικού σχεδιασμού για την πόλη της Πάτρας
Ερωτήσεις και ανοιχτή συζήτηση
by : tinakanoumegk



Edward Hopper, Bridge Path (1939)
«Πρόοδος», «προοδευτισμός», «προοδευτικό όραμα», «προοδευτικό πρόσημο», «προοδευτικές πολιτικές»… καθώς εντός του κυβερνητικού χώρου γίνεται συχνά κουβέντα για την «ανάγκη σύγκλισης των προοδευτικών δυνάμεων» ενάντια στη «νύχτα της συντήρησης» και της δήθεν «οπισθοχώρησης σε μαύρες εποχές», κρίνουμε απαραίτητο να συζητηθούν και να ξεκαθαριστούν περαιτέρω τούτες οι έννοιες στις οποίες κατά καιρούς έχουμε ασκήσει κριτική.
Ο Auguste Comte, φιλόσοφος του Κοινωνικού Θετικισμού, ορίζει την «πρόοδο» ως κάτι το «ουσιώδες» για την αδιάκοπη βελτίωση του ανθρώπου, κάτι που βασίζεται στην επιστήμη και στην πειραματική μέθοδο. Ο στόχος του ανθρώπινου όντος για τον Comte είναι να καθορίσει το πνεύμα με το οποίο θα εξετάσει τους θεμελιώδεις κλάδους του θετικισμού και να κάνει ένα προοδευτικό ταξίδι προς τη γνώση των νόμων που καθορίζουν τον κόσμο. Στην πραγματικότητα ο Comte αλλά και άλλοι θετικιστές και μεταγενέστεροι κοινωνιολόγοι χαρακτηρίζονται από ένα ιδιαίτερα οπτιμιστικό όραμα περί «προόδου». Αν όλες οι θεωρίες της προόδου γίνονταν όντως αποδεκτές, αυτό θα σήμαινε, για παράδειγμα, ότι κάθε τεχνολογική καινοτομία θα οδηγούσε και σε μια θετική εξέλιξη για τον άνθρωπο. Γεγονός που δεν επιβεβαιώνεται καθόλου από την ιστορική εμπειρία, αρκεί να σκεφτούμε τον κίνδυνο ενός πολέμου με πυρηνικά όπλα. Επίσης στον 21ο αιώνα -στη λεγόμενη κοινωνία της πληροφορίας- η ραγδαία πρόοδος στον τομέα της «αδύναμης» νοημοσύνης, όπως η «Νομική Πληροφορική» και οι «Τεχνολογίες της Πληροφορίας», δεν προοιωνίζει μόνο κάποιες θετικές συνέπειες (ενδεχομένως), αλλά περισσότερο δείχνει μια «σκοτεινή πλευρά», ειδικά στο πεδίο των στρατιωτικών εφαρμογών. Πέρα όμως από τις αρνητικά παρεπόμενα της προόδου (κοινωνικής και τεχνολογικής) πρέπει να σημειώσουμε ότι ο μέσος άνθρωπος πολύ συχνά απορρίπτει -για πολλούς και διάφορους λόγους- τούτη την αδιάκοπη πορεία που συχνά, και εντελώς αυθαίρετα, χαρακτηρίζεται a priori ως «πορεία βελτίωσης». Η άρνηση αυτή πολλές φορές βαφτίζεται ως «ανωριμότητα» και «επαρχιωτισμός» από τους υπέρμαχους του προοδευτισμού. Στην πραγματικότητα, όπως θα δούμε παρακάτω, η ιδέα της τεχνολογικής και κοινωνικής προόδου, από τα γεννοφάσκια της υπήρξε πλατωνικά ελιτίστικη και αντιδημοκρατική, όχι μόνο λόγω της απέχθειας με την οποία οι προοδευτικοί έβλεπαν το μέσο άνθρωπο, προσκολλημένο στο δικό του τρόπο ζωής, αλλά διότι βασική επιδίωξη των προοδευτικών δυνάμεων ήταν πάντα η ανάθεση της εξουσίας σε «ειδικούς επαγγελματίες», οι οποίοι (στη δική τους κρίση) δύναται να πάρουν τις βέλτιστες αποφάσεις.
