ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








HMEΡΙΔΑ: "ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ: ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ", και ένα κείμενο "Φωτεινή Αρκαδία"

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016 0 comments


Ημερίδα με θέμα : «Αρκαδίας μοναδικότητα: ταυτότητα του τόπου και σύγχρονες τεχνολογικές προκλήσεις». Τρίπολη 17.9.2016


Το ΤΕΕ Πελοποννήσου σε συνεργασία με τη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, διοργανώνουν ημερίδα με τίτλο «Αρκαδίας μοναδικότητα: ταυτότητα του τόπου και σύγχρονες τεχνολογικές προκλήσεις», στις 17 Σεπτεμβρίου 2016 στο Αποστολοπούλειο Πνευματικό Κέντρο στην Τρίπολη (Πρόσκληση-Πρόγραμμα).
Η ημερίδα εντάσσεται στα πλαίσια προγραμματισμού για διεξαγωγή σειράς ημερίδων (Ανακοίνωση 7.9.2016) σε κεντρικές πόλεις της Περιφέρειας Πελοποννήσου (Τρίπολη, Ναύπλιο, Καλαμάτα, Κόρινθο) κατά την περίοδο Σεπτεμβρίου–Δεκεμβρίου 2016.
 ..................................................................................................................................................................

«Αρκαδίαν μ’ αιτείς; Μέγα μ’ αιτείς ου τοι δώσω»
Χρησμός του Μαντείου των Δελφών στον βασιληά της Σπάρτης

του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη*
(...)
Η Πατρίδα των θεών
Βουνίσια, κακοτράχαλη, περήφανη Αρκαδία,
του Αλφειού το κύλισμα, δικό σου χαμογέλιο,
τα μοναστήρια, και οι βωμοί του πρώτου θεού, του Δία
κρατούν τα σκήπτρα του καιρού, σ’ άγιο Ευαγγέλιο
[…….]
Σπονδή, χωρίς χοές παλιές, θα κάνω για τον Πάνα,
στην Παναγιά την Μαλεβή, δέηση και άγιο δάκρυ
βουβή, και μυστηριακή σκέψη στην Δημητσάνα
και ένα μου χάδι, αόρατο, πάνω σου, απ’ άκρη σ’ άκρη
[Πόπη Πασπαλιάρη: Σπονδή στην Αρκαδία]
Η Αρκαδία, μετά τις τελευταίες ανατρεπτικές επιστημονικές έρευνες και αρχαιολογικές ανακαλύψεις, ήταν τελικά η “γενέθλια γη” του Δία, του πατέρα των θεών. Ή μάλλον καλύτερα, οι Αρκάδες πρώτοι μυθολόγησαν την γέννηση του υπέρτατου Θεού που λάτρευαν οι Έλληνες πριν από το Χριστό. Γιατί όσο και αν η αρχαιολογία δεν ταυτίζεται με την μυθολογία, δεν παύουν οι ανασκαφές να μπαίνουν στον πειρασμό να δώσουν απαντήσεις που αφορούν και την θεογονία.
Το όρος Λύκαιο (υψόμετρο 1421 μέτρα), το ιερό βουνό των αρχαίων Αρκάδων, βρίσκεται ακριβώς στα σημερινά σύνορα Αρκαδίας και Μεσσηνίας, από την αριστερή όχθη του Αλφειού ποταμού μέχρι την βόρεια πλευρά του κόλπου της Κυπαρισσίας. Οι κάτοικοι της γύρω περιοχής το λένε ακόμα και Διαφόρτι (δηλ. «πέρασμα του Διός»). Η ψηλότερη κορυφή του (σήμερα λέγεται Προφήτης Ηλίας) ήταν στην αρχαιότητα σημαντικό θρησκευτικό κέντρο όπου λατρευόταν ο Δίας, ο Απόλλων, ο Πάνας και η Δέσποινα. Ο πολιτισμός του Λυκαίου και της αρχαίας Παρρασίας χάνεται στο βάθος των αιώνων τότε που γεννήθηκε η ιδέα για το «Κοινό των Αρκάδων» και το «Αρκαδικόν Ιδεώδες». Αυτό που ενθουσίασε τους ποιητές της Ευρώπης, όπως ο Σίλλερ που αναφώνησε το«et in Arcadia ego».