Η γενεαλογία της προόδου εν συντομία
Ο πυρήνας της ιδέας περί ανίκανου πολίτη εντοπίζεται στην βασική θέση του Thomas Hobbes περί μόνιμης κατάστασης πολέμου (state of war)[1]. Ο Hobbes, όπως πολύ σωστά είχε πει η Arendt, είναι ο θεμελιωτής του αστικού καθεστώτος[2]· ήταν από τους πρώτους εκπροσώπους της επιστημονικής επανάστασης του 17ου αιώνα που εξέφρασε τόσο έντονα την αντίθεσή του προς την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, και κυρίως προς την Αριστοτελική φιλοσοφία.  Έτσι η ιδέα του περί μόνιμηςκατάστασης πολέμου συνδέεται άμεσα με την αντίληψη του ανθρώπου ως εγωιστικό αυτόματο (automaton), ως μηχανή που κινείται συνεχώς και καταλήγει αναπόφευκτα σε γενική σύγκρουση με τις άλλες μηχανές[3]. Για τον ίδιο, οι άνθρωποι στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν τις προσωπικές τους υλικές επιθυμίες, δίχως κανέναν ενδοιασμό και ηθικό χαλινάρι, φτάνουν ακόμα και στο σημείο να σκοτώνουν και να επιτίθενται αδιάκριτα. Απέναντι στον θεολογικό αριστοτελισμό των Σχολαστικών, που είχαν μεταβάλει την αριστοτελική μεταφυσική σε  «υπερφυσική φιλοσοφία», o Hobbes αντιπροτείνει έναν ορθολογικό υλισμό επιμένοντας στην αποκλειστική πραγματικότητα της ύλης. Έτσι, με στόχο την κατοχή υλικού πλούτου, ο άνθρωπος Behemoth οδηγείται σε μια κατάσταση μόνιμου πολέμου όλων εναντίον όλωνΗ μόνη λύση για τον Hobbes ήταν η καθυπόταξη όλων στις σιδηρές προσταγές μιας απόλυτης εξουσίας, ενός Leviathan (the Sovereign) με άλλα λόγια, που θα επιβάλλει την τάξη δια πυρός και σιδήρου. Ωστόσο, βασικό μέλημα του Hobbes δεν είναι η εδραίωση ενός καθεστώτος σαδιστικού καταναγκασμού, αλλά η απομάκρυνση των ανθρώπων από την πολιτική δραστηριότητα. Λόγω της έμφυτης ροπής όλων μας, λοιπόν, προς την απόλυτη καταστροφή, ο Hobbes προτείνει την ανάθεση όλων των πολιτικών αποφάσεων σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων ή στον απόλυτο μονάρχη. Σε γενικές γραμμές, ο Hobbes ήταν ένας από τους πρώτους στοχαστές της νεωτερικότητας που βάσισε τη σκέψη του στην ιδέα της επιθυμίας, όντας ταυτόσημη με την ανάγκη: η ακόρεστη επιθυμία (ή βούληση), Φαουστική(όπως θα την αποκαλούσε ο Oswald Spengler)[4] για κατοχή υλικού πλούτου είναι ταυτόχρονα και ανάγκη, όντας αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φυσικής κατάστασης.
O John Locke και οι φιλελεύθεροι στοχαστές παρότι αμφισβήτησαν την απολυταρχία, ελάχιστα εναντιώθηκαν στην αντίληψη του Hobbes που ταυτίζει τη βούληση με την ανάγκη. Για τον Locke[5], πιο συγκεκριμένα, παρότι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι, την ίδια στιγμή δημιουργούν κοινωνίες με στόχο να προστατευτούν. Ασφαλώς σε αντίθεση με τον Hobbes, ο Locke διατυπώνει ευθαρσώς μια σταθερή ηθική και πολιτική άποψη υπέρ της αρχής της ανεκτικότητας ως εννοιολογική προσέγγιση του όρου «tolerance» (λατιν. «tolerantia»). Έτσι η ανεκτικότητα απέναντι στις θρησκευτικές διαφορές είναι απαραίτητη για να επιτευχθεί η κοινωνική ειρήνη[6]. Έναν αιώνα πριν τον Locke είχαν εκφράσει παρόμοιες ιδέες και ορισμένοι Γάλλοι πολιτικοί στοχαστές που είναι γνωστοί με το όνομα Politiques[7].  Η ιδέα της ανεκτικότητας τέθηκε σε ευρύτερη φιλοσοφική και ηθική βάση στο έργο σημαντικών στοχαστών όπως ο Althusius και ιδίως ο Milton και ο Spinoza. Ας δούμε λοιπόν με ποιο τρόπο η ιδέα της ανεκτικότητας – έτσι όπως κατέστη κατανοητή από τον Locke – σφυρηλατεί τον προοδευτισμό: στην πραγματικότητα, ο Locke δεν αμφισβήτησε πλήρως την αρχική θεώρηση του Hobbes, πως ο άνθρωπος στη φυσική του κατάσταση δεν είναι παρά ένα τερατόμορφο θηρίο που επιτίθεται και καταστρέφει. Ωστόσο, ένα κοινωνικό συμβόλαιο που, στη σκέψη του Locke, δεν θα πρέπει να βασίζεται στην εδραίωση μιας απόλυτης εξουσίας (την οποία ο στοχαστής θεωρεί παράνομη), θα προστατέψει τους ανθρώπους από την πιθανότητα διολίσθησης στη βία μέσω ενός συμβιβασμού: ο Locke αντικαθιστά την απολυταρχία – που στη σκέψη του Hobbes καταπιέζει τις ανθρώπινες επιθυμίες ώστε να αποφευχθεί ο μόνιμος πόλεμος – με την αέναη κατοχή χρήματος και ιδιοκτησίας. Η απεριόριστη κατοχή και συσσώρευση υλικού πλούτου με νόμιμα μέσα, κατευνάζει τις ακόρεστες επιθυμίες και απομακρύνει την ανάγκη της απόλυτης εξουσίας. Με βάση το σκεπτικό του Locke, το χρήμα που θα συσσωρεύεται μπορεί να πολλαπλασιάζεται, σε αντίθεση με τα υλικά αγαθά που αν δεν καταναλωθούν σε ορισμένο χρονικό διάστημα καταστρέφονται[8].
Πιο συγκεκριμένα, αν ένας άνθρωπος επιθυμεί μια Α ποσότητα ιδιοκτησίας, η κατοχή της αντίστοιχης ποσότητας σε χρήμα ικανοποιεί αυτή την επιθυμία (και ανάγκη, με βάση τη φιλοσοφική αυτή σκέψη). Στη συνέχεια, δεδομένου ότι οι ανθρώπινες επιθυμίες είναι ακόρεστες, ο ίδιος άνθρωπος θα ζητήσει μια Α2 ποσότητα ιδιοκτησίας· αυτή την ανάγκη έρχεται να καλύψει η δημιουργία συνθηκών για τη συσσώρευση μιας Α2 ποσότητας χρήματος. Η μετάβαση από το Α στο Α2 βέβαια δεν θα πρέπει να γίνεται άναρχα. Τόσο για τον Locke όσο και για τους μεταγενέστερους φιλελεύθερους, το οικονομικό παιχνίδι της μεγέθυνσης θα πρέπει να επιβλέπουν όροι, οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του κοινωνικού συμβολαίου, και ταυτόχρονα ικανοποιούν την αύξηση του πλούτου με «μή επιθετικά μέσα». Έτσι, ως αντίδοτο στην απολυταρχία, γεννιέται η ιδέα της προοδευτικής αύξησης ιδιοκτησίας (από Α σε Α2 και από Α2 σε Α3) μέσω της δημιουργίας κατάλληλων συνθηκών που θα ευνοούν την παροχή και απόκτηση υλικού πλούτου ad infinitum. Πολύ περισσότερο, ο πεσσιμισμός του Hobbes, δίνει τη θέση του στον φιλελεύθερο οπτιμισμό, τον οποίο εδραίωσε περαιτέρω ο Σκωτσέζος φιλόσοφος Adam Smith[9]. Το μοντέλο αυτό προβλέπει ότι η ακατάπαυστη -όλο και μεγαλύτερη- αύξηση της διάθεσης, παροχής και κατανάλωσης υλικών αγαθών μέσω του συστήματος της «αυτο-ρυθμιζόμενης αγοράς», ενός δηλαδή μηχανισμού που αποτρέπει κάθε ανάμειξη ανθρώπινου παράγοντα στη ρύθμιση της οικονομίας. Κρίθηκε πως με τον τρόπο αυτόν θα μπορούσε όχι μόνο να λυθεί οριστικά το πρόβλημα της σπάνης, αλλά και να κατευναστεί η επιθετικότητα, προϊόν της ανεξέλεγκτης ανθρώπινης τάσης για κατοχή[10]. Η ιδέα ότι οι παραγωγικές δυνατότητες θα πρέπει προοδευτικά να αυξάνονται αποτέλεσε τη λειτουργική βάση της καπιταλιστικής οικονομίας, όπως περιγράφει και ο Max Weber[11]. Τούτη η αντίληψη, ότι η συνεχόμενη αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων δίχως φρένο και όριο, και με την αναπόφευκτη χρήση της τεχνολογίας, θα εξάλειφε όλες τις δυστυχίες, αποτέλεσε κινητήριο μοχλό της Βιομηχανικής Επανάστασης, κατά τον Karl Polanyi[12].