Στην ψυχή των Αρκάδων το Λύκαιο ήταν ο ιερός τόπος της «κιβωτού της διαθήκης» που διασώζει τα ενωτικά αισθήματα και τον ιδεαλισμό του Αρκαδικού Ιδεώδους, αυτού που ο Αριστοτέλης έφερε σαν παράδειγμα στα Πολιτικά του: «διοίσει δε των τοιούτω και πόλις έθνους, όταν μη κατά κώμας ωσί κεχωρισμένοι το πλήθος, αλλ’ οίον οι Αρκάδες».
Ο υπέρλαμπρος ήλιος που φωτίζει την κορυφή του εικάζεται ότι είναι η αιτία για το όνομα του βουνού κατά την αρχαιότητα αφού «Λύκαιο» σημαίνει «λαμπρό φως» και ετυμολογείται από την πανάρχαια ρίζα «λυκ» (λυκαυγές, λυκόφως, LUX στα λατινικά, όπως FIAT LUX: γεννηθήτω φως, light κ.ο.κ.).
Οι ανασκαφές στο όρος Λύκαιον είναι μεγάλου ενδιαφέροντος δεδομένης της σπουδαιότητας του όρους Λυκαίου για τους αρχαίους Αρκάδες της Κλασσικής περιόδου που το έβλεπαν ως σύμβολο της Παν-Αρκαδικής ενότητας, της θέσης του μεταξύ των Παν-Ελλήνιων αθλητικών εορτών, της παρουσίας αρκετών μοναδικών αρχιτεκτονικών στοιχείων και των μυστηριωδών και απόκρυφων τελετουργιών του.
Δύο θεότητες ετιμώντο στο Όρος Λύκαιον, ο Δίας και ο Πάνας, οι οποίοι είναι σύμβολα της Εθνικής Ταυτότητας των Αρκάδων. Ο Δίας είναι ο παν-Έλληνας θεός που ελέγχει, όπως και αλλού στην Ελλάδα, τα ατμοσφαιρικά φαινόμενα.
Το ιερόν του Διός στο όρος Λύκαιον δεν είναι το τυπικό ελληνικό ιερό, αν δεχθούμε ότι υπάρχει κάτι τέτοιο. Το τοπίο είναι φανταστικό. Και οι αναφορές που υπάρχουν σε γραπτά κείμενα για το ιερό είναι πλούσιες και γοητευτικές. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η τοποθεσία είναι μεγαλειώδης, μαγική και μυστηριώδης, αν όχι υποβλητική. Έχει πολλές εκπληκτικές ομοιότητες με το ιερό του Διός στην Ολυμπία: και τα δύο έχουν έναν τεράστιο βωμό, ενδείξεις για αρχαία λατρεία του Διός και τα δύο φιλοξενούσαν σημαντικά αθλητικά γεγονότα κατά την αρχαιότητα.
Οι αρχαιολόγοι, που είναι αισιόδοξοι από την πορεία των ανασκαφών, φαίνεται να είναι σίγουροι τώρα ότι ο Δίας, καθώς και μια θηλυκή εκδοχή του νωρίτερα, λατρεύονταν ήδη στην Αρκαδία στους προϊστορικούς χρόνους. Για τον Κεν Ντάουντεν, διευθυντή του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο του Μπέρμπινχαμ, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι οι Αρχαίοι Έλληνες υιοθέτησαν ιερό χώρο που πρωτύτερα ήταν αφιερωμένος σε παλαιότερους θεούς: «Όπως και οι Χριστιανοί υιοθετούσαν παγανιστικά ιερά με σκοπό να εδραιώσουν τον χριστιανισμό εις βάρος της προηγούμενης θρησκείας». Πρόκειται για μια πρακτική πανάρχαιη που συνέβαινε παλαιότερα –πριν εμπεδωθεί η έννοια της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς- σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης και σε όλους τους πολιτισμούς.