Ίσως η Βιομηχανική Επανάσταση και η αύξηση της παραγωγής να κατάφεραν να περιορίσουν το πρόβλημα της σπάνης. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις τόσο η ίδια η παραγωγική διαδικασία όσο και η διαχείρισή της από γραφειοκρατίες ειδημόνων, υπήρξαν ζημιογόνες για διάφορες κοινότητες. Σε πρώτη φάση, η γραφειοκρατική διείσδυση στην πολιτική ήταν αναπόφευκτη· το μοντέλο της αυτο-ρυθμιζόμενης αγοράς όχι μόνο δεν επιθυμεί ανθρώπινη παρέμβαση με στόχο να οδηγείται η οικονομία σε ανάπτυξη, δίχως φρένο και μέτρο, αλλά απεναντίας βασίστηκε στον γραφειοκρατικό έλεγχο και στον αυταρχισμό. Επιπλέον, η ιδεολογία της προόδου και της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Αγγλία συνάντησε σφοδρές αντιδράσεις και πυροδότησε εξεγέρσεις: κατέστρεψε αγροτικές κοινότητες, με αποτέλεσμα πλούσιοι γαιοκτήμονες να μετακομίζουν στις πόλεις, όπου και θα στοιβαχτούν σε σπίτια μαζικής διαμονής, με στόχο να δουλέψουν στα εργοστάσια, και μάλιστα σε συνθήκες υποτιμητικές, τόσο για τους ίδιους όσο και για τα ίδια τους τα παιδιά (που ήταν και αυτά αναγκασμένα να εργάζονται επίσης), ενώ την ίδια στιγμή τμήμα του πληθυσμού εκριζώθηκε και αποκόπηκε από τον παραδοσιακό τρόπο ζωής του. Στην άλλη γωνιά του πλανήτη – κατά τους Lawrence Goodwyn, Paul Tagggart και Margaret Canovan[13] – την περίοδο του Gilded Age (όπως επισήμως αποκαλείται η περίοδος της αμερικανικής ιστορίας που ακολούθησε την Εποχή της Ανοικοδόμησης μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου), οι αγρότες του νότου, έχοντας χτυπηθεί οικονομικά, θα αναγκάζονται να πληρώνουν υψηλές εισφορές αν επιθυμούσαν να χρησιμοποιήσουν τους σιδηροδρόμους για τη μετακίνηση προϊόντων. Η αυξανόμενη ανέχεια θα οδηγήσει σταδιακά στην έκρηξη ενός κινήματος βασισμένο στις αρχές του κοπερατιβισμού, εμπνευσμένο από τις δημοκρατικές ιδέες του Thomas Jefferson, του Andrew Jackson (και του νότιου συντηρητισμού[14]), για τους οποίους η οικονομική πρόοδος και η βιομηχανοποίηση αποτελεί βασική απειλή στη δημοκρατία.
Παρομοίως, στη ρεπουμπλικανική/δημοκρατική σκέψη του Tocqueville η «ευρωπαϊκά νοούμενη» έννοια της προόδου είναι από δευτερεύουσα και ασήμαντη μέχρι και επικίνδυνη. Για τον ίδιο, τα χαρακτηριστικά της δημοκρατίας ήταν μια κατά προσέγγιση ισότητα (ως ζητούμενο) και η παντοδυναμία της πλειοψηφίας. Αυτά τα γνωρίσματα ασφαλώς εμπεριέχουν κινδύνους για την ελευθερία, διότι δύναται να δράσουν ισοπεδωτικά και να καλλιεργήσουν τη λατρεία της μετριότητας και τον κομφορμισμό[15]. Ωστόσο για τον Tocqueville σημαντικότερο όλων είναι η εξής «τριπλή συνύπαρξη»: ισχυρής συνείδησης ατομικής γνώμης, πολιτικών ελευθεριών και δημόσιου πνεύματος[16]. Υπό μια έννοια ο εκδημοκρατισμός και η εξάπλωση της πολιτικής ισότητας αποτελούσε πρόταγμα μετασχηματισμού του σύγχρονου κόσμου. Η επισήμανση αυτή του Tocqueville την εποχή εκείνη έδειξε, έστω έμμεσα, τους λόγους για τους οποίους τα ευρωπαϊκά έθνη απέτυχαν να αναπτυχθούν δημοκρατικά, παρά τις αλλεπάλληλες επαναστατικές εκρήξεις και παρά τα τεχνολογικά άλματα. Επιπλέον, για τον ίδιο εξέχουσας σημασίας είναι οι παραδόσεις και η θρησκεία, που όπως αναφέρει κατά το ταξίδι του στην Αμερική, θα έπρεπε να διατηρηθούν πάση θυσία, ώστε να προστατευτούν τόσο οι κοινότητες των ανθρώπων όσο και η δημοκρατία. Όπως φαίνεται λοιπόν, την ίδια ριζοσπαστική παράδοση που ενστερνίζεται ο Tocqueville, είχαν υιοθετήσει οι αγρότες της Αγγλίας, και ταυτόχρονα οι Jefferson και Jackson. Τον ίδιο σκεπτικισμό και πολιτισμικό συντηρητισμό που έδειξαν οι δημοκράτες της εποχής ενάντια στην πρόοδο συναντάμε και στον Αμερικανικό ποπουλισμό, στον συνεταιρισμό της Farmers Alliance και του συνδικάτου Knights of Labor, μέσα από τα οποία οι αγρότες εξέφρασαν την εναντίωσή τους στους «γιάνκηδες» της Wall Street, στους καπιταλιστές και στην οικονομική εξάπλωση δίχως όρια. Η Εποχή του Ποπουλισμού (Populist Era), όπως ονομάστηκε αργότερα, έθεσε τα πρώτα θεμέλια για την εναντίωση στην ιδεολογία της προόδου, υπηρετώντας τα ιδεώδη της δημοκρατικής Αμερικανικής Επανάστασης, τα ιδεώδη του ρεπουμπλικανισμού και της δικαιοσύνης. Το αγροτικό κίνημα δεν κατάφερε να σπάσει τις φυλετικές περιχαρακώσεις στον Αμερικανικό νότο, όπως αναφέρουν οι Goodwyn και Eugene Dominic Genovese[17], παρά τις συνεχόμενες και εντεταμένες προσπάθειες. Ωστόσο κατάφερε να αμφισβητήσει την ιδεολογία της προόδου[18] ως ασυμβίβαστη με τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη. Η αυτο-οργάνωση των αγροτών του Αμερικανικού νότου, όπως ακριβώς και των αγροτών της Βρετανίας, βάσει αναλύσεων του Christopher Hill[19], αναβίωσε τη δημοκρατική παράδοση, μια παράδοση που κοιτά την πρόοδο και την τεχνο-οικονομική ανάπτυξη με καχυποψία, που αντιστέκεται στον νεωτερικό Φαουστικό άνθρωπο, απεχθάνεται το θεραπευτικό κράτος της κοινωνικής πρόνοιας και κάθε ελιτίστικη, κεντρική εξουσία, αντιπροτείνοντας επιστροφή στις μικροαστικές αξίες της κοινότητας, της εργασίας, της θρησκείας και της συμβίωσης γύρω από μία υπερέχουσα αρχή.
Βέβαια το αγροτικό κίνημα δεν κατάφερε να στεριώσει· την άνοδο του Λαϊκού Κόμματος (People’s Party) ακολουθεί η εισχώρηση εντός του αρκετών ηγετικών φυσιογνωμιών που αναδύθηκαν μέσα από την Farmer’s Alliance. Με βάση το Omaha Platform – ιδρυτική διακήρυξη του PP – το κόμμα θα αποτελούσε μοναδικό εκπρόσωπο των συμφερόντων του αγροτικού κόσμου· στόχος του θα ήταν να αμφισβητήσει την ηγεμονία του δεξιού (για την εποχή) Δημοκρατικού Κόμματος, και των φιλελεύθερων Ρεπουμπλικάνων, που για τους αγρότες ήταν βασικοί εκπρόσωποι των συμφερόντων του καπιταλιστικού βορά. Ωστόσο, ηγετικά μέλη του PP ήρθαν σε συμφωνία με τους Δημοκρατικούς, πιστεύοντας ότι έτσι θα μπορούσαν να εξυγιάνουν το κόμμα που στον Αμερικανικό νότο ήταν κυρίαρχο, λόγο της προσήλωσής του στην ιδεολογία της Λευκής ανωτερότητας που – παρά την ήττα του Στρατός της Συνομοσπονδίας (confederate army) – δεν είχε χάσει την αίγλη της σε πολλές πρώην δουλοκτητικές πολιτείες. Κάτι τέτοιο είχε ως συνέπεια το ΡΡ να φαγοκυτταρωθεί από το Δημοκρατικό Κόμμα, θέτοντας τέλος στις ελπίδες των αγροτών για οικονομική δικαιοσύνη και δημοκρατία. Τα αιτήματα των αγροτών, ωστόσο, άρχισαν να υλοποιούνται κατά την περίοδο της Προοδευτικής Εποχής (progressive era), υπό την ηγεσία του Theodor Roosvelt, όπου άρχισε να προωθείται η ιδέα πως η επικράτηση της τεχνικής, των εξειδικευμένων επαγγελματιών και του κεντρικού σχεδιασμού θα μπορούσε να αποτελέσει απάντηση θετική στην επιβίωση πληθυσμών που σπαράσσονταν από τον πόλεμο, την οικονομική ανέχεια και την ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Οι Προοδευτικοί είχαν αντιληφθεί ότι τα προβλήματα της βιομηχανικής επέκτασης μόνο με τεχνικές λύσεις θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν, καθώς και με την καθοδήγηση καταρτισμένων «άριστων», παρά με τζεφερσονικού τύπου δημοκρατικές λύσεις. Αργότερα ο Franklin Roosvelt προτείνει παρεμβάσεις μιας κλίκας «ειδικών», στα πλαίσια του New Deal, εξιδανικεύοντας τον ρόλο της εξειδίκευσης, της αέναης αύξησης της παραγωγής και, ταυτόχρονα, της κατανάλωσης, δίχως όριο και μέτρο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, οι δυνάμεις που σήμερα αποκαλούμε «προοδευτικές», κοινώς οι δυνάμεις της φιλελεύθερης αριστεράς, που ακολουθούν το πρότυπο του New Deal και υπόσχονται τη βελτίωση της κοινωνίας μέσα από γραφειοκρατικά μέτρα (όπως το κράτος πρόνοιας, η παρέμβαση στην οικογένεια, ο έλεγχος της γλώσσας και της δημόσιας συμπεριφοράς), αποτελούν εν μέρη κληρονόμο αυτής της παράδοσης. Αυτή η πολιτική παράδοση αποβλέπει στην απομάκρυνση του μέσου ανθρώπου από την πολιτική – η οποία καθίσταται αντικείμενο της γραφειοκρατίας των «ειδικών». Η αντιλαϊκιστική κουλτούρα που εδραίωσε, σφυρηλάτησε την πορεία της αριστεράς από τις αρχές της δεκαετίας του 1910, όπως αναφέρει ο Christopher Lasch[20].
H φιλοσοφία της προόδου: μια γενική αποτίμηση
Η αντίληψη της ιστορίας που θεωρεί ότι όλα όσα έρχονται «μετά» είναι «καλύτερα» από τα προηγούμενα, ότι το μέλλον θα είναι όλο και πιο ευοίωνο σε σχέση με το παρελθόν[21] καθώς η τεχνογνωσία, η εξειδίκευση και η «αριστεία» θα φέρνουν συνεχώς πρόοδο, με τις συνθήκες του ανθρώπινου βιοτικού επιπέδου να καλυτερεύουν όλο και περισσότερο, αποτέλεσε τη βάση της νεωτερικότητας. Την οπτιμιστική προοδευτική αντίληψη αυτή ασπάστηκαν ποικίλα ρεύματα: αρχικά η Δεξιά και οι αντιδραστικοί μοντερνιστές, μαζί με τους οι θετικιστές (όπως προαναφέραμε) και οι ερευνητές της «μαζικής ψυχολογίας» κατά τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, οι κομμουνιστές καθώς και οι ακόλουθοι του επιστημονικού σοσιαλισμού[22], κατά τη δεκαετία του ‘50 και του ‘60 ορισμένοι θεωρητικοί της «μαύρης θεολογίας»[23] και οι Χριστιανοί μιλλεναριστές που απομακρύνθηκαν από τη λαϊκότητα, την αμεσότητα των παραδόσεων των μαύρων εκκλησιών του αμερικανικού νότου, στη συνέχεια η νέα Αριστερά, οι σύγχρονοι ακτιβιστές και ελιτιστές καθώς και τα νεοφιλελεύθερα δόγματα. Στην πραγματικότητα, η ιστορία και η ηθική δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κάτι που έχει μια ειρηνική, καλή και γραμμική πορεία: καταγράφει κρίσεις, ξεριζωμούς, σπαραγμούς και καταστροφές που αναιρούν την ίδια την έννοια της προόδου. Ο Spengler προσπαθώντας να ανακαλύψει τη μορφολογία της ιστορίας και να μελετήσει τη μορφή που ενσωματώνει κάθε πολιτισμός, υποστήριξε ότι ο κόσμος μπορεί να θεωρηθεί ως «ιστορία», δηλαδή ως ένα σύνολο μοναδικών φαινομένων ή ως «φύση», δηλαδή ως ένα σύνολο φαινομένων που συνδέονται με πολιτιστικούς δεσμούς[24].  