Στο Λύκαιον όρος, που γεννήθηκε ο Δίας, ο Λυκάων (χαρισματικός ηγέτης των Αρκάδων) έδωσε στον Δία το προσωνύμιο Λύκαιος (δηλ. Φωτεινός) και ίδρυσε τα Λύκαια, την μεγάλη γιορτή με αθλητικούς αγώνες, «και αγώνα έθηκε Λύκαια», όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Εκτενή περιγραφή των μαρτυριών αυτών κάνει το Ημερολόγιο των «Αρκαδικών» του 1990 (Τόμος Θ).
(...)
Ο Παυσανίας στα Αρκαδικά του 8, 5 μας αναφέρει σχετικά με τα Λύκαια ότι, στο Λύκαιον όρος υπάρχει ιερό του Πανός με άλσος γύρω του, με ιππόδρομο και πριν απ’ αυτόν στάδιο, όπου παλαιά εγίνοντο οι αγώνες των Λυκαίων. «Έστι δε εν των Λυκαίω Πανός τε ιερόν και περί αυτό άλσος δένδρων και ιππόδρομος τε και προ αυτού στάδιον· το δε αρχαίον των Λυκαίων ήγον τον αγώνα ενταύθα». Οι αγώνες, κατά τον Παυσανία 2, 1, θεσπίσθηκαν από τον Λυκάονα. Μας αναφέρει ότι ο γιος του Πελασγού Λυκάων έκανε τα εξής σημαντικά έργα. Συνοίκισε την πόλη Λυκόσουρα η οποία ήταν η αρχαιότερη απ’ όλες τις πόλεις που υπήρξαν πάνω σε ηπειρωτική ή νησιωτική γη. Ήταν η πρώτη πόλη που είδε το φως του ήλιου, χρησίμεψε δε ως υπόδειγμα για την δημιουργία άλλων πόλεων. Αν δεχθούμε την άποψη αυτή του Παυσανία, τότε μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι στη Λυκόσουρα, εκεί δηλαδή που γεννήθηκε η πρώτη πόλη, κατ’ επέκταση γεννήθηκε και ο πολιτισμός της ανθρωπότητας.
Τα Λύκαια θεωρούνται τα αρχαιότερα από τις μεγάλες και περίφημες γιορτές της αρχαιότητας, όπως τα Πύθια, τα Ίσθμια, τα Νέμεα, τα Ολύμπια, και νεώτερα μόνο από τα Ελευσίνια, που εγίνοντο προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης.
Η φήμη των αρχαίων Λυκαίων είχε ξεπεράσει τον Αρκαδικό και Πελοποννησιακό χώρο αφού και ο μεγάλος Θηβαίος ποιητής Πίνδαρος αναφέρεται στους αγώνες και στους νικητές των Λυκαίων, «τα δε Παρρασίω στρατώ θαυμαστός εών φάνη Ζηνός αμφί πανάγυριν Λυκαίου». Και όταν οι Μύριοι υπό τον Κύρον ξεκίνησαν εναντίον του αδελφού του Αρταξέρξη, ο αρχηγός των Ελλήνων μισθοφόρων Ξενίας σε ανάμνηση και προς τιμή του Λυκαίου Δία οργάνωσε τελετή αγώνων στις Πέλταις, όπως μας αναφέρει ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση. «Ενταύθα έμεινεν (ο Κύρος) ημέρας τρεις· εν αις Ξενίας ο Αρκάς τα Λύκαια έθυσε και αγώνα έθηκε· τα δε άθλα ήσαν στλεγγίδες χρυσαί· εθεώρη δε τον αγώνα και Κύρος».
Τα Λύκαια είναι τα ιδανικά αγωνίσματα της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της αδελφοσύνης και της ειρήνης. Γι’ αυτό αναβιώνουν και θα αναβιώνουν συνεχώς.
Το Λύκαιο αποκαλείτο και Όλυμπος γιατί εκεί πίστευαν οι Αρκάδες πως ήταν ο θρόνος του Δία. Η άποψη αυτή φαίνεται να τεκμηριώνεται πλέον από μια σειρά ευρημάτων, στοιχείων και μνημείων που οδηγούν στα πολύ παλιά χρόνια. (Παυσανίας Η’ 38,2)
Ο Καλλίμαχος θεωρούσε την Αρκαδία πνευματική του πατρίδα και γεννήτορα του πρώτου μεγάλου θεού – θεών τε και ανθρώπων. Την δοξασία, ότι ο μέλλοντας κυρίαρχος του Ολύμπου γεννήθηκε στο Λύκαιο, μας την παραδίδει και ο Καλλίμαχος, προσθέτοντας μάλιστα τις λεπτομέρειες ότι η Ρέα, καθώς κτυπούσε το έδαφος για να αναβλύσει νερό, επικαλέσθηκε την μητέρα της Γαία και ότι από το Λύκαιο έστειλε τον Δία με τις νύμφες στην Κρήτη. Το τελευταίο τούτο μπορεί να συνδυαστεί με την νεώτερη παράδοση, ότι δηλαδή ο Κρόνος έφθασε στην Αρκαδία και εκεί η Ρέα του παρέδωσε το σπαργανωμένο λιθάρι, αφού είχε φυγαδεύσει το παιδί στην Κρήτη.
Στο έξοχο ποίημά του, το αφιερωμένο στην πρώτη θεά, την Ρέα-Κυβέλη, την θεοποιημένη Γη, προβάλλει μ’ έμφαση και πειστικότητα την ιδέα, πως η πρώτη «Βηθλεέμ» της ελληνικής θρησκείας του Δωδεκαθέου ήταν το Παρράσιον, πάνω στο Λύκαιον όρος της Αρκαδίας.
Μια πολύ όμορφη περιγραφή των μαρτυριών για την γέννηση του Δία στην Αρκαδία μας έχει παραδώσει η αείμνηστη αρχαιολόγος Ευγενία Δερεχάνη στην μοναδική μελέτη της (δυσεύρετη πλέον) «Το Όρος Λύκαιον και οι Αρχαίοι Αρκάδες».
(...)
Το Αρκαδικόν Ιδεώδες και οι Σύγχρονοι Αρκάδες
Ο δεύτερος μεγάλος θεός της Αρκαδίας είναι ο Πάνας, που οι μύθοι τον θέλουν παιδί του Δία και της Καλλιστώς, γεννημένον παράλληλα με τον Αρκάδα αλλά στην συνέχεια λατρεύτηκε ως παγκόσμια θεότητα από τους Έλληνες –από το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα- οι οποίοι έβλεπαν στο πρόσωπό του το μέγα παν – το σύμπαν. Ένας ορφικός ύμνος λέει χαρακτηριστικά: «Επικαλούμαι τον Πάνα, θεό ισχυρό, θεό ποιμενικό. Τον Πάνα, σύνολο του κόσμου, ουρανό, θάλασσα, κυρίαρχη γη και αθάνατη φωτιά, γιατί αυτά είναι τα μέλη του Πάνα… θεού που οι μελωδικές του συμφωνίες υμνούν την παγκόσμια ζωή, θεού με τα χίλια ονόματα, απόλυτα κυρίαρχου του κόσμου, που όλα τα γεννάει και όλα τα παράγει».
Αυτό το παν όμως δεν είναι μονολιθικό, αλλά αποτελείται από επί μέρους οντότητες που συνθέτουν την διαλεκτική της φύσης: ναϊάδες, δρυάδες, αμαδρυάδες, νύμφες, επιμηλίδες, μούσες με τις οποίες ο γλεντοκόπος ζωογόνος θεός βρίσκεται συνέχεια σε διάλογο ερωτικό. Ο Έλληνας δεν άφηνε τίποτα που να μην το στόλιζε με ωραιότατες νύμφες και αγαθοδαίμονες.