Από την άλλη, το κράτος για τον Spengler είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός, ο οποίος γεννιέται, αναπτύσσεται και πεθαίνει, ακριβώς όπως ο άνθρωπος. Έτσι η ιστορία είναι το στοιχείο που, μέσω της εμπειρίας, οδηγεί στη φύση και επομένως στην ωρίμανση ενός πολιτισμού. Σε αυτό το πλαίσιο σκέψης, ο δυτικός πολιτισμός είναι ένας ζωντανός οργανισμός που προορίζεται να πεθάνει. Το είδος του πολιτισμού που επηρεάζεται όλο και περισσότερο από το χρήμα, την εκβιομηχάνιση, την τεχνολογία και την πρόοδο (στοιχεία που, κατά τον Spengler, νοούνται ως εξαιρετικά αρνητικά), μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα οδηγήσει σε ένα επόμενο μοντέλο κράτους το οποίο θα ορίζεται από άλλες αξίες και επομένως ο άνθρωπος θα πρέπει απλά να αποδεχθεί το αναπόδραστο πεπρωμένο του: την ολοκληρωτική παρακμή. Η ντετερμινιστική οπτική του Spengler, που παρουσιάζει μια -αποκαλυπτικού τύπου- όψη της ιστορίας, βασίζεται στην πεποίθησή του ότι ο αδιάκοπος εκπολιτισμός αντιπροσωπεύει το τελευταίο στάδιο (τερματικό) του πολιτισμού και επομένως η πρόοδος, τουλάχιστον από ένα σημείο και έπειτα, θα πρέπει να θεωρείται κάτι το πολύ αρνητικό. Ακόμη και ο Bertrand Russell[25], υπέρμαχος της τεχνολογικής προόδου, υποστήριξε ότι μια κοινωνία που κυριαρχείται από ομάδα ελιτιστών που τους οδηγούν τα εγωιστικά τους ένστικτα -και αψηφούν τη θέληση των απλών ανθρώπων- δεν μπορεί να οδηγήσει σε σωστή χρήση των καινοτομιών και επομένως αυτή η «πρόοδος» είναι αδύνατο να φέρει ευημερία και ευτυχία.
Σε κάθε περίπτωση, είτε αισθανόμαστε πιο κοντά στη πεποίθηση του Comte, είτε σε αυτή του Spengler είναι πολύ σημαντικός ο προβληματισμός και η μετρημένη στάση μας απέναντι στη πρόοδο εν γένει. Κανείς δεν μπορεί να μας υποσχεθεί ότι αυτό που κάποιοι προοδευτικοί θέλουν να έρθει αύριο θα είναι καλύτερο από το χθεσινό, αλλά ούτε το αντίθετο. Ωστόσο σε καμία περίπτωση μια αλλαγή -όπως κι αν βαφτίζεται- δεν οδηγεί, αξιωματικά, και σε καλυτέρευση, ούτε είναι βέβαιο ότι κάτι, όντως ωφέλιμο, θα καταμεριστεί με τρόπο δίκαιο σε όλους. Επομένως, εκτός από τις προβλέψεις και τις εικασίες επί των συνεπειών, θα πρέπει ταυτόχρονα -πράγμα σημαντικότερο- να αναζητήσουμε και να φροντίσουμε τα δημοκρατικά μέσα που είναι απαραίτητα ώστε να συντηρούμε και να αποδεχόμαστε όσα αποδεδειγμένα μας ωφελούν -και έχουμε πραγματικά ανάγκη- και να αντιστεκόμαστε σε όσα, με όχημα την ακόρεστη επιθυμία, συμβάλλουν στην παρακμή του πολιτισμού μας. Αυτή η αναζήτηση και η φροντίδα θα μπορούσε να σηματοδοτήσει και την αφετηρία ενός μελλοντικού πολιτικού μετασχηματισμού.
 [1] Thomas Hobbes, 2006. Leviathan, (New York: Dover Philosophical Classics).
[2] Hannah Arendt, 1976. The Origins of Totalitarianism (California: A Harvest Book) σελ. 123-157.
[3] K.C. Brown, επιμ., Hobbes Studies, Οξφόρδη, Blackwell, 1965.
[4] Oswald Spengler, H Παρακμή της Δύσης (Πρώτος Τόμος) 2005. Μορφή και Πραγματικότητα, Περιγράμματα μιας Μορφολογίας της Παγκόσμιας Ιστορίας. Αθήνα: Τυπωθήτω.
[5] John Locke και Peter Laslett. 1988. Two Treatises of Government. Cambridge: Cambridge University Press.
[6] Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης. 1998. Πολιτικοί Στοχαστές των Νεότερων Χρόνων, Γ Έκδοση Αθήνα: Πορεία.
[7] Michel de l’Hôpital, Estienne Pasquier, Philippe du Plessis Mornay και ο θεωρητικός της κρατικής κυριαρχίας Jean Bodin.
[8] Μιχάλη Θεοδοσιάδη, Λαϊκισμός και Κοινή Ευπρέπεια (υπό επεξεργασία, ο τίτλος ενδέχεται να αλλάξει).
[9] Αναφορικά με την ιδέα της αυτο-ρυθμιζόμενης αγοράς: βλ. Adam Smith. 1987. The Wealth of Nations. London: Wordsworth Classics. σ.425. Του ίδιου συγγραφέα: 2007. Theory of Moral Sentiments. New York: Dover Philosophical Classics. σ.182. Karl Polanyi, 2001. The Great Transformation. Boston: Beacon Press. σ.45, σ.71.
[10] Crawford Brough Macpherson. 1964. The political theory of possessive individualism : Hobbes to Locke. Oxford: Oxford University Press.
[11] Max Weber, 1998. The Protestant ethic and the spirit of capitalism. 2nd Roxbury ed. Los Angeles: Roxbury Pub.
[12] Karl Polanyi, 2001. The Great Transformation. Boston: Beacon Press. σσ.42.
[13] Lawrence Goodwyn, 1976. Democratic Promise: The Populist Movement in America. New York: Oxford University Press.
Paul Taggart, 2002. Populism. UK: Open University Press. Σσ.25-45.
Margaret Canovan, 1981. Populism. New York: Harcourt Brace Jovanovich.
[14] Αναφορικά με τα θετικά και αρνητικά στοιχεία της κουλτούρας του νότιου συντηρητισμού, βλ. Eugene Domonic Genovese. 1994. The Southern Tradition. Massachusetts: Harvard University Press.
[15] Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, 1998. Πολιτικοί Στοχαστές των Νεότερων Χρόνων, Γ Έκδοση. Αθήνα: Πορεία. σ. 168 και 169.
[16] Alexis de Tocqueville, 2002. Democracy in America, Translation: Henry Reeve, A Penn State Electronic Classics Series Publication.
[17] Eugene Dominic Genovese, 1976. Roll Jordan Roll: The World the Slaves Made. Yale: Yale University Press. σσ.25.
Lawrence Goodwyn, 1976. Democratic Promise: The Populist Movement in America. New York: Oxford University Press. (κεφάλαιο The Populist Approach to Black America. σσ.276-306).
[18] Lawrence Goodwyn, 1976. Democratic Promise: The Populist Movement in America. New York: Oxford University Press. σ.vii.
[19] Christopher Hill, Reformation To Industrial Revolution. London: Penguin Books. σσ.213-286.
[20] Christopher Lasch, 1991. The True and Only Heaven. New York: W & W Norton Inc. (βλ κεφάλαιο: Right Wing Populism and The Revolt Against Liberalism, σσ.476-570).
[21]  Lawrence Goodwyn. 1976. Democratic Promise: The Populist Movement in America. New York: Oxford University Press. σσ.vii.
[22] Χαρακτηριστικό παράδειγμα, μάλιστα, αποτελεί η στάση των Μαρξ και Ένγκελς (βλ. Κομμουνιστικό Μανιφέστο) υπέρ της προόδου της αστικής τάξης, η οποία όταν ήρθε στην εξουσία «κατέστρεψε όλες τις φεουδαρχικές, πατριαρχικές και ειδυλλιακές σχέσεις», κατέστρεψε τους «φεουδαρχικούς δεσμούς που συνδέανε τον άνθρωπο με τους φυσικούς ανώτερούς του και δεν άφησε κανέναν άλλο δεσμό ανάμεσα σε άνθρωπο και σε άνθρωπο, εκτός από το γυμνό συμφέρον, από την αναίσθητη “πληρωμή τοις μετρητοίς”».
[24] Oswald Spengler, H Παρακμή της Δύσης (Πρώτος Τόμος) 2005. Μορφή και Πραγματικότητα, Περιγράμματα μιας Μορφολογίας της Παγκόσμιας Ιστορίας. Αθήνα: Τυπωθήτω.
[25] Bertrand Russell. 1968. The Impact of Science on Society. AMS PRESS: New York