Η Αρκαδία ήταν ο τόπος που ταίριαζε με την ανέμελη και παιχνιδιάρικη φυσιογνωμία του Πάνα. Το μέλι, που ήταν άφθονο στην περιοχή, ήταν αυτό που του άρεσε να του προσφέρουν για θυσίες. Από τα πουλιά, ο αετός, και από τα φυτά, το πεύκο ήταν ταυτισμένα με τον θεό. Υπάρχει ένας ομηρικός ύμνος που δίνει την ομορφότερη περιγραφή του χαρακτήρα του και αρχίζει με αυτά τα λόγια:«Μούσα κουβέντιασε μου για τον αγαπημένο γιο του Ερμή, τον τραγοπόδαρο θεό με τα δύο κέρατα, ξετρελλαμένον για γλέντια και χορούς. Ξεδίνει στα σύδεντρα και τα λειβάδια μαζί με νύμφες, ξεφτέρια σε τραγούδια, που σκαρφαλώνουν σε κακοτράχαλα βράχια και τάζονται στο όνομα του Πάνα, των τσομπάνηδων θεό με τα φουντωτά κι ανάκατα μαλλιά… Κάποιες φορές μονάχος το βραδάκι, στον γυρισμό απ’ το κυνήγι, εμπνευσμένος από την γλυκιά μούσα, τραγουδάει με το σουραύλι του. Κι ούτε το πουλί, που την ανθισμένη εποχή της Άνοιξης τραγουδάει τα πιο γλυκά τραγούδια του, όταν μέσα στις φυλλωσιές σκορπάει τις πιο μερακλιασμένες νότες του, δεν θα τον ξεπέρναγε σε μελωδία…».
Δεν είναι τυχαίο ότι ο μύθος του Οδυσσέα -πρωταγωνιστή στο έπος του Ομήρου- συνδέεται με την Αρκαδία.
Ο Οδυσσέας, που αντιπροσωπεύει τον διαχρονικό Έλληνα ο οποίος πάντα θα επινοεί τρόπους για να εξαπατά τον Κύκλωπα, είχε περάσει τα παιδικά του χρόνια στην Αρκαδία, όπως έχουν γράψει οι Ακαδημαϊκοί Ιωάννης Κακριδής και Σπύρος Μαρινάτος: «ο πάππος του Οδυσσέα λέγεται Αρκείσιος και είναι φυσικά Αρκαδικής προελεύσεως». Ένας μεταομηρικός μύθος έλεγε ότι ο Αρκείσιος, ο πατέρας του Λαέρτη, ήταν γιος του Δία και της Ευρυοδίας. «Διογένες Λαερτιάδη πολυμήχαν’ Οδυσσεύ» και «Λαέρτην Αρκεσιάδην πάτερ εμμέναι αυτώ» (Οδύσσεια Ω270).
Ο Σπύρος Μαρινάτος στο βιβλίο του για την Κεφαλληνία (1962) συνάγει το συμπέρασμα ότι εκεί και στην Ιθάκη είχαν καταλήξει Αχαιοί Αρκαδομινυακής καταγωγής εκ της δυτικής Πελοποννήσου. Γι’ αυτό τονίζει ο Οδυσσέας: «Βραχότοπος, μα ξακουστών παλληκαριών γεννήτρα, δεν είδα από την πατρίδα μου γλυκύτερο στον κόσμο».
Αφού και ο Ποσειδώνας γεννήθηκε στην Αρκαδία, στην πηγή Άρνη της Μαντινείας, φαίνεται ότι σαν συμπατριώτες… είχαν μεγαλύτερη έριδα (άλλο χαρακτηριστικό του Έλληνα) λόγω της τύφλωσης του Πολύφημου. Άλλωστε, όπως αναφέρει ο λαογράφος Ν. Πολίτης, υπάρχει μέχρι σήμερα ένα παραμύθι για τον μονομάτη Κύκλωπα και τον κοσμογυριστή Οδυσσέα (Νίκου Ι. Κωστάρα «Ο Αρκαδικός Οδυσσέας», ΑΡΚΑΔΙΚΑ, Τόμος Θ, 1990, σελ.77).
Ο Αρκαδικός Οδυσσέας συνδυάζει και τους δύο βασικούς ανθρώπινους χαρακτήρες των Ελλήνων: τον βουνίσιο (σκληραγωγημένος, λιτοδίαιτος, οξυνούστατος) καιτον θαλασσινό (ευπροσάρμοστος και εξωστρεφής).

(...)

Ολόκληρο το κείμενο στό: http://denpaeiallo-xylok.blogspot.gr/2016/08/blog-post_71.html#more
Ετικέτες: